Με την διαδικασία του επείγοντος θα ψηφιστεί τις επόμενες μέρες εκτός από την ακύρωση των περικοπών των συντάξεων και το «φορολογικό διαζύγιο».
Η συζήτηση για τη δυνατότητα για χωριστές δηλώσεις στο αντρόγυνο ξεκίνησε μετά από μια απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας τον περασμένο Μάρτιο. Εξετάζοντας μια συγκεκριμένη περίπτωση ενός ζευγαριού, το δικαστήριο απεφάνθη ότι αν δεν συντρέχει προφανής λόγος δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογεί την υποχρεωτική υποβολή κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος των συζύγων, δίνεται η δυνατότητα χωριστών δηλώσεων.
Με την διάταξη στο νομοσχέδιο για τις ακύρωση των περικοπών των συντάξεων ορίζεται ότι για τις χωριστές δηλώσεις αρκεί μια δήλωση στην φορολογική αρχή. Προβλέπει επίσης ότι με τις χωριστές δηλώσεις το βασικό οικογενειακό τεκμήριο διαβίωσης των 5000 ευρώ γίνεται 3000 για κάθε ένα σύζυγο ενώ τα υπόλοιπα τεκμήρια (κινητή και ακίνητη περιουσία) μοιράζεται και υπολογίζεται ανάλογα με το ποσοστό κτήσης.
Με δεδομένα αυτά λοιπόν, η σχετική νομοθετική διάταξη θα έχει μεν ψηφιστεί μέχρι και τις 15 Δεκεμβρίου αλλά μέχρι και το τέλος Φεβρουαρίου που έχουν τα ζευγάρια να γνωστοποιήσουν αν θα συνεχίσουν να κάνουν δήλωση ή θα κάνουν χωριστές, θα πρέπει να το σκεφτούν καλά. Τούτο διότι υπάρχουν περιπτώσεις που η χωριστή δήλωση είναι έως και επιβεβλημένη και άλλες που μπορεί να φέρει μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση.
Τα πλεονεκτήματα της χωριστής δήλωσης
Η πρώτη περίπτωση που συμφέρει η χωριστή δήλωση είναι όταν ο ένας σύζυγος έχει οφειλές στην εφορία και ο άλλος έχει επιστροφή φόρου. Με την κοινή δήλωση τα ποσά της επιστροφή με τις οφειλές θα συμψηφίζονταν ενώ με τις χωριστές δηλώσεις οι οφειλές του πρώτου μπορούν να ρυθμιστούν και να πληρωθούν σταδιακά με την επιστροφή φόρου του δευτέρου. Σε περίπτωση όμως που υπάρχει μεγάλη ληξιπρόθεσμη οφειλή θα πρέπει να διαχωριστούν και οι τραπεζικοί λογαριασμοί που οι δύο σύζυγοι είναι συνδικαιούχοι για να αποφύγουν κατάσχεση που θα πλήξει οικονομικά και τους δύο.
Η δεύτερη περίπτωση που το μέτρο διευκολύνει είναι στα ζευγάρια που βρίσκονται σε διάσταση ή βρίσκονται σε διαδικασία διαζυγίου τα οποία με βάση το νόμο υποχρεούνται να κάνουν κοινή δήλωση.
Σε αυτή την περίπτωση, ο καθένας θα μπορεί με βάση τα ατομικά του εισοδήματα να διεκδικήσει επιδόματα και λοιπές παροχές. Είναι μια τακτική που πλέον ακολουθείται από πολλούς κυρίως για να διατηρήσουν το δικαίωμα υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη αφού το δικαστήριο που θα κρίνει την υπόθεση δεν θα αθροίσει την ακίνητη περιουσία του ζευγαριού ζητώντας ρευστοποίηση του κομματιού που δεν κινδυνεύει με κατάσχεση.
Τα μειονεκτήματα
Το μεγάλο μειονέκτημα αφορά κυρίως την κάλυψη τεκμηρίων διαβίωσης. Αν σε ένα αντρόγυνο ένας από τους δύο βαρύνεται με τεκμήρια (έχει στην κατοχή του ακίνητα, ΙΧ) αλλά δεν έχει εισόδημα αλλά ο άλλος έχει εισοδήματα, τα τεκμήρια καλύπτονται με βάση το οικογενειακό εισόδημα. Σε περίπτωση χωριστής δήλωσης αυτός που δεν έχει εισοδήματα μπορεί να φορολογηθεί σαν να έχει εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Θα πρέπει δηλαδή να πληρώσει φόρο από το πρώτο ευρώ με προκαταβολή φόρου 100% για το επόμενο χρόνο.
Ένα λιγότερο δύσκολο πρόβλημα είναι ο επιμερισμός των «ηλεκτρονικών δαπανών» σε περίπτωση που ο ένας ή και οι δύο έχουν αφορολόγητο δηλαδή είναι μισθωτοί συνταξιούχοι και κατ’ επάγγελμα αγρότες. Θα πρέπει δηλαδή να υπάρχει συνεννόηση ώστε οι ηλεκτρονικές αγορές με πλαστικό χρήμα και ηλεκτρονική τραπεζική να επιμερίζονται έτσι ώστε να καλύπτεται και στους δύο το ελάχιστο όριο – ανάλογα με το εισόδημα για το χτίσιμο του αφορολόγητου.