Σε ποιές περιπτώσεις μπορεί ο εργοδότης να πληρώσει τον μισθό ακόμα και αν γιά διάφορους αλλά συγκεκριμένους λόγους δεν έχει παρασχεθεί η εργασία από τον εργαζόμενο.
Στο πλαίσιο της σύμβασης εργασίας, ο εργαζόμενος υποχρεούται να εκπληρώνει την υποχρέωση παροχής της εργασίας του, ενώ ο εργοδότης, μετά την εκπλήρωση της εργασίας, υποχρεούται να καταβάλει τον οφειλόμενο μισθό. Με άλλα λόγια, ο μισθός, αποτελεί αντάλλαγμα για την παρασχεθείσα εργασία.
Πρόκειται για τον κανόνα «χωρίς εργασία κανένας μισθός», ο οποίος αποτελεί εκδήλωση του ανταλλακτικού χαρακτήρα της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας. Τον παραπάνω κανόνα, ωστόσο, διασπούν ορισμένες εξαιρέσεις, περιπτώσεις δηλαδή που οφείλεται μισθός, μολονότι δεν παρέχεται εργασία.
Καταρχάς, ο εργοδότης οφείλει μισθό στον εργαζόμενο σε περίπτωση υπερημερίας του ως προς την αποδοχή της εργασίας του. Ειδικότερα, όταν ο εργοδότης γίνεται υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας του εργαζομένου (τούτο συμβαίνει π.χ. στην περίπτωση της άκυρης απόλυσης και της, συνεπεία αυτής, μη αποδοχής εκ μέρους του εργοδότη της προσφερόμενης εργασίας του εργαζομένου), ο τελευταίος έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον μισθό του χωρίς να υποχρεούται να παρέχει την εργασία του σε άλλο χρόνο, ήτοι να αξιώσει τις αποδοχές που θα ελάμβανε αν ο εργαζόταν κανονικά και ο εργοδότης αποδεχόταν τις υπηρεσίες του.
Από τον οφειλόμενο μισθό, ωστόσο, ο εργοδότης δικαιούται να αφαιρέσει οτιδήποτε ο εργαζόμενος ωφελήθηκε από τυχόν παροχή της εργασίας του σε άλλον εργοδότη.
Εκτός όμως από την ως άνω αναφερόμενη περίπτωση άρνησης αποδοχής της εργασίας του εργαζομένου, μισθός οφείλεται και στην περίπτωση αδυναμίας αποδοχής της εργασίας, για λόγους που αφορούν τον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανωτέρα βία. Έτσι, ο εργοδότης οφείλει το μισθό, όταν αδυνατεί να αποδεχθεί την εργασία του εργαζομένου λόγω βλάβης των μηχανημάτων, έλλειψης πρώτων υλών, ασυνήθιστων καιρικών συνθηκών (π.χ. βροχής, παγετού) κ.α. Ωστόσο, εάν πρόκειται για γεγονότα ανωτέρας βίας, ο εργοδότης απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής μισθού.
Περαιτέρω, ο εργαζόμενος δικαιούται το μισθό, σε περίπτωση αποχής του από την εργασία λόγω κωλύματος που οφείλεται σε σπουδαίο λόγο (π.χ σπουδαίο λόγο αποτελεί ο θάνατος στενού συγγενικού προσώπου ή η ασθένεια του εργαζομένου) . Στην περίπτωση αυτή, προκειμένου ο εργαζόμενος να δικαιούται το μισθό, θα πρέπει το κώλυμα για την παροχή της εργασίας να οφείλεται σε σπουδαίο λόγο, χωρίς υπαιτιότητα αυτού (του εργαζομένου) και με την προϋπόθεση να έχει ήδη συμπληρώσει δεκαήμερη πραγματική εργασία.
Ακόμα, ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση για μισθό, κατά τη διάρκεια αποχής του από την εργασία του, κατόπιν λήψης της άδειας αναψυχής.
Πιο συγκεκριμένα, ο μισθωτός, κατά τη διάρκεια της κανονικής άδειάς του, δικαιούται να λάβει από τον εργοδότη, τις συνήθεις αποδοχές του, τις οποίες θα ελάμβανε αν πραγματικά απασχολούνταν κατά τον αντίστοιχο χρόνο της άδειάς του.
Τέλος, ο εργαζόμενος που τίθεται σε καθεστώς διαθεσιμότητας και ως εκ τούτου δεν παρέχει την εργασία του, λαμβάνει το ήμισυ του μέσου όρου των τακτικών αποδοχών του των δύο τελευταίων μηνών με καθεστώς πλήρους απασχόλησης. Παράλληλα, διατηρεί το δικαίωμα απασχόλησης σε άλλον εργοδότη, (κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας), χωρίς αυτό να συνεπάγεται τον συμψηφισμό των αποδοχών διαθεσιμότητας με τις αποδοχές που ο εργαζόμενος εισέπραξε από άλλη απασχόληση.
Γιάννης Καρούζος, Δικηγόρος-Εργατολόγος