Η υπόθεση αφορά σε δάνεια της περιόδου 2015-2016 που φέρονται να χορηγήθηκαν χωρίς ωστόσο να υπάρχουν οι απαραίτητες εγγυήσεις. Έντονες είναι οι αντιδράσεις των πληρεξουσίων δικηγόρων κάνοντας λόγο για «παράνομη» δίωξη, καθώς -όπως αναφέρουν- δεν έχει ληφθεί υπόψη ο νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας.
Στην άσκηση ποινικής δίωξης για κακουργηματική αδικήματα αναφορικά με τη χορήγηση δανείων από την τράπεζα Πειραιώς τη διετία 2015 – 2016 άσκησε η εισαγγελέας κατά της Διαφθοράς, Ελένη Τουλουπάκη, προκαλώντας σωρεία αντιδράσεων από την πλευρά των εμπλεκομένων.
Η Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς άσκησε ποινική δίωξη για τα αδικήματα της απιστίας, ηθικής αυτουργίας σε αυτή και συνέργεια, καθώς και για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, ασκήθηκε από την εισαγγελέα κατά 40 -πρώην και νυν- στελεχών της Τράπεζας, μεταξύ των οποίων και ο Μιχ. Σάλλας. Πρόκειται για τραπεζικά στελέχη της περιόδου 2015-2016 που φέρονται να χορήγησαν δάνεια χωρίς ωστόσο να υπάρχουν οι απαραίτητες εγγυήσεις.
Σύμφωνα με πληροφορίες, συνολικά τα ποσά τα οποία χορηγήθηκαν σε δάνεια χωρίς επαρκείς εξασφαλίσεις φέρονται να αγγίζουν τα 400 εκατ. ευρώ ενώ στο εξωτερικό εκτιμάται ότι «φυγαδεύτηκαν» περίπου 127 εκατ. ευρώ. Να σημειωθεί πως η έρευνα τέθηκε στο αρχείο για δύο άτομα που είχαν κληθεί ως ύποπτοι τέλεσης αξιόποινων πράξεων στο πλαίσιο της προκαταρκτικής έρευνας.
Οι αντιδράσεις
Η είδηση για την άσκηση διώξεων προκάλεσε την αντίδραση των πληρεξουσίων δικηγόρων των εμπλεκόμενων στελεχών, οι οποίοι κατήγγειλαν ότι είχε αφαιρεθεί με την ισχύ του νέου Κώδικα Ποινικής Δικονομίας από τους εισαγγελείς κατά της Διαφθοράς και κακώς έχει ασκηθεί ποινική δίωξη. Συγκεκριμένα, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι Αριστοτέλης Χαραλαμπάκης, Παναγιώτης Μιχαλόλιας, Ηλίας Αναγνωστόπουλος, Οββαδίας Ναμίας και Ιωάννης Μπενετάτος σε μία μακροσκελή δήλωσή τους αναφέρουν ότι η προκαταρκτική εξέταση δεν ολοκληρώθηκε νομότυπα και παραβίασε όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα των εμπλεκομένων. «Λόγω της αλλαγής του νομοθετικού πλαισίου ως προς την αρμοδιότητα της Εισαγγελίας Διαφθοράς υπήρξε παλινωδία μεταξύ των διαφόρων εισαγγελικών αρχών ως προς το ποια είναι αρμόδια για την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης.
Ενώ δε οι εμπλεκόμενοι, με έγγραφο αίτημά τους είχαν επισημάνει την έλλειψη αρμοδιότητας της Εισαγγελίας Διαφθοράς για την υπόθεση, εξηγώντας το αυτονόητο, ότι δηλαδή μόνο για το λόγο αυτό δεν παρείχαν και επί της ουσίας εξηγήσεις, αναμέναμε τον τελικό καθορισμό της αρμόδιας εισαγγελικής αρχής και τη νομότυπη εκ μέρους της κλήση για παροχή εξηγήσεων, εν τούτοις ασκήθηκε η δίωξη, χωρίς να δοθεί στους περισσότερους από τους εντολείς μας η δυνατότητα παροχής γραπτών εξηγήσεων όπως ρητά επιτάσσουν ως απαραίτητη προϋπόθεση του κύρους της προκαταρκτικής εξέτασης οι σχετικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας» υποστηρίζουν κάνοντας λόγο για «παράνομη και καταχρηστική άσκηση ποινικής δίωξης» διότι οι εντολείς τους «δεν μπόρεσαν να ακουστούν για την υπόθεσή τους, όπως επιβάλλεται από τις σχετικές διατάξεις τόσο του Κοινοτικού όσο και του εσωτερικού Δικαίου».
Κατά συνέπεια, σύμφωνα με τους δικηγόρους, «η προκαταρκτική εξέταση, όπως και η ποινική δίωξη που ακολούθησε, είναι απολύτως άκυρη. Η ακυρότητα αυτή θα ζητήσουμε άμεσα να κηρυχθεί αρμοδίως. Είναι αυτονόητο ότι θα ζητήσουμε επίσης άμεσα από τον κ. Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου την πειθαρχική διερεύνηση της υποθέσεως, στο βαθμό που τέτοιες συμπεριφορές εκ μέρους εισαγγελικών λειτουργών υπονομεύουν σοβαρά τη λειτουργία του κράτους δικαίου».
Από την πλευρά τους, και οι δικηγόροι ομίλου εταιρειών που συνεργάσθηκε με την Τράπεζα Πειραιώς, Αθανασίος Βαρλάμης και Ηλίας Τσινταβής δήλωσαν ότι εμμένουν στις ήδη υποβληθείσες ενστάσεις περί της μη τήρησης της νόμιμης διαδικασίας εκ μέρους της Εισαγγελίας Διαφθοράς ως προς την προκαταρκτική εξέταση η οποία, πράγματι, ουδέποτε διενεργήθηκε στα πλαίσια των διατάξεων και του παλαιού κώδικα ποινικής δικονομίας αλλά και του νέου κώδικα ποινικής δικονομίας που ισχύει από 1/7/2019. Συνεπώς, το ζήτημα της παραβιασθείσης νόμιμης διαδικασίας μετακυλίεται στους αρμοδίους κατά νόμο δικαστές που θα παραλάβουν μια άκυρη ποινική δίωξη.
Η Εισαγγελία Διαφθοράς ύστερα από τις αντιδράσεις που υπήρξαν, ανέφερε σχετικά:
«Η ποινική δίωξη στην εν λόγω υπόθεση ασκήθηκε από την Εισαγγελία Διαφθοράς, η οποία σύμφωνα με τη ρύθμιση είναι η αποκλειστικώς αρμόδια για το χειρισμό της. Η κλήση σε εξηγήσεις των καθ’ ών η προκαταρκτική εξέταση έλαβε χώρα σε χρόνο που η Εισαγγελία Διαφθοράς επίσης είχε αποκλειστική αρμοδιότητα και χορηγήθηκε η αιτηθείσα προθεσμία. Ως εκ τούτου δεν τίθεται κανένα ζήτημα καταχρηστικότητας της δίωξης».