Η έννοια της Κεντροαριστεράς έχει γελοιοποιηθεί, χρειάζεται ένας επαναπροσδιορισμός του χώρου που ναι μεν θα διαφοροποιείται από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν θα προσδιορίζεται ούτε ως αντιδεξιά ρητορικά, ούτε ως αντισύριζα
Η πολιτική ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας είναι μια ιστορία διασπάσεων και αποστασιών, αλλά ταυτόχρονα και μια ιστορία ενώσεων που άλλαξαν την πορεία των πραγμάτων και είτε ευτύχησαν, είτε ατύχησαν στην πορεία. Η πιο πετυχημένη ένωση αποτελεί η ΕΡΕ, η Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις, το προσωποπαγές κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνου Καραμανλής τον Ιανουάριο του 1956, το οποίο δεν ήταν ένωση κομμάτων αλλά πολιτικών προσώπων, και κέρδισε στη σειρά τρεις εκλογικές αναμετρήσεις, το 1956, το 1958 και το 1961.
Πολιτικά επιτυχημένη μπορεί να θεωρηθεί η συγκρότηση το 1951 της ΕΔΑ, της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς, με βασικό κορμό στελέχη του ΚΚΕ και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας του Ι. Πασαλίδη, τον Δημοκρατικό Συναγερμό, το Κόμμα Αριστερών Φιλελευθέρων και το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα. Στις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις δεν κατόρθωνε πάντα να έχει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και μόνο το 1958 όταν το ΚΚΕ διέλυσε τις παράνομες οργανώσεις του, η ΕΔΑ κατόρθωσε να πάρει το 24,4% (78 έδρες) και να αναδειχτεί σε αξιωματική αντιπολίτευση. Επιτυχημένη είναι και η ένωση του ΣΥΡΙΖΑ, του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, που ξεκίνησε το 2004 ως εκλογική συμμαχία αριστερών κομμάτων, με κορμό τον Συνασπισμό της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας (ΣΥΝ) και οργανώσεις του Χώρου Διαλόγου (ΑΚΟΑ, ΚΕΔΑ, ΔΕΑ, ΚΟΕ και ανένταχτες προσωπικότητες), που το 2012 μετατράπηκε σε ενιαίο κόμμα και αναδείχθηκε αξιωματική αντιπολίτευση, ενώ το 2015 ανάλαβε την διακυβέρνηση της χώρας.
Εδώ μας ενδιαφέρει, λόγω της τρέχουσας συγκυρίας, η περίπτωση της Ενώσεως Κέντρου που ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1961 το ίδιο βράδυ που η κυβέρνηση Καραμανλή παραιτήθηκε και προκηρύχθηκαν εκλογές. Μέχρι εκείνο το βράδυ τα διάφορα κόμματα και κομματίδια του κέντρου διαβουλεύονταν επί μήνες για την κοινή κάθοδο στις εκλογές, αλλά ήταν η χαρισματική προσωπικότητα του Γεωργίου Παπανδρέου που τελικά τους ένωσε. Η Ενωσις Κέντρου σχηματίστηκε από το «Κόμμα των Φιλελευθέρων» του Γεωργίου Παπανδρέου, το «Λαϊκό Κοινωνικό Κόμμα» του Στέφανου Στεφανόπουλου (αντικαραμανλική δεξιά), το «Κόμμα Προοδευτικών» του Σπύρου Μαρκεζίνη, το «Προοδευτικό Εργατοτεχνικό Κόμμα» του Παυσανία Κατσώτα, την «Εθνική Προοδευτική Ενωσις Κέντρου» (ΕΠΕΚ, που ίδρυσε ο Πλαστήρας το 1950) του Σάββα Παπαπολίτη, το «Δημοκρατικό Κέντρο-Αγροτική Φιλελευθέρα Ένωσις» του Ηλία Τσιριμώκου, την «Φιλελευθέρα Δημοκρατική Ενωση» του Σοφοκλή Βενιζέλου, ένα μικρό δεξιό κόμμα του Θεόδωρου Τουρκοβασίλη και το «Κόμμα Αγροτών και Εργαζομένων» (ΚΑΕ) του Αλέξανδρου Μπαλτατζή. Η Ένωσις Κέντρου, χωρίς συγκεκριμένο ιδεολογικό προσανατολισμό, διοικούμενη από 8μελή επιτροπή με πρόεδρο τον Γεώργιο Παπανδρέου πήρε 33,66% στις εκλογές, αλλά δύο χρόνια αργότερα, το 1963 πήρε το 42,04% χωρίς όμως κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από την ΕΔΑ, αλλά ο Παπανδρέου που δεν ήθελε να εξαρτάται από την Αριστερά, έκανε επαναληπτικές εκλογές και πήρε το 52,72%.
