Τί ακριβώς συνέβη; Αμέσως μετά την αποκάλυψη της σύλληψης των 2 στρατιωτικών μας στις Καστανιές του Έβρου προκλήθηκε ορυμαγδός εικασιών, ερμηνειών και υποθέσεων για το τί πραγματικά συνέβη. Οι απόψεις, για να τις ομαδοποιήσουμε αδρά, διίστανται. Από τη μία, διατυπώνεται η άποψη ότι όσα αναφέρουν οι τουρκικές εφημερίδες και οι ίδιοι οι στρατιωτικοί μας είναι γεγονός, ενώ από την άλλη, εξωτερικεύονται υποψίες περί ενέδρας του τουρκικού στρατού και αρπαγής των ανδρών μας.
Εάν θέλουμε να είμαστε απολύτως ειλικρινείς με τον εαυτό μας, και δίκαιοι απέναντι στους άνδρες του ελληνικού στρατού που κρατούνται, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί σε κάθε πληροφορία, σενάριο, εικασία ή υπόθεση. Το τί ακριβώς συνέβη θα το μάθουμε όταν επαναπατρισθούν οι δύο άνδρες και τότε, σε συνθήκες ελευθερίας και ασφαλείας, θα έχουν τη δυνατότητα να περιγράψουν ό,τι έλαβε χώρα. Θεωρητικά τουλάχιστον. Διότι πάντοτε υφίσταται το ενδεχόμενο της απόκρυψης της αλήθειας, στο βωμό της μη διατάραξης των «καλών σχέσεων» με την Τουρκία.
Είναι σύλληψη, αιχμαλωσία ή αρπαγή;
Η Ελλάδα και η Τουρκία είναι δύο χώρες που ΔΕΝ ευρίσκονται σε εμπόλεμη κατάσταση. Επιπροσθέτως, η Ελλάδα και η Τουρκία είναι δύο χώρες – σύμμαχοι στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Επισήμως, δηλαδή, οι δύο χώρες συνυπάρχουν ειρηνικά.
Επομένως, η σύλληψη και η μετέπειτα κράτηση των 2 Ελλήνων στρατιωτικών ουδεμία νομιμοποίηση έχει, παρά τα περί του αντιθέτου λεγόμενα από τουρκικής πλευράς.
Καταρχάς, λοιπόν, είναι σύλληψη. Ομάδα του τουρκικού στρατού συνέλαβε τους 2 στρατιωτικούς μας, αφού οι τελευταίοι παρέδωσαν τα όπλα τους και παραδόθηκαν.
Εξ αντικειμένου, όμως, είναι και αιχμαλωσία κυριολεκτικά, διότι οι Έλληνες στρατιωτικοί συνελήφθησαν από Τούρκους, ένα καιρώ ειρήνης μεν, αλλά υπό την απειλή όπλου.
Ωστόσο, μέχρι στιγμής δεν έχουμε στοιχεία που να κατατείνουν στην αρπαγή.
Είναι σπάνιο ή σύνηθες το ανωτέρω συμβάν;
Πρέπει να υπογραμμισθεί, πως έχουν καταγραφεί αρκετές περιπτώσεις, στις οποίες και Έλληνες και Τούρκοι στρατιωτικοί έχουν από λάθος περάσει στο έδαφος της όμορης χώρας.
Μάλιστα, σε αυτές – πλην μιας – το ζήτημα λυνόταν στο επίπεδο των διοικητών των σχηματισμών και μετά από εκατέρωθεν εξηγήσεις επέστρεφαν στη χώρα τους και στη μονάδα τους.
Κλιμάκωση με νεκρούς είχαμε το 1986, σε ένα στημένο επεισόδιο, το οποίο το μετάνιωσαν οι γείτονες και πέραν τούτου ουδέν.
Εξάλλου, όλοι όσοι έχουν υπηρετήσει εκεί διαβεβαιώνουν, πως αυτό είναι ένα σχετικά συχνό συμβάν και μάλιστα, το 2001 το τουρκικό υπουργείο εξωτερικών είχε χαρακτηρίσει «ευχάριστο γεγονός τη συνεργασία Ελλήνων και Τούρκων», κατόπιν της εκ λάθους εισόδου δικών τους στρατιωτικών στην ελληνική επικράτεια.
