Σε ένα κεφάλαιοποιητικο σύστημα που θα δίνει επικουρική σύνταξη σύμφωνα με αυτά που έχουν καταβληθεί από τις εισφορές του κάθε ασφαλισμένου προχώρα η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας.
Εξάλλου στελέχη της κοινωνικής ασφάλισης οι περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες έχουν συμπληρώσει τη λειτουργία των διανεμητικών προγραμμάτων με τα κεφαλαιοποιητικά. Με τον τρόπο αυτό αφενός επιμέρισαν τους κινδύνους μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, και αφετέρου ελαχιστοποίησαν το μακροχρόνιο κόστος του συστήματος συντάξεων.
Στο πλαίσιο αυτό το υπουργείο Εργασίας προχώρα μαζί με την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος και σε μια σειρά κινήτρων για να βοηθήσει τους νέους και κυρίως τα νέα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν. Καθώς το δημογραφικό είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα για την βιωσιμότητα των ασφαλιστικών συστημάτων. Στην κατεύθυνση αυτή το υπουργείο Εργασίας έχει ήδη ανακοινώσει την χορήγηση 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα καθώς και πρόσθετα κίνητρα σε ζευγάρια που τεκνοποιούν πριν η γυναίκα συμπληρώσει το 30ο έτος.
Η πλειονότητα των χωρών του ανεπτυγμένου κόσμου θέσπισαν κεφαλαιοποιητικά συστήματα για να συμπληρώσουν τη λειτουργία του διανεμητικού συστήματος. Αυτή είναι διεθνής πρακτική ώστε ο κίνδυνος να επιμερίζεται μεταξύ (α) του υποχρεωτικού κρατικού πυλώνα, (β) του προαιρετικού επαγγελματικού πυλώνα και (γ) της ατομικής ασφαλιστικής κάλυψης για όσους επιθυμούν να συμπληρώσουν τις παροχές των δύο προηγούμενων πυλώνων. Με τον τρόπο αυτό επιμερίζονται οι σχετικοί κίνδυνοι και δεν επιβαρύνουν ολοκληρωτικά τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως συνέβη στην Ελλάδα τα τελευταία 40 χρόνια, με αποτέλεσμα την πλήρη κατάρρευση του κρατικού συστήματος συντάξεων.
Ετσι, κατοχύρωσαν τη συνολική βιωσιμότητα των εθνικών συστημάτων συντάξεων και, επιπλέον, διασφάλισαν ότι η λειτουργία του συστήματος συντάξεων δεν θα υπονομεύει τις βασικές παραμέτρους της οικονομίας, δηλαδή την απασχόληση, την ανταγωνιστικότητα και το δημόσιο χρέος. Στην Ελλάδα που δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά απαιτείται κρατική χρηματοδότηση του συστήματος, η οποία έφθασε στην περίοδο 2000-2018 στα 250 δισ. ευρώ!
Πώς θα υπολογίζονται οι επικουρικές συντάξεις
Στην χώρα μας η ασφάλιση στο ΕΤΕΑΕΠ είναι υποχρεωτική για τους µισθωτούς, αλλά και για όσους µη µισθωτούς είχαν υποχρέωση. Η µέση κύρια σύνταξη κυµαίνεται στα 724 ευρώ και η µέση επικουρική στα 172 ευρώ (συνολικά 896 ευρώ). Σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας θα παραμείνει υποχρεωτική η ασφάλιση και σύμφωνα με τους ειδικούς στην κοινωνική ασφάλιση θα υπάρξει αύξηση των επικουρικών συντάξεων με το νέο σύστημα.
Ο κάθε ασφαλισμένος θα μπορεί από τον πρώτο μήνα να παρακολουθεί την απόδοση των εισφορών του και εξετάζεται να έχει τη δυνατότητα ρευστοποίησης και καταβολής σύνταξης μετά την πρώτη 10ετία. Οσο περισσότερο θα μένει όμως με τις εισφορές του στο σύστημα, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το ποσό της επικουρικής που θα περιμένει να εισπράξει.
Η διαφορά είναι ότι από σύστημα νοητής κεφαλαιοποίησης που είναι η επικουρική ασφάλιση μετά το Νόμο 4387/2016 (νόμος Κατροούγκαλου) μετατρέπεται με το σχέδιο της Ν.Δ. σε αμιγώς κεφαλαιοποιητικό σύστημα με τις ίδιες εισφορές. Με το νόμο Κατρούγκαλου οι επικουρικές συντάξεις για αιτήσεις από 1/1/2015 και μετά έχουν στοιχεία κεφαλαιοποιητικού συστήματος και τα ποσά που προκύπτουν λαμβάνουν ως βάση τις εισφορές, την ηλικία και τις αποδόσεις (σε υποθετική βάση) των αποθεματικών του ΕΤΕΑΕΠ. Με το νέο σύστημα οι επικουρικές θα βγαίνουν με τις ίδιες παραμέτρους, αλλά η διαφορά είναι κάθε ασφαλισμένος θα επιλεγεί να επενδύσει ή όχι τα ποσά των εισφορών του.
Σύμφωνα με το κυβερνητικό σχέδιο, από 1/1/2021 ο κάθε νεοεισερχόμενος στην αγορά εργασίας θα καταβάλλει για τη δική του σύνταξη τις εισφορές που αναλογούν στον μισθό του. Ετσι, χρόνο με το χρόνο θα «χτίζει» το ποσό της δικής του επικουρικής σύνταξης. Οι επιλογές του δεν θα αφορούν μόνο την επικουρική από τον δημόσιο φορέα επαγγελματικής ασφάλισης (ΕΤΕΑΕΠ), αλλά και από άλλα επαγγελματικά επικουρικά ταμεία που θα λειτουργούν από ασφαλιστικές εταιρείες τραπεζών ή ακόμη και από επαγγελματικά ταμεία που λειτουργούν σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες – πλην της Ελλάδας – με αντίτιμο τις καλύτερες αποδόσεις των επενδεδυμένων εισφορών. Ο κάθε ασφαλισμένος θα μπορεί από τον πρώτο μήνα να παρακολουθεί την απόδοση των εισφορών του και εξετάζεται να έχει τη δυνατότητα ρευστοποίησης και καταβολής σύνταξης μετά την πρώτη 10ετία. Οσο περισσότερο θα μένει όμως με τις εισφορές του στο σύστημα, τόσο μεγαλύτερο θα είναι και το ποσό της επικουρικής που θα περιμένει να εισπράξει.