Μια από τις διαδεδοµένες εικόνες στη µεσαιωνική Ευρώπη τον καιρό της πανούκλας ήταν η συνάντηση τριών καλοντυµένων νεαρών µε τρεις νεκρούς σε φάση αποσύνθεσης.
Οι νεκροί προειδοποιούσαν τους ζωντανούς: «Ηµασταν κάποτε εκεί που είστε τώρα. Αυτό που είµαστε τώρα θα γίνετε και εσείς». Η ευρεία διάδοση της σκηνής αυτής που αποτυπώθηκε σε εκκλησίες και νεκροταφεία από την κεντρική Ιταλία µέχρι τη βόρεια Αγγλία απέρρεε από τη χρησιµότητα του µηνύµατος: οι άνθρωποι πρέπει να µετανοήσουν και να αλλάξουν τη ζωή τους τώρα, όσο είναι καιρός, διαφορετικά θα βρεθούν ανάµεσα στα πτώµατα.
Η διαδροµή στον χρόνο και τον χώρο της επιδηµίας
Ξεκινώντας από την κεντρική Ασία ή κατά µια άλλη θεωρία από την Κριµαία, η πανούκλα (πανώλη ή «µαύρος θάνατος») εισήλθε στην Ευρώπη από τη Μεσίνα της Σικελίας στα µέσα Αυγούστου του 1347 µέσω γενοβέζικων εµπορικών πλοίων. Εξαπλώθηκε προς τα έξω, βόρεια και δυτικά από τη Σικελία, αρχικά προς την ιταλική χερσόνησο και τη νότια Γαλλία και από τις ακτές προς την ενδοχώρα. Το 1348 σηµειώθηκε έκρηξη της πανδηµίας –της δεύτερης στην καταγεγραµµένη ιστορία της ανθρωπότητας µετά την πανούκλα του Ιουστινιανού (6ος αι.)– σε όλη τη νότια Ευρώπη. Η Σκωτία, το µεγαλύτερο µέρος της Γερµανίας, των Κάτω Χωρών, της ∆ανίας και της Σουηδίας επλήγησαν το 1350, όπως και µια µεγάλη περιοχή από τη Φρανκφούρτη έως το Πσκοβ της Ρωσίας. Το 1351 και το 1352 η πανούκλα εξαπλώθηκε κατά µήκος των οδών µεταφοράς και των µεγάλων ποταµών της Ρωσίας προς το Κίεβο, το Νόβγκοροντ και τη Μόσχα, ενώ διαχύθηκε από την Κωνσταντινούπολη προς τα µουσουλµανικά εδάφη. Τα πλοία τη µετέφεραν στην Αίγυπτο και τα καραβάνια στην Περσία, στο Ιράκ και στη Συρία, ενώ προσκυνητές µόλυναν τη Μέκκα και τη νότια Αραβία. Η κεντρική Αφρική, η Ινδία και η Ινδονησία γλίτωσαν, αλλά οι πόλεις της βόρειας Αφρικής επλήγησαν µέσω χερσαίων και θαλάσσιων οδών, ενώ η χριστιανική Ισπανία πιθανότατα εξάπλωσε την ασθένεια σε ό,τι είχε αποµείνει από την Ανδαλουσία. Το 1353 η πρώτη πράξη της δεύτερης πανδηµίας έλαβε τέλος στην Ευρώπη.
Η πανούκλα επανεµφανιζόταν ως επιδηµία, περιφερειακά και κατά κύµατα, κάθε δεκαετία µέχρι το 1500 και στη συνέχεια πιο σποραδικά στις µεγάλες πόλεις. Μεταξύ του 1650 και του 1722 µία προς µία οι πόλεις της δυτικής Ευρώπης υπέστησαν τις τελικές επιδηµίες. Το 1665-66 η µεγάλη πανούκλα του Λονδίνου προκάλεσε τον θάνατο 80.000 ανθρώπων. Το 1720-72 η πανούκλα επισκέφτηκε για τελευταία φορά τη Μασσαλία, όπου σκότωσε περίπου 50.000, ενώ η Μόσχα βίωσε δραµατικά την τελευταία µεγάλη επιδηµία το 1770. Η πανούκλα συνεχίστηκε στα οθωµανικά µεσογειακά λιµάνια έως τις αρχές της δεκαετίας του 1840. Μέχρι η επιστηµονική έρευνα να αποµονώσει τον βάκιλο της πανούκλας το 1894 και στη συνέχεια την πλήρη αλυσίδα της ασθένειας η πανούκλα είχε εξοντώσει το 60% του ευρωπαϊκού πληθυσµού.
Νεότερες µελέτες ανεβάζουν τους θανάτους µεταξύ 1347 και 1352 στα 48.000.000 σε συνολικό πληθυσµό 80.000.000. Σε λιγότερο από µια δεκαετία και προτού ακόµη ανακάµψει η Ευρώπη η πανούκλα σάρωσε και πάλι, αν και µε µικρότερο ποσοστό θανάτων (10 έως 20%). Περίπου µία φορά ανά δεκαετία η προειδοποίηση έβγαινε και πάλι. Και πάλι τα νεκροταφεία γέµιζαν χωρίς ο πληθυσµός να µπορεί να ανακάµψει σε τοπικό, εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν και τα στατιστικά στοιχεία είναι ελλιπή, οι αριθµοί που έφτασαν µέχρι τις µέρες µας µέσα από τα συµβολαιογραφικά έγγραφα, τις φορολογικές βάσεις και τις κοινοτικές καταγραφές αποτυπώνουν την ίδια ιστορία καταστροφής.
Σε οκτώ ενορίες κοντά στο Μονµελιάν ο αριθµός των νοικοκυριών µειώθηκε από 303 το 1347 σε 142 το 1350. Σε δέκα περιοχές της Προβηγκίας ο αριθµός µειώθηκε από 8.511 σε 3.839 – ή κατά 54%. Στο Παρίσι πέθαιναν 800 άνθρωποι ηµερησίως και µέχρι το τέλος (1349) είχαν χάσει τη ζωή τους περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι. Στην Αβινιόν (έδρα του παπισµού τον 14ο αιώνα) έχασε τη ζωή του το 50% του πληθυσµού. Οι εγκαταλειµµένες αγγλικές µισθώσεις, οι µειώσεις στη λίστα των συντεχνιών και τα ποσοστά θανάτου στους κληρικούς λένε την ίδια ιστορία και στο Ηνωµένο Βασίλειο. ∆εν υπάρχουν στατιστικά σχετικά µε την ηλικία, το φύλο, την τάξη ή το επάγγελµα σε οποιαδήποτε σηµαντική κλίµακα. Οι περισσότεροι παρατηρητές σηµείωσαν ωστόσο ότι οι άνθρωποι µειώνονταν µε την ίδια ευκολία, πλούσιοι ή φτωχοί, νέοι ή ηλικιωµένοι.
Η ανάδυση της έννοιας της δηµόσιας υγείας
Καθώς η πανούκλα συνέχιζε να εµφανίζεται περιοδικά στην ευρωπαϊκή ήπειρο οι όψιµες µεσαιωνικές πόλεις άρχισαν να λαµβάνουν όλο και δραστικότερα µέτρα για την αντιµετώπιση της απειλής. Πόλεις και κράτη θέσπισαν αυστηρότερους νόµους στο όνοµα της µείωσης της µετάδοσης. Οι θρησκευτικές τελετουργικές συγκεντρώσεις, όπως κηδείες και ταφές στον περίβολο των εκκλησιών, απαγορεύτηκαν και έδωσαν τη θέση τους σε ανεπίσηµες µαζικές ταφές. ∆ηµιουργήθηκαν νοσοκοµεία ειδικά για την πανούκλα και τα φτωχά θύµατα µεταφέρθηκαν βίαια σε αποµονωµένες οικίες. Η µέθοδος που χρησιµοποιήθηκε µε σχετική επιτυχία στο Μιλάνο, µε τον αποκλεισµό των ασθενών και των οικογενειών τους εντός της οικίας τους, εφαρµόστηκε ευρέως. Τα µέλη της οικογένειας όσων νοσούσαν, ακόµη και αν δεν είχαν συµπτώµατα, έµπαιναν σε υποχρεωτική καραντίνα. Η κινητή περιουσία όσων είχαν πανούκλα, όπως τα είδη ένδυσης και επίπλωσης, κατάσχονταν, καθαρίζονταν ή καίγονταν χωρίς αποζηµίωση. Τα δε φτωχότερα θύµατα ενίοτε απελαύνονταν. Καθεµία από αυτές τις ενέργειες ήταν µια επίθεση σε εδραιωµένες ελευθερίες.
Συνέπεια των µέτρων αντιµετώπισης της πανδηµίας ήταν η ιδέα ότι η κοινότητα –ή ακόµη και το κράτος– είναι υπεύθυνη για την προστασία της υγείας των πολιτών. Αν και νοσοκοµεία και λεπροκοµεία, επαγγελµατισµός των γιατρών και ανησυχία για την υγιεινή υπήρχαν και πριν από το 1347, οι ιταλικές αστικές περιοχές του 1300 και του 1400 και τα αναδυόµενα έθνη-κράτη του 1500 και του 1600 ήταν αυτά που καινοτόµησαν και δηµιούργησαν την ποικιλία των στάσεων, των εργαλείων και των οργανώσεων που ονοµάστηκαν αόριστα στην Ιστορία δηµόσια υγεία. Πριν από τον «µαύρο θάνατο» διάφορες αφορµές είχαν οδηγήσει στην ανάπτυξη των πρώτων εργαλείων δηµόσιας υγείας. Η θεωρία της µετάδοσης πρότεινε ειδικούς κρατικούς λογαριασµούς υγείας, καραντίνα, κλείσιµο των κρουσµάτων µέσα στα σπίτια, ειδικές οικίες για τους µολυσµένους εκτός των τειχών, καύση των µολυσµένων αγαθών, υγειονοµικές ζώνες και απαγόρευση των συγκεντρώσεων. Η θεωρία του µιάσµατος πρότεινε την απολύµανση των οικιών µε καπνό, καύσεις και περισσότερους νόµους υγιεινής. Πρακτικά µέτρα υπαγόρευσαν µαζικές ταφές, δρακόντειες νοµικές κυρώσεις και πρόσληψη κοινοτικού προσωπικού υγείας.