Ποιες είναι οι αποδιδόμενες στους 2 άνδρες κατηγορίες;
Στο συγκεκριμένο θέμα έχει εμφιλοχωρήσει σύγχυση. Και τούτο, διότι εξαρχής τα τουρκικά κανάλια και οι τουρκικές εφημερίδες ανέφεραν ως πιθανή κατηγορία και την «απόπειρα στρατιωτικής κατασκοπείας», η οποία επισύρει ποινή κάθειρξης ως κακούργημα. Μέχρι στιγμής, όμως, από την Εισαγγελία της Ανδριανούπολης δεν έχει απαγγελθεί αυτή η κατηγορία. Μοναδική κατηγορία που βαρύνει τους 2 άνδρες μας είναι η «παράνομη είσοδος σε απαγορευμένη στρατιωτική περιοχή». Το αδίκημα αυτό, όπως προβλέπεται στον τουρκικό Ποινικό Κώδικα, έχει επαπειλούμενη ποινή φυλάκισης 2-5 έτη.
Υπάρχει περίπτωση επέκτασης του κατηγορητηρίου;
Οι Τούρκοι από την πρώτη στιγμή της σύλληψης των 2 ανδρών μας «παίζουν» με το ενδεχόμενο απαγγελίας κατηγορίας για «απόπειρα στρατιωτικής κατασκοπείας», κυρίως στο πλαίσιο ψυχολογικών επιχειρήσεων. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και η ανακοίνωση ότι τα κινητά τηλέφωνα των στρατιωτικών μας ερευνήθηκαν και στη συνέχεια, εστάλησαν στην Άγκυρα, προκειμένου να διενεργηθεί πραγματογνωμοσύνη. Έτσι, ασκείται ψυχολογική πίεση με τη μορφή μιας ιδιότυπης ομηρείας ενός ολόκληρου Έθνους, το οποίο παρακολουθεί αποσβολωμένο.
Εάν αποδειχθεί από το υλικό που θα βρεθεί στα κινητά των στρατιωτικών μας κάτι επιβαρυντικό, τότε δεν αποκλείεται να αλλάξει το κατηγορητήριο επί τα χείρω.
Οφείλουμε, όμως, να σημειώσουμε ότι εάν υπήρχε κάτι επιβαρυντικό στα κινητά των ανδρών του ελληνικού στρατού θα είχε ήδη αναδειχθεί από τις τουρκικές αρχές, σκέψη που πρέπει να μας εμβάλει σε ανησυχία σχετικά με την πιθανότητα λαθροχειρίας.
Έχουν γίνει ορθοί χειρισμοί μέχρι τώρα από την ελληνική πλευρά;
Η απάντηση σε αυτή την ερώτηση θα πρέπει να μην δοθεί τώρα. Λόγω του ευαίσθητου του ζητήματος δεν πρέπει να αποκαλυφθούν επιχειρησιακές ή άλλους είδους λεπτομέρειες.
Αυτό δεν απαλλάσσει το Επιτελείο μας από την επιπόλαια ανακοίνωση που εξέδωσε, αποδεχόμενο ό,τι έλεγαν οι τουρκικές αρχές.
Ωστόσο, δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε ότι στο επικοινωνιακό επίπεδο έχουν γίνει ολέθρια σφάλματα.
Αρχικώς, η κυβέρνηση επέλεξε να αποκρύψει το συμβάν, το οποίο και αποκαλύφθηκε την επόμενη ημέρα από εκείνη που έλαβε χώρα.
Αμέσως μετά, υψηλόβαθμα στελέχη της διαβεβαίωναν, ότι σε λίγες ημέρες το ζήτημα θα έχει λυθεί, διατηρώντας χαμηλούς τόνους και πιστεύοντας ότι έτσι, θα καταφέρουν να μην δώσουν έκταση σε ένα γεγονός που θα έληγε ομαλώς και το σημαντικότερο λίαν συντόμως. Διαψεύστηκαν.
Περαιτέρω και μέχρι και σήμερα, έχει επιλεγεί η στάση ηπίων τόνων από την ελληνική ηγεσία, με σκοπό να μην αντιληφθεί η άλλη πλευρά ότι είναι ένα θέμα που μας ταλανίζει και έτσι της δώσουμε τη δυνατότητα να το εργαλειοποιήσει.
Η άποψη αυτή είναι απλώς α-νόητη.
Ό,τι στάση και να τηρεί ένα κράτος σε μια τέτοια περίπτωση είναι ευνόητο ότι ενδιαφέρεται και μάλιστα πάρα πολύ για την τύχη των στρατιωτικών του. Δε νοείται κράτος, στοιχειωδώς συντεταγμένο, το οποίο να αδιαφορεί για τα στελέχη του στρατεύματός του!
Η συνεχιζόμενη αφασική συμπεριφορά της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας της πατρίδος μας ρίχνει νερό στον μύλο της τουρκικής προπαγάνδας και διευκολύνει τις τουρκικές αρχές στον χειρισμό του προβλήματος. Η εντύπωση ή μάλλον, η άποψη, ότι πρέπει να μην υψώσουμε τους τόνους, είναι μαθηματικώς βέβαιον ότι θα έχει ως μοναδικό αποτέλεσμα τη διαιώνιση του προβλήματος και την παροχή άπλετης δυνατότητας χειρισμού από την Τουρκία.
