Η υπογραφή του νομικά αστήρικτου και απαράδεκτου τουρκολιβυκού συμφώνου για την οριοθέτηση ΑΟΖ στις 27 Νοεμβρίου 2019 υπήρξε μια προκλητική ενέργεια η οποία υλοποιήθηκε εν τη απουσία της Ελλάδας.
Ακολούθησε το συνέδριο του Βερολίνου τον περασμένο Ιανουάριο, στο οποίο η ελληνική κυβέρνηση επίσης δεν είχε τη δυνατότητα να εκφράσει τις εθνικές θέσεις μας, ενώ και συνολικά η λιβυκή κρίση έχει βρει τη χώρα μας τους τελευταίους μήνες παντελώς άφωνη και αμέτοχη, παρά το γεγονός ότι το συγκεκριμένο κράτος της βόρειας Αφρικής ανήκει στη γειτονιά μας και απέχει μόλις λίγες δεκάδες χιλιόμετρα από την Κρήτη.
Είναι προφανές ότι σταδιακά δημιουργείται μια κατάσταση εξαιρετικά δυσμενής για την Ελλάδα με ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης, καθώς τον ρόλο μας υποκαθιστά με απαράδεκτο τρόπο η Τουρκία. Το τουρκολιβυκό σύμφωνο αγνοεί πλήρως τα δικαιώματα της χώρας μας στη θαλάσσια περιοχή νότια της Ρόδου, της Καρπάθου και της Κρήτης, θεωρώντας πέραν πάσης λογικής και έννοιας δικαίου ότι νησιά με πληθυσμό εκατοντάδων χιλιάδων κατοίκων δεν δικαιούνται να έχουν αποκλειστική οικονομική ζώνη.
Στις 24 Μαρτίου, μια ημέρα πριν από την εθνική μας επέτειο, το έγκλημα της απεμπόλησης των δικαιωμάτων μας ολοκληρώθηκε. Η Τουρκία κατέθεσε μονομερώς συντεταγμένες στον ΟΗΕ, καλύπτοντας έτσι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας και κλιμακώνοντας την επιθετικότητά της με σαφή κίνδυνο αποσταθεροποίησης της ευρύτερης περιοχής. Σε ποιες πολιτικές πρωτοβουλίες προχώρησε η ελληνική κυβέρνηση το προηγούμενο διάστημα και ιδιαίτερα την περίοδο μεταξύ 27ης Νοεμβρίου 2019 και 24ης Μαρτίου 2020 προκειμένου να αποσοβήσει αυτήν τη δυσάρεστη εξέλιξη; Επιχείρησε τη δημιουργία διπλωματικών αντίβαρων σε συνεργασία κυρίως με τις αμέσως θιγόμενες Αίγυπτο και Κύπρο; Αν ναι, γιατί δεν ευοδώθηκαν αυτές οι προσπάθειες και έχουν αφήσει την Τουρκία να προχωρά σε μονομερείς ενέργειες υπονόμευσης της εθνικής μας κυριαρχίας;
Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα και οι δικαιολογίες έχουν στερεύσει, μιας και αν υποθέσουμε ότι η υπογραφή του ψευδοσυμφώνου Τουρκίας ‒ Λιβύης το φθινόπωρο ήταν κεραυνός εν αιθρία και το ελληνικό ΥΠΕΞ αιφνιδιάστηκε, σίγουρα δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για την τωρινή εξέλιξη της κατάθεσης συντεταγμένων στον ΟΗΕ. Αν μη τι άλλο, ο Ερντογάν πλέον ήταν προβλέψιμος και αν αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα για τον ίδιο, αντιθέτως η δική μας προβλεψιμότητα, όπως την «υποσχέθηκε» ο κ. Μητσοτάκης στον Αμερικανό πρόεδρο κ. Τραμπ, συνιστά σημαντικότατο πρόβλημα.
Η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να ενεργήσει άμεσα προς την κατεύθυνση αποστολής ενός σαφέστατου μηνύματος καταδίκης των τουρκικών ενεργειών σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης. Είναι αδιανόητο για την Ελλάδα να παραμένει σιωπηλή και να μην αναδεικνύει τις θέσεις της σε μια ευνοϊκή γεωστρατηγική συγκυρία για την ίδια, κατά την οποία η Γαλλία έχει λάβει σαφέστατη θέση κατά των τουρκικών κινήσεων, η Ιταλία αρνείται να τις νομιμοποιήσει, η Ρωσία υποστηρίζει το αντίπαλο σε σχέση με την Τουρκία στρατόπεδο του Χαλίφα Χάφταρ, η Αίγυπτος έχει διακόψει κάθε διπλωματική επικοινωνία με τον Ερντογάν και το Ισραήλ διατηρεί στο χαμηλότερο επίπεδο τις σχέσεις του με την Αγκυρα. Η Ελλάδα οφείλει να δώσει τέλος στην εκκωφαντική απουσία της από το περιφερειακό προσκήνιο και να διατρανώσει τον ιστορικά επαληθευμένο σταθεροποιητικό ρόλο της.
Ιωάννης Αθ. Σαρακιώτης