Εφτάμιση χρόνια μετά, η υπόθεση του θανάτου της 16χρονης Στέλλας Ακουμιανάκη στα Επείγοντα του Νοσοκομείου Ρεθύμνου λόγω δηλητηρίασης από αλκοόλ που συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και άλλαξε τον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα περιστατικά μέθης ανηλίκων, παραμένει ανοικτή.
Σήμερα Τρίτη, στο εδώλιο του τριμελούς εφετείου πλημμελημάτων Δυτικής Κρήτης στα Χανιά, κάθισαν δύο γιατροί, ειδικευόμενοι τότε, οι οποίοι είχαν εφημερία το μοιραίο 24ωρο, από το πρωί της Μ. Παρασκευής, μέχρι το πρωί του Μ. Σαββάτου και κατηγορούνται για ανθρωποκτονία από αμέλεια δια παραλείψεως.
Ωστόσο, η μια εκ των δύο απαλλάχτηκε οριστικά από τις κατηγορίες παρότι πρωτόδικα είχε καταδικαστεί, καθώς το Δικαστήριο έκανε δεκτή την ένσταση που κατέθεσε ο συνήγορός της, σύμφωνα με την οποία το αδίκημα της “ανθρωποκτονίας εξ αμελείας” είχε παραγραφεί κατά τον χρόνο έναρξης της δικαστικής διαδικασίας το 2016 αφού είχαν περάσει περισσότερα από πέντε χρόνια. Έτσι, ο Εισαγγελέας πρότεινε και το Δικαστήριο δέχτηκε την οριστική παύση της δίωξης εναντίον της και συνεπώς την ακύρωση και της πρωτόδικης απόφασης.
Για τον δεύτερο, ο οποίος είχε την βάρδια 5 έως 7 το πρωί του Μ. Σαββάτου, σύμφωνα με τον άτυπο διαχωρισμό των γιατρών, η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε για να διακοπεί τελικά νωρίς το απόγευμα.
Θυμίζουμε ότι τον περασμένο Ιούνιο, το Μικτό Ορκωτό Εφετείο (ΜΟΕ) είχε αθωώσει τους τρεις βασικούς κατηγορούμενους, ανατρέποντας ολικά την πρωτόδικη απόφαση και προκαλώντας αγανάκτηση στους συγγενείς της Στέλλας.
Πρόκειται για δύο ειδικευόμενους γιατρούς και έναν 30χρονο σήμερα νεαρό, ο οποίος κατηγορούνταν ότι βίασε την 16χρονη μαθήτρια μαζί με τον 17χρονο κοινό τους φίλο που έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για βιασμό από τα αρμόδια Δικαστήρια Ανηλίκων.
Σημειώνεται πως, η οικογένεια έχει προσφύγει στον Άρειο Πάγο, καταθέτοντας αίτηση αναίρεσης της απόφασης του ΜΟΕ.
Η σημερινή υπόθεση που αφορά τους άλλους δύο γιατρούς της βάρδιας, έφτασε στο ακροατήριο μετά την καταδίκη σε πρώτο βαθμό των δύο άλλων γιατρών γι΄αυτό και χωρίστηκε από την βασική υπόθεση.
Πατέρας Στέλλας: «Ο βιαστής και ο φίλος του ειδοποίησαν τους γιατρούς!»
Η δίκη ξεκίνησε με την κατάθεση του πατέρα της Στέλλας, Μανώλη Ακουμιανάκη, ο οποίος αναφέρθηκε στα γεγονότα εκείνης της ημέρας, σχολιάζοντας πως “για να ορίζει ο νόμος και η διοίκηση του Νοσοκομείου ότι κάποια άτομα πρέπει να έχουν βάρδια και να είναι στην θέση τους, τότε έτσι πρέπει”. Όπως είπε, εκείνο το βράδυ, “οι μισοί κοιμόντουσαν και ένα παιδί πέθανε. Από τις 4:45 που γίνεται λήψη αερίων αίματος, η Στέλλα παρέμεινε σε ένα φορείο στον διάδρομο των ΤΕΠ και δεν υπάρχει καμία ιατρική πράξη ή επανεξέταση μέχρι που άρχισε να βγάζει αφρούς από το στόμα της, κάτι που έγινε αντιληπτό από τους συνοδούς της, οι οποίοι ειδοποίησαν τη νοσηλεύτρια».