Σήμερα ο χώρος του Κέντρου είναι εξ ίσου κατακερματισμένος στα κομματίδια και τις πολιτικές κινήσεις που έχουν δημιουργήσει οι βαρονέτοι του ΠΑΣΟΚ, το ΠΑΣΟΚ φυσικά, την ΔΗΜΑΡ, την Ενωση Κεντρώων, το Ποτάμι και το ΚΙΔΗΣΟ. Οι προσπάθειες για συνεννόηση δεν έχουν καταφέρει απολύτως τίποτε πέρα από την έκθεση του χώρου και των προσωπικών φιλοδοξιών, με αποτέλεσμα να μοιάζουν με αγώνες πολιτικής επιβίωσης. Οι ζυμώσεις δεν μπόρεσαν ούτε καν να απαλλάξουν το χώρο από τα δύο βαρίδια του, τον Γιώργο Παπανδρέου και τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Η επικείμενη δημιουργία κόμματος από τους Διαμαντοπούλου – Φλωρίδη – Ραγκούση προκάλεσε κάποιο μιντιακό ενδιαφέρον, αλλά φαίνεται πως πρόκειται μια ακόμη χαριτωμενιά.
Το ερώτημα είναι εάν μπορεί να συγκροτηθεί σήμερα μια Ενωση Κέντρου και να διεκδικήσει καταλυτικό ρόλο στο πολιτικό μέλλον της χώρας. Με βάση τις δημοσκοπήσεις οι Ελληνες αναζητούν ένα νέο κόμμα. Μπορεί να είναι αυτό; Και ποιος θα το κάνει; Χαρισματικός Γεώργιος Παπανδρέου δεν υπάρχει. Οι πασοκογενείς έχουν το στίγμα, ο γηραιός Λεβέντης συνεργάστηκε με την δεξιά στη Β’ Αθηνών και ο μόνος αμόλυντος από το παλιό σύστημα εξουσίας είναι ο Θεοδωράκης. Μπορεί; Είναι ένα ερώτημα, δεδομένου ότι έχει χάσει τη δυναμική του εξ αιτίας της απουσίας στρατηγικής. Ισχυρή προσωπικότητα, εκτός πολιτικού προσωπικού, που θα μπορούσε να παίξει ένα τέτοιο ρόλο δεν έχει φανεί.
Αλλά από εκεί και πέρα, δεν είμαστε ούτε στο 1963. Τα πολιτικά μας πράγματα και η πολιτική εμπειρία έχουν αλλάξει δραματικά, τόσο λόγω της νέου τύπου πληροφόρησης του εκλογικού σώματος από τα κοινωνικά δίκτυα, όσο και εξ αιτίας της κρίσης και των Μνημονίων. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά.
Πρώτον, το εκλογικό σώμα αποτελείται από τα εγγόνια και τα δισέγγονα εκείνων που έδωσαν 52% στην Ένωση Κέντρου, τα οποία δεν θέλουν πια μονοκρατορίες, γιατί αυτές πληρώθηκαν πολύ ακριβά στη Μεταπολίτευση.
Δεύτερον, δεν βρισκόμαστε στον ψυχρό πόλεμο, ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η κρυπτοκομμουνιστική ΕΔΑ. Δηλαδή, η οριοθέτηση του κέντρου είναι πιο δύσκολη σήμερα, ιδιαίτερα μετά την ηθική κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ.
Τρίτον, ο χώρος του Κέντρου, που κυρίως εκφράστηκε από την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αντιμετωπίζει πλέον νέες προκλήσεις, όπως εξαιρετικά αναλύει ο Διευθυντής του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση Γιάννης Μαστρογεωργίου (εδώ), οι οποίες όμως δεν έχουν απαντηθεί ούτε σε επίπεδο αυτοκριτικής, ούτε προγραμματικά, ούτε στην πολιτική δράση.
