Νωρίτερα από κάθε άλλη φορά άνοιξε η ηλεκτρονική πύλη του Taxisnet για την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, η οποία θα διαδεχθεί περίπου 6,3 εκατομμύρια φορολογούμενους.
Οι φορολογούμενοι θα έχουν χρονικό περιθώριο να υποβάλουν τη δήλωσή τους έως τις 30 Ιουνίου. Η πρώτη δόση του φόρου θα καταβληθεί έως τις 31 Ιουλίου. Η δεύτερη ως τις 28 Σεπτεμβρίου και η τρίτη μέχρι 30 Νοεμβρίου.
Για πρώτη φορά η εφορία δίνει τη δυνατότητα ξεχωριστής εκκαθάρισης της φορολογικής δήλωσης για τους συζύγους. Αυτό σημαίνει ότι εάν, λόγου χάρη, ο ένας σύζυγος έχει επιστροφή φόρου και ο άλλος έχει χρεωστικό εκκαθαριστικό (δηλαδή, πρέπει να πληρώσει), δε θα γίνεται συμψηφισμός μεταξύ τους.
Οι κωδικοί – «φωτιά»
Μισθωτοί, συνταξιούχοι και αγρότες προκειμένου να εξασφαλίσουν φέτος την έκπτωση φόρου 1.900 – 2.100 ευρώ θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά τη συμπλήρωση των κωδικών 049 -050 του εντύπου Ε1 της φορολογικής δήλωσης του 2019.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δείξουν με τους κωδικούς 049 και 050 του πίνακα 8 οι φορολογούμενοι.
Από τη δήλωση των ποσών αυτών θα εξαρτηθεί αν οι συγκεκριμένοι φορολογούμενοι θα δικαιούνται μείωσης φόρου έως 1.900-2.100 ευρώ, η οποία ισοδυναμεί με αφορολόγητο όριο 8.636-9.545 ευρώ.
Πέρυσι ήταν ουκ ολίγοι οι φορολογούμενοι την «πάτησαν» πληρώνοντας «τσουχτερά» πρόστιμα. Η επεξεργασία των περσινών φορολογικών δηλώσεων αποκαλύπτει ότι οι μισθωτοί πλήρωσαν περισσότερο φόρο εισοδήματος κατά 16,9 εκατ. ευρώ, ενώ οι συνταξιούχοι επιβαρύνθηκαν με πρόσθετο φόρο ύψους 9,5 εκατ. ευρώ. Ακόμη και οι αγρότες πλήρωσαν επιπλέον 1,9 εκατ. ευρώ επειδή δεν κάλυψαν το αφορολόγητο όριο με αποδείξεις.
Οι φορολογούμενοι για να κερδίσουν το αφορολόγητο θα έπρεπε να είχαν πραγματοποιήσει το 2018 πληρωμές μέσω πλαστικού χρήματος ανάλογα με το εισόδημά τους, ως εξής:
10% του ετήσιου εισοδήματός του, πραγματικού ή τεκμαρτού, εφόσον το εισόδημα αυτό ανέρχεται έως 10.000 ευρώ,
10% επί των πρώτων 10.000 ευρώ και 15% επί του υπερβάλλοντος ποσού, εφόσον το ετήσιο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημά του ανέρχεται σε 10.001 έως και 30.000 ευρώ και
10% επί των πρώτων 10.000 ευρώ, 15% επί των επόμενων 20.000 ευρώ και 20% επί του υπερβάλλοντος ποσού, εφόσον το ετήσιο -πραγματικό ή τεκμαρτό- εισόδημά του ξεπερνά τις 30.000 ευρώ.Αν το ποσό των ηλεκτρονικών αγορών είναι χαμηλότερο, στη διαφορά επιβάλλεται φόρος ύψους 22%. Δηλαδή αν λείπουν 500 ευρώ από τις ελάχιστες δαπάνες, τότε ο πρόσθετος φόρος είναι 110 ευρώ.