Καθένα από αυτά τα µέτρα αναπτύχθηκαν, εφαρµόστηκαν, αντιγράφηκαν από τη µια χώρα στην άλλη, τροποποιήθηκαν, έγιναν αντικείµενο διαπραγµάτευσης, καταργήθηκαν και δοκιµάστηκαν ξανά και ξανά υποστηρίζοντας την αξία της δηµόσιας υγείας. Η ιδέα ότι η κοινοτική ασφάλεια και η υγεία υπερτερούσαν των οικονοµικών συµφερόντων, της τέλεσης θρησκευτικών τελετών και της ελεύθερης κυκλοφορίας άργησε να έρθει, αλλά τελικά συµβάδισε µε την ανάπτυξη της απολυταρχίας και του κρατικού ελέγχου. Ο Αριστοτέλης στα «Πολιτικά», ο Μακιαβέλι στον «Ηγεµόνα» και ο Χοµπς στον «Λεβιάθαν» τόνισαν το δηµόσιο καλό πέρα από την ατοµική ελευθερία.
Τεχνολογικός εκσυγχρονισµός
Η πανούκλα είχε ευρείες οικονοµικές επιπτώσεις σε όλη την Ευρώπη τουλάχιστον έως το 1500. Η µεγάλη απώλεια πληθυσµού προκάλεσε αναδιοργάνωση της κοινωνίας, η οποία αργότερα έµελλε να αποβεί θετική. Αντιµετωπίζοντας σοβαρές ελλείψεις σε εργατικό δυναµικό ορισµένοι ιδιοκτήτες πρόσφεραν µισθούς και ειδική αποζηµίωση. Αλλοι ρευστοποίησαν µέρος των εκµεταλλεύσεών τους µετατρέποντας τους δουλοπάροικους σε ενοικιαστές ή εργάτες γης και τους χωρικούς σε αγρότες. Η εµφανής άνοδος του κόστους εργασίας επέφερε τη σταδιακή µηχανοποίηση της εργασίας. Ο ύστερος Μεσαίωνας εξελίχθηκε σε µια εποχή εντυπωσιακών τεχνικών καινοτοµιών, όπως η τυπογραφία. Οι επιζώντες επωφελήθηκαν από την αναδιανοµή του πλούτου των θυµάτων, ενθάρρυναν τη ζήτηση και την παραγωγή. Το µεγαλύτερο διαθέσιµο εισόδηµα σήµαινε ζήτηση για εισαγόµενα και εγχώρια είδη πολυτελείας, καθώς και επενδύσεις στο εµπόριο. Ορισµένοι µελετητές πιστεύουν ότι η αναδιανοµή του πλούτου στην Ευρώπη οδήγησε στη ζήτηση για είδη πολυτελείας από την Ανατολή και ως εκ τούτου πυροδότησε την προσπάθεια προµήθειας αγαθών από την Ασία µέσω του Ατλαντικού.
Η αργή δηµογραφική ανάπτυξη σε συνδυασµό µε ασθένειες, πόλεµο και λιµό κράτησε τις οικονοµίες της Ευρώπης σε ύφεση έως τις τελευταίες δεκαετίες του 15ου αιώνα. Κατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα, όταν οι ευρωπαϊκές πόλεις άρχισαν να εξορθολογίζουν τις απαντήσεις τους στις επιδηµίες, οι οικονοµικές επιπτώσεις επικεντρώθηκαν στις πληγείσες πόλεις και στα δίκτυα που εξαρτιόνταν από αυτές. Μόλις τελείωνε µια επιδηµία οι πόλεις έτειναν να ανακάµπτουν πολύ γρήγορα, καθώς οι επιχειρηµατίες επέστρεφαν, το εµπόριο άρχιζε εκ νέου και ο αγροτικός πληθυσµός συγκεντρωνόταν προκειµένου να αντικαταστήσει όσους είχαν µείνει πίσω για να φροντίσουν τον εαυτό τους ή να πεθάνουν.