Η υπόθεση της Destiny Επενδυτική, της εταιρείας του Ευάγγελου Παπαευαγγέλου, που χρησιμοποιούσε POS ελληνικών τραπεζών προκειμένου να διευκολύνει Κινέζους επενδυτές να αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα και να λαμβάνουν πενταετή άδεια διαμονής στη χώρα μας, κάνοντας χρήση των διατάξεων της «Χρυσής Βίζας» (Golden Visa), βρίσκεται πλέον στη φάση της διερεύνησης τέλεσης παράνομων πράξεων.
Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως η υπόθεση Παπαευαγγέλου, αφορά σε απλές συναλλαγές αγοροπωλησίας ακινήτων, ήτοι μια καθαρά εμπορική πρακτική. Αλλά δεν είναι έτσι. Αφενός διότι οι αγορές ακινήτων εκ μέρους των Κινέζων επενδυτών γινόντουσαν για να λάβουν την Golden Visa, αφετέρου διότι τα ποσά που μεταφέρθηκαν από τα POS παραβίασαν τους κανόνες που ισχύουν στην Κίνα για την εξαγωγή χρημάτων στο εξωτερικό.
Η υπόθεση της Κίνας, ωστόσο είναι η πλέον απλή. Σύμφωνα με τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων που ισχύουν στην Κίνα κάθε πολίτης μπορεί μέσω καρτών να κάνει συναλλαγές στο εξωτερικό έως του ποσού των 100.000 γουάν (12.670 ευρώ) ανά έτος. Σύμφωνα με εγκύκλιο της κρατικής διεύθυνσης ξένου συναλλάγματος της Κίνας (State Administration of Foreign Exchange -SAFE) που εκδόθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2017 και αναφέρεται στη ρύθμιση υποθέσεων μεγάλων ποσών ανάληψης μετρητών στο εξωτερικό μέσω τραπεζικών καρτών, οι κυρώσεις σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου των 12.670 ευρώ είναι ήπιες.
Συγκεκριμένα προβλέπεται πως «σε περίπτωση αναλήψεων στο εξωτερικό με μετρητά που υπερβαίνουν την ετήσια ποσόστωση, τα άτομα δεν θα μπορούν να αποσύρουν άλλα μετρητά στο εξωτερικό με τις εγχώριες τραπεζικές τους κάρτες τόσο κατά το τρέχον έτος, όσο και το έτος που ακολουθεί». Πιο απλά, σε όσους ξεπέρασαν το όριο χρήσης των 12.670 ευρώ στις συναλλαγές τους με κινεζικές κάρτες στο εξωτερικό, οι Κινεζικές Αρχές «κλειδώνουν» τις κάρτες τους – όλες όσες έχουν στο όνομα τους- ώστε να μην μπορούν να κάνουν άλλες συναλλαγές για περίοδο δύο ετών. Με την ίδια εγκύκλιο ξεκαθαρίζεται πως απαγορεύεται τα άτομα να δανείζονται τραπεζικές κάρτες άλλων τραπεζών (και δικαιούχων) ή να δανείζουν τις τραπεζικές τους κάρτες για να αποφύγουν τους περιορισμούς.
Πιο περίπλοκη θα είναι η κατάσταση για όσους Κινέζους απόκρυψαν τις αγορές ακινήτων στο εξωτερικό. Από τις αρχές του 2017, οι Κινέζοι που υποβάλλουν αίτηση στην κρατική διεύθυνση συναλλάγματος για τη διενέργεια συναλλαγών το εξωτερικό βάσει της ποσόστωσης τους, υπογράφουν και βεβαιώσεις ότι τα χρήματα αυτά δεν θα χρησιμοποιηθούν για αγορές ακίνητων. Στην περίπτωση ψευδορκίας οι παραβάτες αντιμετωπίζουν σειρά κυρώσεων.
