«Να αποφευχθούν υπέρογκες και μη βιώσιμες αυξήσεις μισθών πέραν των ορίων που θέτει η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας» ζητά ο ΣΕΒ.
Οπως υποστηρίζει το αντίθετο «θα αρχίσει και πάλι να συμβάλει αρνητικά στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, και να υπομονεύει την όποια πενιχρή ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας την περίοδο που διανύουμε».
Με αφορμή την επίσπευση της διαδικασίας καθορισμού του κατώτατου μισθού που ψηφίστηκε στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα ο ΣΕΒ τονίζει ότι η μείωση της ανεργίας κατά 8 μονάδες τα τελευταία 4 χρόνια σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής ανάπτυξης οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις μεταρρυθμίσεις που προσέδωσαν μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας.
Υπογραμμίζει ακόμη ότι τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ήδη καταγράφουν αυξήσεις μισθών -χωρίς οιαδήποτε παρέμβαση- κατά το 2017 και το πρώτο εξάμηνο του 2018, που συμβαδίζουν με την πορεία της παραγωγικότητας σε κλάδους που μπορούν να τις αντέξουν. Συγκεκριμένα η αύξηση των μισθών είναι ισχυρότερη στην μεταποίηση (+1,0% το 2017 και +2% το α’ εξάμηνο του 2018), και ασθενέστερη στο εμπόριο, μεταφορές, τουρισμό (+0,3% το 2017 και +0,3% το α’ εξάμηνο του 2018).
«Η κανονικότητα αυτή στη σχέση μισθών και παραγωγικότητας απειλείται, σήμερα, στο βαθμό που παγιωθούν εκ νέου βλαπτικές πρακτικές του παρελθόντος στην αγορά εργασίας, όπως η διαμόρφωση μισθών χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι δυνατότητες της οικονομίας, οι αλόγιστες επεκτάσεις συλλογικών συμβάσεων από διαιτητικές αποφάσεις ή ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις που δεν ικανοποιούν κανόνες αντιπροσωπευτικότητας κοκ», υποστηρίζει ο Σύνδεσμος και καταλήγει:
«Επειδή η οικονομική κατάσταση της χώρας κρίνεται ως ιδιαιτέρως εύθραυστη, όπως αποτυπώνεται και στην πρόσφατη απόφαση της Moody’s να διατηρήσει αμετάβλητη την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, παρά τη μετάβαση στη μετα-Μνημονιακή εποχή, απαιτείται αυτοσυγκράτηση και υπευθυνότητα όλων, Πολιτείας, εργοδοτών και εργαζομένων, ώστε να αποφευχθούν υπέρογκες και μη βιώσιμες αυξήσεις μισθών πέραν των ορίων που θέτε