Σημείωσε πως από τις 6 έως τις 9 το πρωί δεν εμφανίστηκε στα επείγοντα, κανείς από τους 4 ειδικευόμενους γιατρούς και την μία ειδικευμένη.
Από τις 4:30 τα ξημερώματα, ειδοποιήθηκε η οικογένεια στις 10 το πρωί κι ενώ η Στέλλα ήταν ήδη εγκαφαλικά νεκρή.
«Ο βιαστής και ο φίλος του ειδοποίησαν τους γιατρούς!» τόνισε ο κ. Ακουμιανακης υποστηρίζοντας πως αν η οικογένεια είχε ειδοποιηθεί, το παιδί θα ζούσε. «Ούτε μια σακούλα για τα ούρα δεν έβαλαν. Και τώρα θα μας πουν πάλι ότι τα έκαναν όλα καλά. Δεν την παράτησαν στον δρόμο, σε Νοσοκομείο την πήγαν. Αν την είχαν αφήσει έξω απ’ το σπίτι θα ζούσε. Με 2,4 αλκοόλ στο αίμα δεν έχει πεθάνει ποτέ κανείς στα ιατρικά χρονικά. Και δεν πέθανε στον δρόμο, πέθανε στο τμήμα επειγόντων του νοσοκομείου Ρεθύμνου με 2,5 ποτηράκια ουίσκι» τόνισε, λέγοντας πως έκτοτε ο τρόπος που αντιμετωπίζονται τα περιστατικά μέθης άλλαξε, καθώς επίσης και ότι ενημερώνονται άμεσα οι γονείς και η Ασφάλεια.
«Ούτε μια συγνώμη, ούτε μια συλλυπητήρια επιστολή 7,5 χρόνια μετά” είπε και υποστήριξε πως το μόνο που ένοιαζε όσους ήταν εκεί εκείνο το βράδυ ήταν “να μην μπλέξουνε».
Για τον κατηγορούμενο, υποστήριξε ότι “δεν βρέθηκε στην θέση που έπρεπε να είναι ακόμα και για τις δύο ώρες που είχε αναλάβει. «Πέρασε από τη Στελλα, την είδε στο φορείο μέσα στους εμετούς με δύο άτομα που είχαν δηλώσει ότι την βρήκαν στον δρόμο και ούτε που την πλησίασε» τόνισε: «Θα έρθει εδώ να μας πει ότι τα έκανε όλα σωστά και όπως προβλέπεται. Ας μας κοιτάξει στα μάτια λοιπόν και ας μας πει αν άγγιξε έστω και μια φορά την κόρη μου» συμπλήρωσε.
Σύμφωνα με τον άτυπο διαχωρισμό ο κατηγορουμενος είχε βάρδια 5-7 ενώ όπως υποστήριξε ο δικηγόρος του, εκείνο το διάστημα ήταν στην παθολογική κλινική όπου είχαν παρουσιάσει επιδείνωση δύο ασθενείς που νοσηλεύονταν ήδη εκεί.
Μητέρα Στέλλας: «Δίνουμε μια άνιση μάχη»
Στον δικαστικό αγώνα της οικογένειας αναφέρθηκε η μητέρα της Στέλλας, η οποία παρουσιάστηκε συντετριμμένη στο Δικαστήριο. «Είναι ένας αγώνας δύσκολος για ‘μας. Μια άνιση μάχη. Έχουμε απέναντί μας όχι μόνο τους κατηγορούμενους αλλά ολόκληρο το Νοσοκομείο, ολόκληρο το ελληνικό κράτος» τόνισε.
Η δίκη θα συνεχιστεί με τις καταθέσεις γιατρών και νοσηλευτικού προσωπικού που βρίσκονταν στο Νοσοκομείο το μοιραίο βράδυ, συγγενών και πραγματογνωμώνων.