Τον Φεβρουάριο του 2015, στην πρώτη ομιλία του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, η «πολιτισμική αναγέννηση της πατρίδας μας» καταγράφηκε ως ένας από τους βασικούς στόχους της κυβέρνησης. Στα τέσσερα χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι την προκήρυξη των εκλογών, από το υπουργείο Πολιτισμού πέρασαν τέσσερις υπουργοί που μάλλον δεν κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν τη φράση του Αλέξη Τσίπρα και να στεριώσουν.
Ο Νίκος Ξυδάκης μέτρησε 200 μέρες, ο Αριστείδης Μπαλτάς περίπου το ίδιο, η Λυδία Κονιόρδου έμεινε σχεδόν δύο χρόνια, ενώ η Μυρσίνη Ζορμπά ανέλαβε πριν από εννέα μήνες. Ανεξαρτήτως του αποτελέσματος που θα βγάλει η κάλπη, η προκήρυξη των εκλογών σηματοδοτεί το κλείσιμο ενός κύκλου και o απολογισμό με τα αρνητικά και θετικά σημεία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στον πολιτισμό.
TA ΑΡΝΗΤΙΚΑ
Τα μεγάλα λόγια και οι εξαγγελίες που έμειναν στα χαρτιά
Ο κ. Ξυδάκης υποσχέθηκε μια «άνοιξη πολιτισμού» στην Ελλάδα, ο κ. Μπαλτάς έβλεπε το υπουργείο όχι ως «γυάλινο πύργο» αλλά ως έναν θεσμό που εγγυάται «το κοινωνικό όφελος και το αναπτυξιακό αποτέλεσμα» της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Για την κ. Κονιόρδου ο πολιτισμός ήταν «ένας κήπος που πρέπει να καθαρίσουμε και να του επιτρέψουμε να ανθήσει», ενώ η κ. Ζορμπά επεδίωξε να οργανώσει στον πολιτισμό «το όραμα που έχει ανάγκη η κοινωνία μας μετά τα χρόνια της εθνικής κατάθλιψης».
Είναι γεγονός ότι οι πολιτικοί όλων των κομματικών αποχρώσεων αρέσκονται στις ανακοινώσεις και στις εξαγγελίες, στις υποσχέσεις για τομές, για σπάσιμο αυγών και νυστέρια που θα φτάνουν βαθιά μέσα στο κόκαλο. Από αυτή την τάση δεν ξέφυγαν οι υπουργοί Πολιτισμού του ΣΥΡΙΖΑ που, όπως φαίνεται, σήκωσαν τον πήχυ αρκετά ψηλά, σε σημείο που πια ήταν δύσκολο να τον διακρίνουν. Ας δούμε, λοιπόν, πρώτα τι δεν πήγε καλά σε μία σειρά ενδεικτικών θεμάτων που παραθέτουμε, χωρίς αξιολογική σειρά.
Η διαχείριση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων συναντήθηκε με εξαγγελίες και προθέσεις για μεγάλες αλλαγές, αλλά ο πολυθρύλητος Οργανισμός που θα εκσυγχρόνιζε τη λειτουργία του ΤΑΠ δεν κατατέθηκε ποτέ και ας ετοιμαζόταν σχεδόν κάθε χρόνο. Τα διοικητικά συμβούλια του Ταμείου δεν μακροημέρευσαν, ενώ συνεχίζονται τα χρόνια προβλήματα με τα αναψυκτήρια των αρχαιολογικών χώρων. Το Φεστιβάλ Αθηνών κλυδωνίστηκε μετά την αποπομπή του Γιώργου Λούκου, μια υπόθεση που παραμένει ανοιχτή και έγινε με τρόπο που δεν συνάδει στην καλλιτεχνική προσφορά του. Ακολούθησε το γνωστό «φιάσκο Φαμπρ» που στοίχισε στον Αριστείδη Μπαλτά τη θητεία του και αργότερα αποκαλύφθηκαν οι παρασκηνιακές διαδρομές και οι πιέσεις ειδικών συμβούλων που μεθόδευαν τις εξελίξεις. Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών πέρασε τελικά στα χέρια του Δημοσίου και «σώθηκε» από την οικονομική κατάρρευση και το οριστικό κλείσιμο. Ωστόσο, μόλις πέρυσι κατάφερε να αποπληρώσει τα χρέη του και να αποκτήσει φορολογική ενημερότητα, ενώ οι ανάγκες του είναι διπλάσιες σε σχέση με την τακτική του επιχορήγηση. Τα στελέχη του Μεγάρου προσπαθούν να αξιοποιήσουν κάθε σπιθαμή του είτε καλλιτεχνικά ή για συνέδρια, αλλά οι μεγάλες, δαπανηρές, παραγωγές παραμένουν στη διακριτική ευχέρεια ανώνυμων ευεργετών. Μένοντας στο Μέγαρο, να σημειώσουμε ότι αν και το ΥΠΠΟ βρήκε λύση για τη στέγαση της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών ως μόνιμης ορχήστρας του ΜΜΑ, δεν κατόρθωσε να επιλύσει το πρόβλημα της βραβευμένης αλλά ταλαιπωρημένης Καμεράτας και των μουσικών της.
