Στην καταγραφή της «εισβολής» ξενικών ψαριών που προέρχονται από την Ερυθρά θάλασσα και τα οποία έχουν κάνει την εμφάνιση τους στη θαλάσσια περιοχή του Αιγαίου και ειδικά στο βόρειο τμήμα του, προχωρούν οι επιστήμονες στη χώρα μας ώστε να μελετήσουν τα είδη, να ερευνήσουν το οικοσύστημα, αλλά και να ενημερώσουν τους πολίτες ποια από αυτά τα είδη είναι τοξικά και επικίνδυνα για τον άνθρωπο.
Αυτό εξηγεί ο Λαρισαίος ιχθυολόγος Σωτήρης Κυπαρίσσης ο οποίος είναι ερευνητής του Ινστιτούτου Αλιευτικής Ερευνας (ΙΝΑΛΕ), επισημαίνοντας πως στην περιοχή της Μεσογείου έχουν κάνει την εμφάνιση τους όλα αυτά τα χρόνια πάνω από 280 είδη ξενικών ψαριών από την Ερυθρά θάλασσα.
Σύμφωνα με τον επιστήμονα το πλάτεμα της Διώρυγας του Σουέζ, αλλά και η μείωση της αλατότητας των Πικρών Λιμνών έχουν βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση, ενώ ενδεχομένως, στο φαινόμενο να παίζει ρόλο και η αύξηση της θερμοκρασίας στα νερά της Μεσογείου και όχι μόνο.
Μεταξύ άλλων ο κ. Κυπαρίσσης τονίζει στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι τα τελευταία χρόνια εντοπίζεται το φαινόμενο που σχετίζεται με την αύξηση του ρυθμού της εμφάνισης τέτοιων ψαριών στη Μεσόγειο, αλλά και στο Αιγαίο. Αναφορικά με το γεγονός πως ορισμένα από αυτά τα ψάρια είναι τοξικά και δηλητηριώδη, ο κ. Κυπαρίσσης λέει πως το ψάρι που έχει κάνει έντονα την εμφάνιση του στις ελληνικές θάλασσες και είναι θανατηφόρο για τον άνθρωπο είναι ο λεγόμενος λαγοκέφαλος.
«Ο λαγοκέφαλος είναι ένα ψάρι που στο σώμα του έχει μια θανατηφόρα νευροτοξίνη που σκοτώνει» λέει ο ερευνητής και συμπληρώνει: «Επίσης υπάρχουν οι λεγόμενοι “γερμανοί” οι οποίοι μπορεί να τσιμπάνε όπως το γνωστό σε όλους μας ψάρι “δράκαινα”, αλλά και το λεοντόψαρο το οποίο είναι άκρως εντυπωσιακό ψάρι. Το λεοντόψαρο έχει σε κάθε αγκάθι του τοξίνη πρωτεϊνικής φύσεως που σημαίνει πως αν μαγειρευτεί καταστρέφεται. Το λεοντόψαρο έχει μεγάλη εξάπλωση και αποτελεί είδος προς κατανάλωση. Συνεπώς η διαφορά αυτών των ψαριών από τον λαγοκέφαλο είναι πως μπορούν να καταναλωθούν από τον άνθρωπο».
Σημειώνεται επίσης, πως τους επιστήμονες τους απασχολεί έντονα αν και ποιες αλλαγές μπορεί να δημιουργήσει στο θαλάσσιο περιβάλλον τού Αιγαίου αυτή η «εισβολή» των ξενικών ειδών που παρατηρείται. Για παράδειγμα ο κ. Κυπαρίσσης τονίζει πως υπάρχει στις θάλασσες μας ένα ψάρι που λέγεται φιστουλάρια το οποίο μπήκε πολύ δυναμικά με «εισβολική» συμπεριφορά δημιουργώντας νέα δεδομένα στο περιβάλλον, καθώς τρέφεται με γόνο.
Ο κ. Κυπαρίσσης αναφέρει πως το Βόρειο Αιγαίο όπου ο ίδιος μελετά, είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, καθώς η θερμοκρασία των νερών είναι χαμηλή σε σχέση με άλλες περιοχές, με αποτέλεσμα να αποτελεί φραγμό για τη διέλευση τέτοιων ψαριών. «Αν δούμε ότι έχουν κάνει την εμφάνιση τους μεγάλες ποσότητες ξενικών ψαριών από την Ερυθρά Θάλασσα στο Βόρειο Αιγαίο, τότε θα θεωρήσουμε ότι κάτι έχει αλλάξει. Αν ο ρυθμός δηλαδή της εμφάνισης των ψαριών αυτών είναι αυξητικός στην περιοχή, τότε σημαίνει ότι και αυτό το εμπόδιο για τα ψάρια αυτά έχει πέσει», σημειώνει χαρακτηριστικά ο ερευνητής.
Ετοιμάζεται οδηγός προς τους πολίτες με τα ξενικά είδη ψαριών
Αναφορικά με την προσπάθεια καταγραφής των ξενικών ψαριών ο κ. Κυπαρίσσης αναφέρει πως ο ίδιος συμμετέχει σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα, σύμφωνα με το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη η προσπάθεια ώστε να αποτυπωθεί σε έναν έντυπο οδηγό η καταγραφή αυτών των ψαριών που έχουν κάνει την εμφάνισή τους ειδικά στο Βόρειο Αιγαίο.
Σύμφωνα με τον κ. Κυπαρίσση, ο οδηγός αυτός θα περιλαμβάνει φωτογραφίες από τα διάφορα είδη ξενικών ειδών που προέρχονται από την Ερυθρά Θάλασσα, με αναλυτική περιγραφή των χαρακτηριστικών τους, ώστε οι άνθρωποι που ασχολούνται με την αλιεία να μπορούν εύκολα να αναγνωρίσουν ότι πρόκειται για ξενικό είδος.
Όπως τονίζει ο ερευνητής, σημαντική στην όλη προσπάθεια, κρίνεται η άμεση εμπλοκή του κόσμου, ώστε να εντοπιστεί το μέγεθος της «εισβολής» αυτών των ψαριών στις ελληνικές θάλασσες. Ο ίδιος επισημαίνει πως για τους επιστήμονες είναι πολύ σημαντικές οι πληροφορίες που μπορούν να προσφέρουν οι πολίτες, σημειώνοντας πως «το επόμενο διάστημα και με την έκδοση του οδηγού θα καλέσουμε τους ερασιτέχνες και επαγγελματίες αλιείς και όποιον άλλον ασχολείται με την θάλασσα, εφόσον εντοπίζει κάτι άγνωστο να ενημερώνει το Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας».