Σε πολύ μεγάλο πρόβλημα εξελίσσεται για τις αρμόδιες υπηρεσίες της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο χειρισμός της υπόθεσης Τούρκου στρατιωτικού ο οποίος αιτείται πολιτικό άσυλο. H υπόθεση αξιολογείται ως αρκετά σοβαρή καθώς μπορεί να είναι προβοκάτσια από τον ίδιο τον Ερντογάν.
Η τελευταία χώρα που θα διάλεγε να ζητήσει άσυλο ένας Τούρκος ένστολος και δη αξιωματικός είναι η Κυπριακή Δημοκρατία και για ευνόητους λόγους.
Οι πληροφορίες αναφέρουν πως με κότερο ήρθε στη Λάρνακα ο αξιωματικός συνοδευόμενος από τη σύζυγό του, ο οποίος αφότου έδεσε στη μαρίνα Λάρνακας πήγε απευθείας στις λιμενικές Αρχές ζητώντας να του αποδοθεί πολιτικό άσυλο. Ο συγκεκριμένος θεωρείται ως εμπλεκόμενος με το τελευταίο μπαράζ συλλήψεων 117 γκιουλενιστών ενστόλων στην Σμύρνη.
Εξάλλου, στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, ο οποίος, κληθείς με το πέρας του Εθνικού Συμβουλίου να απαντήσει για τις εξελίξεις επί του θέματος, αρκέστηκε στο να πει ότι δεν σχολιάζει θέματα που άπτονται ασφάλειας.
Το σίγουρο είναι ότι η Κύπρος θα δεχθεί σφοδρές πιέσεις από την Άγκυρα για την παράδοση στην χώρα του Τούρκου αξιωματικού, ο οποίος ενδεχομένως να είναι γνώστης ειδικών πληροφοριών που να « άπτονται» της ασφαλείας του τουρκικού κράτους .
Οι Τούρκοι θα τον χαρακτηρίσουν τρομοκράτη οπότε αναμένουμε εξελίξεις.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί σε όσα είπε ο πρώην Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών.
«Ήρθε η ώρα να τερματίσουμε την παρωδία ότι είναι εφικτή η εξεύρεση συμφωνίας που θα ενώσει την Κύπρο σε μια ‘διζωνική, δικοινοτική’ κυβέρνηση. Η λύση είναι η διχοτόμηση του νησιού και η διεθνής αναγνώριση του τουρκοκυπριακού κράτους στον Βορρά», αναφέρει σε άρθρο στην Independent ο πρώην Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών Τζακ Στρό.
Όπως αναφέρει ο Στρο, η Τουρκία εισέβαλε στην Κύπρο, ως αντίδραση στο πραξικόπημα της Χούντας και μερίδας της Εθνικής Φρουράς, που ήθελαν να ανατρέψουν τον Μακάριο.
«Στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, ο Μακάριος ισχυρίστηκε ότι η Ελλάδα είχε εισβάλει στην Κύπρο. Ο ρητός στόχος των συνωμοτών ήταν να ενώσουν την Κύπρο με την ηπειρωτική Ελλάδα, ανεξάρτητα από τα συμφέροντα της τουρκοκυπριακής κοινότητας και τις διεθνείς συμφωνίες», σημειώνει.
Ακολούθως, ο πρώην Βρετανός αξιωματούχος, υποστηρίζει ότι οι τ/κ θύλακες είχαν υποστεί ‘φοβερές φρικαλεότητες’, γεγονός που προκάλεσε τη δραματική αύξηση των τουρκικών δυνάμεων στο νησί το 1974.
Αρκετοί, συνεχίζει, υποστηρίζουν ότι η Τουρκία αντέδρασε υπερβολικά, στέλνοντας υπέρμετρο αριθμό στρατευμάτων στο νησί.
«Είναι, όμως, δύσκολο να πούμε ότι η Τουρκική Κυβέρνηση έπρεπε να καθίσει με τα χέρια σταυρωμένα. Ασφαλώς και το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα έμενε άπρακτη, αν μια βρετανική μειονότητα βρισκόταν κάτω από μια τέτοια απειλή».
Αφού κάνει αναφορά στο Σχέδιο Ανάν, στη βάση ενός «δικοινοτικού» και «διζωνικού» Συντάγματος και στην απόρριψή του από την ε/κ πλευρά, αναφέρει πως το πιο βασικό πρόβλημα, ήταν και παραμένει η απροθυμία των Ε/κ να υπογράψουν μια λύση.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση (δυστυχώς, με τη βρετανική συναίνεση), συμφώνησε ότι η Κύπρος θα πρέπει να ενταχθεί στην ΕΕ την 1η Μαΐου του 2004, ανεξάρτητα από το αν η συμφωνία είχε συναφθεί με τους Τουρκοκύπριους ή όχι. Ρίχνοντας αλάτι στην πληγή του Βορρά, όλο το νησί είναι επίσημα ενταγμένο (στην Ε.Ε), συμπεριλαμβανομένης της μη αναγνωρισμένης και μη αντιπροσωπευόμενης ΤΔΒΚ’’, προσθέτει.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η συνάδελφός του στο Βρετανικό Υπουργείο Εξωτερικών Βαρόνη Σάιμονς, δήλωσε τότε «Οι Τουρκοκύπριοι μπορεί εύλογα να ζητήσουν ότι δεν θα πρέπει να είναι τα θύματα αυτής της οπισθοδρόμησης, και ότι είναι αυτοί που έχουν μείνει σε εκκρεμότητα εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό που ασφαλώς απαιτείται τώρα, είναι η κατάργηση των διακρίσεων εις βάρος των ανθρώπων και η προετοιμασία των Τ/κ, καθώς και της νομοθεσίας και της διοίκησής τους, για ευρωπαϊκή υποψηφιότητα».
Οι Τουρκοκύπριοι έχουν μείνει στην απομόνωση και οι αρχικές προσπάθειες να αμβλυνθούν κάποια από τα προβλήματα, μπλοκαρίστηκαν από την ‘Κυβέρνηση της Κύπρου’, όπως αποκαλεί την Κυπριακή Δημοκρατία.
Ακολούθως, ο πρώην Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών αναφέρεται στην τραπεζική κρίση της Κύπρου του 2012-2013, την οποία προκάλεσε, σύμφωνα με τον ίδιο, ο ρόλος της Κύπρου ως επιλογή offshore τραπεζών της Ρωσίας.
«Για να πετύχει μια διαπραγμάτευση στο Κυπριακό, πρέπει και οι δύο πλευρές να είναι σε θέση να κερδίσουν κάτι. Από την άποψη της ελληνοκυπριακής πλευράς, όμως, η παραχώρηση πολιτικής ισότητας στους Τουρκοκύπριους, σημαίνει την απώλεια εξουσίας. Αν το αντάλλαγμα θα ήταν η ένταξη στην ΕΕ, μια συμφωνία, κατά την άποψή μου, θα είχε επιτευχθεί. Παρόλα αυτά, όσες καλές προθέσεις και να έχει ένας Ε/κ ηγέτης, δεν θα μπορέσει να πείσει το εκλογικό του σώμα για μια τέτοια συμφωνία. Το status quo για τον νότο, είναι απλά πάρα πολύ βολικό», σημειώνει.
«Είναι η στιγμή, κατά την άποψή μου, για τη διεθνή κοινότητα, να αναγνωρίσει αυτήν την πραγματικότητα και να αναγνωρίσει τη διαίρεση του νησιού. Αυτό θα ήταν πολύ πιο πιθανό να βελτιώσει τις σχέσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων, παρά να συνεχίσει την άχρηστη πορεία των διαπραγματεύσεων για μια διευθέτηση που δεν μπορεί ποτέ να γίνει», κατέληξε.
Την κήρυξη της ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου πρότεινε ο Νικόλας Παπαδόπουλος του ΔΗΚΟ
Την κήρυξη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) Ελλάδας-Κύπρου και την αναβίωση του ενιαίου αμυντικού δόγματος πρότεινε ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Κόμματος (ΔΗΚΟ) Κύπρου, Νίκος Παπαδόπουλος, μιλώντας, σήμερα, σε συνέδριο με θέμα «Ο ρόλος Ελλάδας & Κύπρου στη ΝΑ Μεσόγειο: Γεωπολιτικές και Ενεργειακές Προκλήσεις» που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα.
Αναφερόμενος στην ΑΟΖ, τόνισε ότι οι δύο χώρες πρέπει να απευθύνουν στην Τουρκία πρόσκληση για διαπραγμάτευση, αλλά και να προετοιμαστούν για πιθανές αντιδράσεις της Άγκυρας, ενώ για το ενιαίο αμυντικό δόγμα, είπε ότι θα πρέπει να αναβιώσει και να επικαιροποιηθεί «ιδίως επειδή χώρες όπως η Τουρκία έχει τις δικές της απόψεις για το πώς πρέπει να γίνει η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων».
Ζήτησε επίσης τη σύσταση Ανώτατου Συμβουλίου Στρατηγικής Συνεργασίας Ελλάδας-Κύπρου, κοινές συνεδριάσεις των υπουργικών συμβουλίων των δύο χωρών και επιτροπές για συντονισμό των δράσεων στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας κα.
Ο κ. Παπαδόπουλος υποστήριξε ότι το σημαντικότερο όφελος από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου δεν είναι το οικονομικό αλλά το γεωστρατηγικό, «ιδίως αν αναπτυχθεί η διασύνδεση μέσω Ελλάδος».
Έκανε λόγο για καθυστερήσεις στο ερευνητικό πρόγραμμα της Κύπρου και τάχθηκε υπέρ της εξαγωγής του φυσικού αερίου από το κοίτασμα της «Αφροδίτης» στην Αίγυπτο, για υγροποίηση και επανεξαγωγή. Ανέφερε ακόμη ότι τυχόν συμφωνία για διοχέτευση του φυσικού αερίου από το Ισραήλ μέσω Τουρκίας θα δημιουργούσε τεράστια προβλήματα στην Κύπρο και δήλωσε αισιόδοξος για τα αποτελέσματα των ερευνών στο «οικόπεδο δέκα» της κυπριακής ΑΟΖ, τα γεωλογικά χαρακτηριστικά του οποίου προσομοιάζουν με τα αντίστοιχα της θαλάσσιας περιοχής της Αιγύπτου, όπου ανακαλύφθηκε το γιγαντιαίο κοίτασμα Ζορ.
Τέλος, σχετικά με την προοπτική κατασκευής υποθαλάσσιου αγωγού που θα μεταφέρει το φυσικό αέριο της ΝΑ Μεσογείου μέσω Ελλάδας προς την Ευρώπη (το σχέδιο East Med) ο κ. Παπαδόπουλος ανέφερε ότι το μέγεθος των ανακαλύψεων μέχρι στιγμής δεν δικαιολογεί την επένδυση αυτή, αλλά ούτε και την κατασκευή σταθμού υγροποίησης φυσικού αερίου στην Κύπρο.
Στο ίδιο συνέδριο ο πρόεδρος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρίας Υδρογονανθράκων, Γιάννης Μπασιάς, επανέλαβε ότι προγραμματίζεται η προκήρυξη νέου γύρου παραχωρήσεων περιοχών για έρευνες υδρογονανθάκων σε ορίζοντα τριετίας. Τόνισε ακόμη, ότι σε μεγάλα θαλάσσια βάθη, όπως αυτά στις ελληνικές θάλασσες, το κόστος μιας γεώτρησης μπορεί να υπερβεί τα 50 εκατ. δολάρια και για το λόγο αυτό, υποστήριξε, για να πραγματοποιηθούν οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει οι τιμές των καυσίμων να είναι σχετικά ανεβασμένες