Πού οδηγεί τους μισθωτούς η ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ για εκ περιτροπής εργασία
Την ίδια ώρα που ο ΣΕΒ που ήδη από τις 17 Απριλίου ανέλυε ότι η απώλεια θέσεων απασχόλησης θα ξεπεράσει τις 500.000, ανεβάζει το σύνολο των πληττόμενων από τη «νέα» ανεργία σε περίπου 580.000 ανθρώπους, η κυβέρνηση ρίχνει ψίχουλα για τη στήριξη της απασχόλησης.
Μάλιστα αυτά τα «ψίχουλα» προέρχονται από δάνεια (που πρέπει να επιστραφούν) συνολικού ύψους 1,4 δισ. ευρώ. Ετσι μέσω των δανείων που εμφανίζονται ως προγράμματα στήριξης η πιθανότερη κατάληξη θα είναι η δέσμευση σε ένα ακόμη μνημόνιο με την ένταξη της χώρας στους μηχανισμούς του ESM, καθώς εκεί οδηγούν οι κυβερνητικές αποφάσεις παρά την προσπάθεια να πλασαριστούν σαν «συνεκτικό, σαφές και δυναμικό σχέδιο».
Γιατί το πρόγραμμα στήριξης ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ μπορεί να ανακοινώθηκε μετά επικοινωνιακών βαΐων και κλάδων αλλά μετατρέπει τους μισθωτούς σε επιδοματούχους…
ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ με δάνεια
Η πρόσφατη λοιπόν ανακοίνωση των μέτρων στήριξης της οικονομίας από το κυβερνητικό επιτελείο, τα οποία στον τομέα της απασχόλησης ονομάστηκαν ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ και αφορούν τα κοινοτικά κονδύλια του προγράμματος SURE (δάνεια), εγείρει έκδηλο προβληματισμό για την πορεία της μισθωτής απασχόλησης. Είναι σαφές ότι αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η αλλαγή προς το δυσμενέστερο των όρων εργασίας και η άρση των όποιων προστατευτικών ρυθμίσεων ισχύουν στην αγορά εργασίας. Ετσι από τη μια η κυβέρνηση επιδοτεί την αποχή από την εργασία επιβραβεύοντας ουσιαστικά τις επιχειρήσεις που προβαίνουν σε αναστολή εργασίας. Πρόκειται στην πράξη για νέα μορφή επιδότησης της αποχής από την εργασία που έρχεται να συμπορευτεί με τον θεσμό της αναστολής της εργασίας που, όπως φαίνεται, ήρθε (λόγω κορονοϊού) και θα μείνει ως εργαλείο ελαστικοποίησης των μορφών απασχόλησης δίπλα στην εκ περιτροπής εργασία.
Αυτός είναι και ο λόγος που έτσι όπως εφαρμόζονται τα μέτρα και η επιχορήγηση επιχειρήσεων είναι προφανές ότι η εκ περιτροπής απασχόληση (που σημαίνει και μείωση αποδοχών) θα αποτελέσει την κυρίαρχη μορφή εργασιακής σχέσης στην Ελλάδα κατά την εποχή που έπεται της πανδημίας Covid-19.
Oπως έχει κάνει γνωστό η κυβέρνηση, στο πρόγραμμα θα μπορούν να συμμετάσχουν όλες οι επιχειρήσεις που παρουσιάζουν πτώση του τζίρου ανεξαρτήτως ΚΑΔ. Αυτή η κατηγορία επιχειρήσεων θα έχει τη δυνατότητα για τους εργαζόμενους που απασχολεί με σχέση εργασίας πλήρους απασχόλησης (αλλά και για όσους απασχολούνται εποχικά ως εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης) να περιορίζει τον χρόνο εργασίας έως και 50%.
Γι’ αυτούς τους σε αναστολή εργαζόμενους η κυβέρνηση θα καταβάλλει αξιοποιώντας το πρόγραμμα SURE αμοιβή ίση με το 60% του μισού καθαρού μισθού τους. Ωστόσο η επιχείρηση θα δεσμεύεται να καταβάλλει ολόκληρο το μη μισθολογικό κόστος του μισθωτού (κυρίως δηλαδή τις ασφαλιστικές του εισφορές). Ετσι ο εργαζόμενος που θα ενταχθεί σ’ αυτό το πρόγραμμα θα εισπράττει πλέον τις πάγιες μηνιαίες αποδοχές του μειωμένες κατά 20%.
Ο ΣΕΒ είχε δείξει τον δρόμο
Υπό αυτά τα δεδομένα καθίσταται προφανές ότι η κυβέρνηση στο θέμα της στήριξης της μισθωτής απασχόλησης και της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών (που θα στηρίξουν με τη σειρά τους την αγορά με την κατανάλωση) επιλέγει τη φαλκίδευση της πραγματικής οικονομίας. Γι’ αυτό άλλωστε σε πρόσφατη ανάλυση στο Δελτίο για την Ελληνική Οικονομία ο ΣΕΒ αναφέρει επί λέξει: «Σύμφωνα, λοιπόν, με την ανάλυση προκύπτει ότι στην περίοδο Μαρτίου – Ιουλίου 2020 οι καθαρές προσλήψεις στον τουρισμό θα είναι μειωμένες σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019 κατά 224.000 άτομα και στους λοιπούς κλάδους κατά 141.000 άτομα, δηλαδή συνολικά 365.000 άτομα περίπου. Αν σε αυτούς προστεθούν οι αναλογούντες αυτοαπασχολούμενοι, το σύνολο των πληττόμενων από τη νέα ανεργία συμπολιτών μας θα ανέλθει σε περίπου 580.000 άτομα για 5 μήνες». Στο ίδιο δελτίο οι αναλυτές του ΣΕΒ θεωρούν ότι «το κοινωνικά βέλτιστο θα είναι τα χρήματα αυτά να μη γίνουν επιδόματα ανεργίας, αλλά επιδόματα εργασίας, έτσι ώστε οι επιχειρήσεις με μειωμένο τζίρο να μπορέσουν να λειτουργήσουν προσφέροντας και διατηρώντας όσες περισσότερες θέσεις εργασίας είναι δυνατόν έστω και, προσωρινά, με μειωμένο ωράριο».