Στη βάση αυτή, οι Ελληνικές εισαγγελικές αρχές αναμένεται να αποταθούν στην κινεζική πρεσβεία, στην SAFE και στην China Union Pay ( την αντίστοιχη Visa της Κίνας) προκειμένου να διαπιστώσουν εάν το μέγεθος της παραβίασης των κεφαλαιακών περιορισμών, το οποίο εκτιμάται άνω των 90 εκατ. ευρώ, αποτελεί ποινικό αδίκημα στην ασιατική χώρα ή όχι. Από την απάντηση των κινεζικών Αρχών θα εξαρτηθεί και το εάν θα ενεργοποιηθούν οι διατάξεις περί ξεπλύματος χρήματος.
Ο Κώδικας Μετανάστευσης
Το «ελληνικό σκέλος» της υπόθεσης, το οποίο αφορά στις αγορές ακινήτων για την απόκτηση της άδειας παραμονής στην Ελλάδα είναι πιο σύνθετο νομικά.
Ο νόμος 4251/2014 που διέπει τη χορήγηση μόνιμης άδειας διαμονής σε επενδυτές του προγράμματος Golden Visa είναι ξεκάθαρος σχετικά με τους αποδεκτούς τρόπος καταβολής του τιμήματος για την αγορά ακινήτων. Όπως αναφέρεται στο νόμο, η καταβολή του τιμήματος πρέπει να έχει γίνει αποκλειστικά με δίγραμμη τραπεζική επιταγή ή με μεταφορά κεφαλαίου με τραπεζικό έμβασμα στο λογαριασμό του δικαιούχου.
Εγκύκλιος που έχει εκδώσει από τις 24 Ιουλίου του 2018 το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος ξεκαθαρίζει ότι η μεταφορά κεφαλαίου πρέπει να διακριθεί από την καταβολή χρημάτων με μέσα πληρωμής που εκδίδονται από πιστωτικό ίδρυμα (χρεωστικές, πιστωτικές, προπληρωμένες κάρτες) και συνακόλουθα την καταβολή τιμήματος μέσω τερματικού μηχανήματος POS. «Οι περιπτώσεις αυτές δεν αποτελούν αποδεκτό τρόπο πληρωμής στα πλαίσια χορήγησης μόνιμης άδεια διαμονής επενδυτή, καθώς δεν εμπίπτουν στην έννοια του τραπεζικού εμβάσματος», ξεκαθαρίζει η εγκύκλιος.
Αυτομάτως η χρήση χρημάτων που μπήκαν με POS στο τραπεζικό σύστημα για τις αγορές των ακινήτων, καθιστά μη σύννομο τον τρόπο καταβολής του τιμήματος για την αγορά ακινήτων. Στην περίπτωση αυτή ενεργοποιείται το άρθρο 24 του νόμου 4251/2014 που προβλέπει την ανάκληση της άδειας διαμονής.
Το άρθρο αναφέρει πως η άδεια διαμονής δεν χορηγείται ή ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται, εφόσον δεν πληρούνται ή δεν πληρούνται πλέον, οι προϋποθέσεις του Κώδικα Μετανάστευσης ή εάν αποδειχθεί από επίσημο έγγραφο αρμόδιας ελληνικής αρχής ότι για την έκδοση της άδειας διαμονής, χρησιμοποιήθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, πλαστά ή παραποιημένα έγγραφα ή ότι διαπράχθηκε με οποιονδήποτε τρόπο απάτη ή ότι χρησιμοποιήθηκαν άλλα παράνομα μέσα.
Όταν, και εφόσον σταλεί, στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, εισαγγελικό έγγραφο, ή δικαστική απόφαση, ή απόφαση της Αρχής για το Ξέπλυμα ή ενημέρωση της Τράπεζας της Ελλάδος, που να βεβαιώνει πως τα χρήματα που χρησιμοποίησε η Destiny Επενδυτική για τις αγοροπωλησίες ακινήτων προήλθαν από POS, τότε οι Golden Visa που είχαν λάβει περίπου 300 δικαιούχοι (σ.σ. εκτίμηση τραπεζικών κύκλων) θα ανακληθεί.