Το έργο της επέκτασης της Εθνικής Πινακοθήκης παραμένει ημιτελές. Μπορεί οι εργασίες να συνεχίζονται σήμερα, αλλά το έργο πήγε πίσω όταν βρέθηκε σε αδιέξοδο το 2017 λόγω έλλειψης συντονισμού από το υπουργείο.
Εξαγγελίες και μόνο αποδείχθηκαν οι καλές προθέσεις του υπουργείου για την εφαρμογή διαγωνισμών στην επιλογή των καλλιτεχνικών διευθυντών. Η κ. Ζορμπά ανανέωσε κατ’ επιλογή τη θητεία ορισμένων διευθυντών (π.χ. του Γιάννη Αναστασάκη στο ΚΘΒΕ), αλλά η εφαρμογή της εξαγγελίας απέτυχε παταγωδώς στην περίπτωση του ΕΜΣΤ που παραμένει ακέφαλο. Ο διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος και προκάλεσε μεγάλες αντιδράσεις στον κόσμο της τέχνης αλλά και μία ακόμη εξαγγελία για διεθνή διαγωνισμό που δεν ικανοποιήθηκε ποτέ. Το μουσείο «στήνεται» με προσωρινό διευθυντή και επιμελητή.
Η Λυδία Κονιόρδου υπήρξε η μακροβιότερη υπουργός Πολιτισμού επί ΣΥΡΙΖΑ.
Οσον αφορά τους διαγωνισμούς για τις θέσεις των διευθυντών στο Εθνικό Θέατρο και στο Φεστιβάλ Αθηνών, μόλις πριν από τρεις ημέρες το υπουργείο δημοσίευσε βεβια-σμένα τις προκηρύξεις στο ΦΕΚ, αλλά φυσικά είναι άγνωστο πώς θα προχωρήσει η όλη διαδικασία. Οι δύο Οργανισμοί λειτουργούν με παράταση στις θητείες των νυν διευθυντών μέχρι τα τέλη Αυγούστου.
Οι εκλογές πρόλαβαν την κ. Ζορμπά και δεν πέρασε από τη Βουλή το νομοσχέδιο για την Περιφερειακή Πολιτική Σύγχρονου Πολιτισμού και μαζί του έμειναν στο ράφι η ίδρυση του Οργανισμού Βιβλίου και Ανάγνωσης (το νέο ΕΚΕΒΙ) και η λειτουργία του Ακροπόλ.
Το Θεατρικό Μουσείο
Αλυτο παρέμεινε την τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα του Θεατρικού Μουσείου και των χρεών του. Τον περασμένο Φεβρουάριο ανακοινώθηκε η μεταφορά του σε νεοκλασικό κτίριο της οδού Σταδίου που ανήκει στην Εθνική Πινακοθήκη, αλλά από τότε δεν έχει ανακοινωθεί κάποια σχετική εξέλιξη.
