Σε τραγωδία με τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις εξελίσσεται η καταστροφική πυρκαγιά στο Μάτι. Σύμφωνα με μαρτυρία στελέχους του δημοτικού συμβουλίου της Ραφήνας, μία γυναίκα επιχείρησε να θέσει τέλος στη ζωή της.
Ο δημοτικός σύμβουλος Ραφήνας αναφέρει χαρακτηριστικά στην «Κ», «Πριν από δύο ημέρες», λέει χαρακτηριστικά. «Ημουν στο Μάτι και έπεσα πάνω σε μια γυναίκα που πήγαινε στη θάλασσα για να αυτοκτονήσει επειδή είχε χάσει όλους τους οικείους της. Προσπάθησα να τη μεταπείσω. Μου φώναξε να μην την πλησιάσω γιατί είχε πολλές μέρες να πλυθεί και ήταν βρόμικη. Μου φώναζε να την αφήσω ήσυχη. Δεν ήθελε βοήθεια για το παραμικρό, ήθελε να βρει την ειρήνη της. Δεν ήξερα τι να κάνω. Επειτα ήρθε μια άλλη γυναίκα που είχε χάσει τον γιο της και κατάφερε να τη μεταπείσει με έναν τρόπο που εγώ δεν είχα…».
Γιατροί του Κόσμου: Άνθρωποι με συμπτώματα θυμάτων πολέμου στο Μάτι – ” Είναι σαν να έπεσε βόμβα”
«Είναι σαν να έπεσε βόμβα. Πραγματικά είναι σαν να είμαστε σε ένα χωριό της Συρίας και μας βομβάρδισαν», λέει ο κοινωνικός λειτουργός και επιχειρησιακός υπεύθυνος των Γιατρών του Κόσμου, Τάσος Υφαντής, μιλώντας στον «Ελεύθερο Τύπο».
Ο κ. Υφαντής χαρακτηρίζει «πολεμικό» το σκηνικό που επικρατεί στο Μάτι σημειώνοντας την ανάγκη ψυχολογικής στήριξης των πληγέντων που έχασαν τις οικογένειες τους και τις περιουσίες τους.
Οι Γιατροί του Κόσμου έχουν ήδη δει πάνω από 180 πληγέντες με τους περισσότερους εξ αυτών να χρήζουν ψυχολογικής στήριξης. «Οι περισσότεροι αρνούνται αυτό που έχει συμβεί και σίγουρα το επόμενο εξάμηνο θα δούμε να αυξάνονται τα προβλήματα ψυχικής υγείας, όταν θα ξεπεράσουν την άρνηση. Η τραγωδία αυτή είναι πολύ επιβαρυντική. Είναι άνθρωποι που έχασαν τα εγγόνια τους, που έχασαν τους γονείς τους. Βλέπουμε έντονο το συναίσθημα ότι θα το ξαναζήσουν και έντονη την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τις Αρχές. Έχουμε ένα μείγμα θλίψης, οργής και φόβου», λέει ο επιχειρησιακός υπεύθυνος των Γιατρών του Κόσμου.
Ο κ. Υφαντής βρίσκει πολλές ομοιότητες σε κοινωνικό επίπεδο των πυροπαθών στο Μάτι με τους σεισμοπαθείς του 1999. «Έχουμε πολλούς θανάτους, η τραγωδία συνέβη κοντά στον αστικό ιστό και δεν υπάρχει συγκεκριμένο πλάνο αποκατάστασης. Έτσι ήταν και στο σεισμό του ’99. Το θέμα όμως είναι ότι η Πολιτεία οφείλει να προβεί σε ενέργειες αποκατάστασης των ανθρώπων αυτών. Είναι καλό που μετακινήθηκαν οι πληγέντες στις κατασκηνώσεις, δεν πρέπει όμως να παίρνει μια καταστροφή τέτοια χαρακτηριστικά. Πρέπει οι άνθρωποι να νιώσουν και πάλι τη ζεστασιά του σπιτιού», εξηγεί χαρακτηριστικά.
Τέλος, ο επιχειρησιακός υπεύθυνος των Γιατρών του Κόσμου αναφέρει ιστορίες ανθρώπων που επλήγησαν από τη φωτιά στο Μάτι που αποτελούν απόδειξη της άρνησης που βιώνουν.
«Βγάλαμε με το ζόρι μια ηλικιωμένη γυναίκα 72 ετών από το καμένο σπίτι της. Κοιμόταν σε ένα μικρό χώρο μέσα στα αποκαΐδια, είχε βάλει ένα στρώμα δίπλα στο πιάνο της, το οποίο είχε μείνει ανέγγιχτο από την πυρκαγιά. Εισέπνεε όλες τις επικίνδυνες για την υγεία της ουσίες, χρειαζόταν οξυγόνο, ωστόσο αρνούνταν να φύγει μέσα από το σπίτι», λέει ο κ. Υφαντής.
Οι συγγενείς στέκονται όρθιοι με φάρμακα
Μετά την τραγωδία ενεργοποιήθηκε και κλιμάκιο ψυχολόγων από το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δαφνί», όπως ορίζει η 2η αναθεωρημένη έκδοση του Ειδικού Σχεδίου Διαχείρισης Ανθρωπίνων Απωλειών – ΕΣΔΑΑ. Η ομάδα αυτή ανέλαβε την παροχή βοήθειας στα νοσοκομεία, έξω από την Ιατροδικαστική Υπηρεσία Αθηνών στο Γουδί καθώς και στο Σχιστό. Στις δύο τελευταίες περιοχές μετέβαιναν συγγενείς να αναζητήσουν τους ανθρώπους τους.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε στον «Ε.Τ.» ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια – επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία της – η οποία βρισκόταν στο Γουδί την πρώτη εβδομάδα μετά τη φονική πυρκαγιά στην ανατολική Αττική, οι συγγενείς των θυμάτων ήταν κάτω από την επήρεια σοκ. «Δεν είχαν συνειδητοποιήσει τι είχε συμβεί. Ηταν μουδιασμένοι, και πολλοί λάμβαναν φάρμακα για να στέκονται όρθιοι», λέει. Το πιο συνηθισμένο ερώτημα που απηύθυναν στους ψυχολόγους οι συγγενείς των θυμάτων ήταν ένα απλό «τι να κάνω;».
Όπως εξιστορεί η ψυχολόγος του «Δαφνί»: «Μια κυρία έχασε τη μητέρα της, την αδελφή της, τον γαμπρό της και το ανίψι της και το άλλο παιδί της αδελφής της βρισκόταν εκτός Αθηνών. Με πλησίασε και με ρωτούσε πώς να του πει του παιδιού αυτού ότι όλη η οικογένειά του κάηκε». Μεταξύ των ανθρώπων στους οποίους μίλησε η ψυχολόγος και η μητέρα της 13χρονης που έπεσε από τον γκρεμό για να σωθεί και σκοτώθηκε. «Με ρώτησε: Πιστεύετε θα χρειαστώ ψυχολογική υποστήριξη; Με μια πρωτοφανή ψυχραιμία».