Η νόθευση εγγράφου
Δεδομένου ότι στις συμβολαιογραφικές πράξεις για τις μεταβιβάσεις ακινήτων που σχετίζονται με τη χορήγηση Golden Visa πρέπει να γίνεται ρητή αναφορά στο ότι το τίμημα καταβλήθηκε, είτε με δίγραμμη τραπεζική επιταγή ή με μεταφορά κεφαλαίου με τραπεζικό έμβασμα στο λογαριασμό του δικαιούχου, οι βεβαιώσεις που προσκόμισαν στα συμβολαιογραφεία οι εμπλεκόμενοι στην υπόθεση των POS δεν ήταν νόμιμες.
Νομικοί κύκλοι ανέφεραν στο CNN Greece πως εφόσον ισχύουν οι εν λόγω πληροφορίες τότε μιλάμε τόσο για απάτη όσο και πλαστογραφία και πως η νόθευση εγγράφου οδηγεί αυτόματα σε ακυρότητα του συμβολαίου.
Οι ίδιοι επικαλούνται το άρθρο 216 του Ποινικού Κώδικα για την πλαστογραφία που αναφέρει πως όποιος καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με τη χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών και πως με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος για τον παραπάνω σκοπό εν γνώσει χρησιμοποιεί πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο.
Κατά το ίδιο άρθρο, αν ο υπαίτιος αυτών των πράξεων σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον περιουσιακό όφελος βλάπτοντας τρίτον (σ.σ. το Δημόσιο) ή σκόπευε να βλάψει άλλον, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών, εάν το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και ο υπαίτιος που διαπράττει πλαστογραφίες κατ’ επάγγελμα ή κατά συνήθεια και το συνολικό όφελος ή η συνολική ζημία υπερβαίνουν το ποσό των 15.000 ευρώ.
Επίκληση κάνουν και στο άρθρο 217 του Ποινικού Κώδικα για την πλαστογραφία πιστοποιητικών. Αυτό αναφέρει πως όποιος με σκοπό να διευκολύνει την άμεση συντήρηση, την κίνηση ή την κοινωνική πρόοδο αυτού του ίδιου ή άλλου καταρτίζει πλαστό ή νοθεύει πιστοποιητικό ή μαρτυρικό ή άλλο έγγραφο που μπορεί να χρησιμεύσει συνήθως για τέτοιους σκοπούς ή εν γνώσει του χρησιμοποιεί τέτοιο πλαστό ή νοθευμένο έγγραφο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Με την ίδια ποινή τιμωρείται όποιος χρησιμοποιεί για τον ίδιο σκοπό τέτοιο έγγραφο, που είναι γνήσιο, είχε εκδοθεί όμως για άλλον.
Οι ίδιες νομικές πηγές επικαλούνται και το άρθρο 386 του Ποινικού Κώδικα για την απάτη, λέγοντας πως θα μπορούσε να έχει εφαρμογή στη συγκεκριμένη περίπτωση. Αυτό ξεκαθαρίζει πως όποιος με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος βλάπτει ξένη περιουσία πείθοντας κάποιον σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή με την εν γνώσει παράσταση ψευδών γεγονότων σαν αληθινών ή την αθέμιτη απόκρυψη ή παρασιώπηση αληθινών γεγονότων τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών μηνών. Και αν η ζημιά που προξενήθηκε είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών.
Τέλος, δεδομένου ότι στα συμβολαιογραφεία έχουν κατατεθεί δίγραμμες επιταγές και βεβαιώσεις εμβασμάτων στο όνομα των Κινέζων επενδυτών για να συνταχθούν τα συμβόλαια, οι εισαγγελικές αρχές θα διερευνήσουν το κατά πόσο το εγχώριο τραπεζικό σύστημα διευκόλυνε μη σύννομες συναλλαγές.