Τέταρτον, οι επόμενες εκλογές, όποτε κι αν γίνουν, θα έχουν δύο ιδιαιτερότητες: αφενός, εκτός απροόπτου, η Βουλή θα είναι αναθεωρητική, αφετέρου θα είναι οι τελευταίες εκλογές με ενισχυμένη αναλογική που σημαίνει ότι όλοι θα πάρουν θέση για τις επόμενες εκλογές.
Συνεπώς, η ενοποίηση του κεντρώου χώρου υπό αυτές τις συνθήκες δεν διαθέτει ρόδινη προοπτική. Η πλειοψηφία των προσώπων είναι φθαρμένη και συνδεδεμένη στο φαντασιακό του κόσμου με την διαπλοκή και τον αθέμιτο πλουτισμό. Οι ψηφοφόροι ψάχνουν κάτι πραγματικά νέο, που δεν ήταν τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως ήλπιζε (ΣΣ: βέβαια, ο ΣΥΡΙΖΑ τελεί υπό συνεχή εξέλιξη). Παρ΄ όλα αυτά, στην πολιτική, όπως και στη ζωή, υπάρχει πάντα διέξοδος. Η νέα Ένωση Κέντρου (ΕΚ) μπορεί να υπάρξει με προοπτική υπό όρους.
Δεδομένου ότι η έννοια της Κεντροαριστεράς έχει γελοιοποιηθεί, χρειάζεται ένας επαναπροσδιορισμός του χώρου που ναι μεν θα διαφοροποιείται από τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν θα προσδιορίζεται ούτε ως αντιδεξιά ρητορικά, ούτε ως αντισύριζα. Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζονται δύο κυρίως πράγματα.
Πρώτον, προσωπικότητες που υπάρχουν μεν στα μεσαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, εντός και εκτός, στο Ποτάμι και προφανώς στην κοινωνία. Βέβαια, για να υπάρχεις πρέπει να σε ανακαλύψουν τα Μέσα κι αυτό θέτει άλλες προϋποθέσεις για να συμβεί. Κι αν σε βρουν πρέπει να έχεις χρόνο πάνω από τους 140 χαρακτήρες του Twitter για να αναπτύξεις μια ιδέα, χωρίς να σε διακόψουν οι τουπαμάρος του ελληνικού πολιτικού θεάματος.
Δεύτερον, να έχεις πρόγραμμα που θα διαφοροποιείται αισθητά και από αυτό του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα και να περνάει από τους πιστωτές. Το ιδεολόγημα των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων δεν είναι πλέον επαρκές για να ακολουθήσει ο κόσμος, καθώς οι μεταρρυθμίσεις σημαίνουν αφαίμαξη των μισθωτών και συνταξιούχων. Άρα, οι γενικές προγραμματικές θέσεις δεν λένε τίποτε. Χρειάζεται ολοκληρωμένο, επεξεργασμένο σχέδιο, με σαφή εκλαΐκευση, ήτοι θα κάνουμε αυτό, γι’ αυτό και γι’ αυτό το λόγο και αυτό θα έχει τις εξής μετρημένες επιπτώσεις. Αλλά ούτε και αυτό φτάνει, γιατί είμαστε για δεκαετίες δεμένοι χειροπόδαρα. Ως εκ τούτου, για να είναι πειστική κάθε προγραμματική πρόταση πρέπει να έχει και μία εναλλακτική τουλάχιστον. Ένα τέτοιου τύπου ολοκληρωμένο πρόγραμμα που ενδεχομένως να υπερβαίνει ή και να ανατρέπει το Μνημόνιο θα χρειαστεί την έγκριση των πιστωτών. Χρειάζεται λοιπόν και ολοκληρωμένο σχέδιο διαπραγμάτευσης. Στην περίπτωση που δεν γίνει αποδεκτό ως συνολικό πακέτο (έστω κατά 90%) πρέπει να έχει δεσμευτεί εκ των προτέρων η νέα ΕΚ σε συγκεκριμένο εναλλακτικό σχέδιο. Διότι, μην ξεχνάμε, εκτός του ότι η κοινωνία έχει φτάσει στα όριά της, επιθυμεί και την πλήρη ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας. Ίσως αυτό να είναι και το πολιτικό πεδίο των επόμενων εκλογών και φαίνεται πως πάνω σε αυτό χτίζει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μάκης Ανδρονόπουλος