Η Ελλάδα οφείλει να σηκώσει τους τόνους σε κάθε βήμα, urbi et orbi, ζητώντας να αναγνωρισθεί ότι οι 2 άνδρες των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων ΔΕΝ εισήλθαν στο τουρκικό έδαφος για κατασκοπεία. Πρωτίστως, όμως, πρέπει να διεκδικήσει τη διεξαγωγή δίκαιης δίκης σε μια χώρα που οι βασικές αρχές είναι υπό αναστολή, εξαιτίας της εξακολουθητικής κατάστασης έκτακτης ανάγκης∙ σε μια χώρα που οι ελληνικές δικαστικές αρχές έχουν κρίνει ότι δεν τηρούνται τα θεμελιώδη δικαιώματα σε δικαστικό επίπεδο και ότι δεν υφίσταται κράτος δικαίου.
Η Ελλάδα όφειλε να έχει στείλει κρατικούς λειτουργούς στο δικαστήριο της Ανδριανούπολης, ώστε να δείξει την σημασία που αποδίδει στην ταχύτατη εκδίκαση της υπόθεσης και στην αθώωση από οποιαδήποτε κατηγορία των στρατιωτικών μας.
Η Ελλάδα οφείλει να διατρανώσει σε κάθε αποδέκτη ότι η μη σύντομη επιστροφή των 2 ανδρών μας θα έχει κόστος για την Τουρκία και μάλιστα, πολλαπλό. Θα πρέπει να «σηκώσει τον κόσμο», ώστε να επαναπατρισθούν το συντομότερο δυνατό οι 2 στρατιωτικοί μας.
Επομένως, καθίσταται σαφές, ότι στο θέμα πρέπει να πέσει φως και να μην αφεθεί στο σκοτάδι, το οποίο επιτέλους εξυπηρετεί την Τουρκία.
Για ποιους σκοπούς θα χρησιμοποιήσει η Άγκυρα τα 2 στελέχη μας;
Η Τουρκία έχει ευρεία ελευθερία κινήσεων, όσο δεν πιέζεται από τη χώρα μας. Ενδεχομένως, θα χρησιμοποιήσει την ελευθερία των 2 στρατιωτικών μας ως διαπραγματευτικό ατού για μια σειρά από ζητήματα, διμερή ή πολυμερή, και όχι μόνο για ένα από αυτά.
Με προβλήματα στο Αιγαίο, στην Κύπρο, στη Θράκη και φυσικά, τους 8 Τούρκους στρατιωτικούς, που προσωπικώς ο Πρόεδρος Ερντογάν θέλει να του επιστραφούν, η Τουρκία θα θεωρήσει καλό να μας βασανίσει για να επιτύχει ό,τι περισσότερο θα μπορούσε.
Με απλά λόγια, η Τουρκία θα μεταχειρισθεί τα 2 στελέχη μας σαν αντίβαρο σε δικές της επιδιώξεις και στη νομιμοποίηση δικών της, παράνομων διεκδικήσεων.
Βεβαίως, υφίσταται πάντοτε η πιθανότητα να διαπιστώσει η τουρκική Δικαιοσύνη την αθωότητα των ανδρών μας και να αφεθούν ελεύθεροι, αλλά ούτως ή άλλως το κακό και στην περίπτωση αυτή έχει επισυμβεί, δεδομένων των εικόνων που αντικρίσαμε όλοι στην τηλεόραση, με τους άνδρες μας ενστόλους να διασύρονται σαν κακοποιοί του κοινού ποινικού δικαίου, με τις χειροπέδες.
Ποιος είναι ο εκτιμώμενος χρόνος επαναπατρισμού των 2 ανδρών μας;
Ουδείς γνωρίζει με βεβαιότητα. Ο χρόνος απελευθέρωσής τους εξαρτάται από τη βούληση του Προέδρου Ερντογάν και από τον τρόπο που θα τους χρησιμοποιήσει για να προωθήσει τα στρατηγικά συμφέροντα της Τουρκίας. Ομοίως, για να είμαστε ειλικρινείς, εξαρτάται και από τις υποχωρήσεις στις οποίες θα είναι – εάν είναι – διατεθειμένη να προβεί η ελληνική πλευρά.
Πάντως, η δυνατότητα προφυλάκισής τους ίσως φτάσει και τα 2 έτη.
Το ζήτημα απαιτεί επαγρύπνηση και στενή παρακολούθηση. Θα επανέλθουμε.