Ουκ ολίγες φορές οι συνεδριάσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου απασχόλησαν τον Τύπο και προκάλεσαν αντιδράσεις που έφτασαν και μέχρι το Μαξίμου για μεγάλα επενδυτικά θέματα, όπως το Ελληνικό και η Cosco, αλλά και για αμιγώς πολιτιστικά, όπως η κινηματογράφηση και η διοργάνωση εκδηλώσεων σε αρχαιολογικούς χώρους.
Ενας από τους μεγάλους χαμένους της τετραετίας ήταν το ελληνικό σινεμά, σε θεσμικό επίπεδο, με τις παλινωδίες του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και τις τουλάχιστον έξι αλλαγές στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου.
ΤΑ ΘΕΤΙΚΑ
Ξεκίνησαν οι έλεγχοι
Στην αποτίμηση της τετραετίας, ωστόσο, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφέρουμε και τα θετικά που έγιναν στον τομέα του πολιτισμού και εκτιμάμε ότι αν δινόταν υποστήριξη και χρόνος σε ορισμένα πρόσωπα, αυτά θα ήταν περισσότερα.
Πιάνοντας το νήμα από τον κινηματογράφο, στα θετικά της περιόδου πιστώνεται η ίδρυση του Εθνικού Κέντρου Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ) το οποίο, αν και ανήκει σε άλλο υπουργείο (Ψηφιακής Πολιτικής), δημιούργησε τις συνθήκες και τα κίνητρα για την προσέλκυση ξένων κινηματογραφικών παραγωγών.
Την περίοδο Ξυδάκη – Μπαλτά ξεκίνησε και ολοκληρώθηκε ο διαχειριστικός έλεγχος στο Ταμείο Αλληλοβοήθειας Υπαλλήλων του υπουργείου Πολιτισμού και στην ΑΕΠΙ, ενώ τα πορίσματα προκάλεσαν νομικές συνέπειες που παραμένουν ανοιχτές. Στην περίπτωση του Ταμείου Αλληλοβοήθειας με νομοθετική ρύθμιση αποσυνδέθηκαν οι πόροι του Ταμείου από το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων προκειμένου να λειτουργεί με συνθήκες διαφάνειας.
Το ηλεκτρονικό εισιτήριο εφαρμόστηκε σε 11 αρχαιολογικούς χώρους, αλλά το υπουργείο δεν κατάφερε να το επεκτείνει και σε άλλα σημεία. Επανήλθαν οι επιχορηγήσεις επί Κονιόρδου στις ομάδες θεάτρου και χορού, αν και το ύψος τους δεν ικανοποίησε τους ανθρώπους του χώρου.
Στις λίγες αποκεντρωμένες κινήσεις, από το 2015 το υπουργείο στήριξε οικονομικά το ΚΘΒΕ ώστε να μηδενίσει τα χρέη του, προχώρησε στη δημιουργία του Μητροπολιτικού Οργανισμού Mουσείων (MOMUS) διασώζοντας στην ουσία τη συλλογή του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, ενώ το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είναι από τους λίγους φορείς που λειτουργούν με εργασιακή ειρήνη και διοικητική ηρεμία όλα αυτά τα χρόνια.
Με νομοθετική ρύθμιση το υπουργείο Πολιτισμού προχώρησε (επί Ζορμπά) στην επέκταση της προστασίας των δημόσιων μνημείων από το 1453 έως το 1830 τα οποία δεν μπορούν να γίνουν αντικείμενο συναλλαγής, προκειμένου να μην επαναληφθούν στο μέλλον περιπτώσεις μεταβιβάσεων, όπως έγινε με την περίφημη λίστα των περίπου 10.000 ακινήτων που πέρασαν στο Υπερταμείο.
Στον χώρο του βιβλίου, ικανοποιήθηκε το γενικό αίτημα επαναφοράς της ενιαίας τιμής μετά την κατάργησή της το 2013. Πρέπει επίσης να επισημάνουμε την αναβάθμιση στη διοργάνωση της Διεθνούς Εκθέσεως Βιβλίου Θεσσαλονίκης, η οποία καταφέρνει με πενιχρά οικονομικά μέσα να στέκεται σε ένα αξιοπρεπές επίπεδο, παρά τις όποιες καταγεγραμμένες αδυναμίες της.