Οι υποψίες, η κατάθεση της υπηρέτριας και η ανατροπή
Το μεσημέρι της Κυριακής 9 Αυγούστου 1959 οι κάτοικοι μιας μικρής γειτονιάς στην Ηλιούπολη αναστατώθηκαν από τις φωνές που άκουσαν και βγήκαν από τα σπίτι τους. Σοκαρισμένοι είδαν δύο άνδρες να παλεύουν στη μέση του δρόμου
Ο ένας κρατούσε μαχαίρι και δεν άργησε να το χρησιμοποιήσει χτυπώντας με μένος τον αντίπαλό του ο οποίος έπεσε αιμόφυρτος στο έδαφος. Ένας αστυνομικός έσπευσε να χωρίσει τους δύο άνδρες και κατάφερε να αφοπλίσει το δράστη ο οποίος ήταν εκτός εαυτού.
Την ώρα που ο δράστης οδηγούνταν στο αστυνομικό τμήμα και το θύμα στο νοσοκομείο η αστυνομία εντόπιζε ένα ακόμη πτώμα. Επρόκειτο για τη σύζυγο του δράστη Ελένη Α. η οποία βρέθηκε σφαγμένη μέσα στο σπίτι τους. Λίγες ώρες αργότερα άφηνε την τελευταία του πνοή και ο 40χρονος Βασίλης Β., οικογενειακός φίλος του ζευγαριού.
Ο 32χρονος Γρηγόρης Α. ομολόγησε το διπλό φονικό ισχυριζόμενος πως το μοιραίο μεσημέρι έπιασε επ’ αυτοφώρω στο κρεβάτι τη γυναίκα του και τον φίλο τους. Όπως περιέγραψε στους αστυνομικούς, ο 32χρονος είχε παντρευτεί με την Ελένη 5 χρόνια νωρίτερα. Ο ίδιος εργαζόταν ως λατόμος και είχαν αποκτήσει δύο παιδιά. Τα πρώτα χρόνια του γάμου τους όλα κυλούσαν ομαλά ώσπου άρχισαν να φτάνουν στα αυτιά του διάφορες φήμες πως η νεαρή σύζυγός του τον απατούσε.
Εκείνη τον καθησύχαζε υποστηρίζοντας πως όλα ήταν ψέματα αλλά οι καυγάδες είχαν γίνει καθημερινότητα. Την τελευταία περίοδο η 22χρονη γυναίκα είχε αρχίσει να δουλεύει ως νοσοκόμα και την φροντίδα των παιδιών, τις ώρες που απουσίαζε, ανέλαβε μία 14χρονη υπηρέτρια.
Ο 32χρονος υποστήριξε πως το 40χρονο θύμα μπαινόβγαινε πολλούς μήνες στο σπίτι τους. Είχαν αποφασίσει να βαφτίσει τον μόλις οκτώ μηνών γιο της οικογένειας αλλά τελικά η κουμπαριά δεν έγινε. Οι επισκέψεις του, όμως, σύμφωνα με τον 32χρονο, είχαν πυκνώσει και όπως είχε διαπιστώσει φρόντιζε να πηγαίνει στο σπίτι του όταν ο ίδιος απουσίαζε.
Οι υποψίες του φούντωσαν και εκείνη την Κυριακή αποφάσισε να αιφνιδιάσει τη γυναίκα του. Της είπε πως θα έλειπε όλη την ημέρα στη δουλειά και έστησε καρτέρι, έξω από το σπίτι τους, για να δει τις κινήσεις της. Εκείνη, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, βγήκε από το σπίτι και τηλεφώνησε στον 40χρονο προσκαλώντας τον να περάσουν μαζί το μεσημέρι. Στις 13.15 μ.μ. ο 32χρονος πέρασε το κατώφλι του σπιτιού και, όπως ισχυρίστηκε στην προανακριτική του απολογία, έπιασε στα… πράσα τη γυναίκα του και τον εραστή της πάνω στο κρεβάτι του. «Έγινα έξαλλος άρπαξα ένα μαχαίρι και τους σκότωσα» είπε στους αστυνομικούς.
Η μικρή υπηρέτρια, όμως, στην κατάθεση της έδωσε μία άλλη εκδοχή για τα γεγονότα εκείνου του μεσημεριού.
