«Σάρκα και οστά» παίρνει η εφαρμογή της σχετικής διάταξης νόμου που προβλέπει χορήγηση του νέου κατώτατου ορίου σύνταξης λόγω θανάτου (384 ευρώ για 20 έτη ασφάλισης, μειούμενου κατά 1,25% για κάθε έτος λιγότερο μέχρι τα 360 ευρώ για 15 έτη) τόσο στον επιζώντα ή /και στον διαζευγμένο σύζυγο όσο και στα δικαιοδόχα τέκνα. Μάλιστα, η διάταξη έχει αναδρομική ισχύ και αφορά αιτήσεις που υποβλήθηκαν από 13 Μαϊου 2016 και μετά, ημερομηνία έναρξης ισχύος του τελευταίου νόμου για το Ασφαλιστικό (ν.4387/2016).
Τα παραπάνω περιγράφονται αναλυτικά σε σχετική εγκύκλιο που υπέγραψε ο υφυπουργός Εργασίας, Τάσος Πετρόπουλος και η οποία κρίθηκε απαραίτητη για να τεθεί εν ισχύ αντίστοιχη διάταξη νόμου που θεσμοθετήθηκε στο ν.4499/2017.
Υπενθυμίζεται ότι με βάση τις νέες διατάξεις:
• Ο επιζών σύζυγος συνεχίζει να λαμβάνει τη σύνταξη θανάτου για όσο χρονικό διάστημα δικαιούται και το τέκνο σύνταξη θανάτου.
• Στους δικαιούχους σύνταξης λόγω θανάτου συμπεριλαμβάνονται τα τέκνα που απώλεσαν το γονέα τους κατά τη διάρκεια του έτους προετοιμασίας για την εισαγωγή στην ανώτερη ή ανώτατη σχολή, ανεξαρτήτως της επιτυχούς ή μη έκβασης των εξετάσεων.
• Στον κύκλο των δικαιοδόχων συμπεριλαμβάνονται και τα τέκνα στα οποία είχε διακοπεί η συνταξιοδοτική προστασία λόγω συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας και τα οποία εισήχθησαν σε ανώτερη ή ανώτατη σχολή ή ενεγράφησαν σε ΙΕΚ μεταγενέστερα του θανάτου του γονέα και της συμπλήρωσης του 18ου έτους της ηλικίας. Θα δικαιούνται τη σύνταξη λόγω θανάτου μέχρι τη συμπλήρωση του 24ου έτους της ηλικίας εφόσον οι σπουδές δεν ολοκληρωθούν νωρίτερα.
• Αυτοτελές κατώτατο όριο χορηγείται στο καθένα τέκνο που έχει χάσει και τους δυο γονείς του εφόσον δεν λαμβάνει σύνταξη από τον άλλο γονέα.