Όπως είπε, το αφεντικό της επέστρεψε πρώτο στο σπίτι όπου βρήκε τη σύζυγο του να παίζει με τα παιδιά τους. «Τη χαιρέτησε και πήγε στην κουζίνα. Λίγα λεπτά αργότερα, εμφανίστηκε ο Βασίλης Β. ο οποίος κατευθύνθηκε προς την κρεβατοκάμαρα. Οι δύο άνδρες χαιρετήθηκαν ψυχρά και τότε η κυρία μου, προφανώς φοβούμενη ότι θα ακολουθήσει καυγάς, μου ζήτησε να φύγω από την κρεβατοκάμαρα όπου έπαιζα με τα παιδιά και να πάω στο παντοπωλείο του πατριού της για να ψωνίσω κάποια πράγματα. Έφυγα και πέντε λεπτά αργότερα είδα σφαγμένη την κυρία μου».
Ο 32χρονος, λίγους μήνες αργότερα, κάθισε στο εδώλιο του Κακουργιοδικείου της Αθήνας. Μέσα από τις μαρτυρικές καταθέσεις άρχισε να πέφτει φως στη θυελλώδη σχέση του ζευγαριού.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΔΙΚΗ
Ο δικηγόρος τους κατέθεσε πως, λίγο πριν το έγκλημα, είχαν αποφασίσει να χωρίσουν κοινή συναινέσει. Μάλιστα, υποστήριξε πως το θύμα του είχε εκμυστηρευτεί ότι ο κατηγορούμενος την χτυπούσε και της είχε προτείνει να αρχίσει να εκδίδεται.
Η πεθερά του κατηγορούμενου τον χαρακτήρισε «εγκληματικό τύπο» υποστηρίζοντας ότι στο παρελθόν είχε απειλήσει πως θα την σκοτώσει στην περίπτωση που δεν του έδινε αλκοόλ.
«Την ημέρα του εγκλήματος άκουσα την Ελένη να καλεί σε βοήθεια… Είδα και το Βαγγέλη να παλεύει με τον κατηγορούμενο, σε αρκετή απόσταση από το σπίτι του, και τελικά να τον σφάζει» είπε η γυναίκα. Ο πατριός της Ελένης περιέγραψε τον 32χρονο ως έναν άνθρωπο οκνηρό, αγνώμων και χαρτοπαίκτη. «Κάθε μου προσπάθεια να τον βοηθήσω ν’ αλλάξει έπεσε στο κενό» είπε ο μάρτυρας, τονίζοντας πως η θετή του κόρη ήταν ηθική και εργατική.
«Πολλές φορές τους ενίσχυα με τρόφιμα και έμεναν σε σπίτι που εγώ τους είχα παραχωρήσει και θα τους το έγραφα στο μέλλον. Δεν πλήρωναν φως και τα παιδιά τους τα μεγάλωνα εγώ. Ο κατηγορούμενος ήταν τεμπέλης. Έπαιζε όλη τη νύχτα χαρτιά και είχαμε φτάσει, πλέον, σε σημείο να μην έχουμε σχέσεις» κατέθεσε.
Η ανατροπή ήρθε όταν στο βήμα του μάρτυρα ανέβηκε η αδελφή της άτυχης Ελένης. Η γυναίκα υποστήριξε πως το θύμα είχε εξωσυζυγικές σχέσεις. Όπως είπε, υπήρξε ερωμένη ενός τυφλού για τον οποίο εργάζονταν, του Βαγγέλη αλλά και πολλών άλλων. Η μάρτυρας, μάλιστα, ισχυρίστηκε πως η αδελφή της είχε σχέση και με τον πατριό τους ο οποίος «την είχε διακορεύσει σε ηλικία 14 ετών».
Αυτός ήταν και ο λόγος, όπως είπε η νεαρή γυναίκα, που η αδελφή της έσπευσε να παντρευτεί τον κατηγορούμενο, αν και ήταν 10 χρόνια μεγαλύτερος της. «Η αδελφή μου βιάστηκε να κάνει το γάμο πριν πληροφορηθεί τα σχετικά ο Γρηγόρης» είπε.
Τη σχέση του θύματος με τον πατριό της επιβεβαίωσε και η πρώην σύζυγος του, η οποία ισχυρίστηκε πως τους είχε συλλάβει επ’ αυτοφώρω σε ερωτικές περιπτύξεις. «Στη συνέχεια μου επιτέθηκαν και με ξυλοκόπησαν άγρια» υποστήριξε.
Τελικά, το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον 32χρονο κατηγορούμενο για το διπλό φονικό. Ωστόσο, του αναγνώρισε ελαφρυντικά καταδικάζοντας τον σε κάθειρξη 19 ετών