Η κυβέρνηση απλώς μεταθέτει τις οικονομικές υποχρεώσεις των επιχειρήσεων και αντί να επιδοτήσει την εργασία επιδοτεί την αναστολή της
Οπου κι αν αποταθείς, άπαντες μιλάνε για την οικονομική κρίση που έρχεται ως επακόλουθο του κοινωνικού αποκλεισμού που επέφερε η πανδημία Covid-19. Οποιον οικονομικό παράγοντα κι αν ρωτήσεις, κάνει λόγο για μια δύσκολη επόμενη μέρα η οποία θα κινηθεί σε αχαρτογράφητα νερά.
Το κυρίαρχο ερώτημα που αναφύεται λοιπόν είναι: μπορεί αυτή η κυβέρνηση να οδηγήσει το καράβι σε άγνωστες, φουρτουνιασμένες θάλασσες; Μπορεί ο καπετάνιος, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, να συνεχίσει να πλοηγεί βασιζόμενος μόνο σε όρους επικοινωνιακής διαχείρισης της κρίσης; Οι απαντήσεις, τουλάχιστον όπως φαίνεται μέχρι τώρα, δυστυχώς δεν προσδίδουν ευοίωνες προοπτικές στην προσπάθεια πλοήγησης της πραγματικής οικονομίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε υπήνεμα νερά…
Νεοφιλελεύθερες αγκυλώσεις
Είναι προφανές από τις μέχρι τώρα κυβερνητικές πρωτοβουλίες σε οικονομικό επίπεδο ότι η βυθισμένη στις ιδεοληψίες τής νεοφιλελεύθερης πολιτικής κυβέρνηση προσπαθεί να σώσει τους λίγους εις βάρος των πολλών αγοράζοντας χρόνο με αναστολές.
Ετσι, επιλέγει να αναστείλει την καταβολή φόρων, ασφαλιστικών εισφορών κ.λπ. μεταφέροντας το βάρος της πληρωμής για αργότερα. Πότε δηλαδή; Για το φθινόπωρο, εποχή που η πραγματική οικονομία θα ασφυκτιά από την έλλειψη χρήματος που συνεπάγεται η μείωση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών της χώρας και η κατακρήμνιση του τζίρου εκείνων των κλάδων της οικονομίας που θεωρούνται ατμομηχανές της.
Ο τουριστικός κλάδος έχει ήδη πληγεί ανεπανόρθωτα αφού το πρώτο εξάμηνο του 2020 ο τζίρος είναι σχεδόν μηδενικός – όταν πέρυσι εισέφερε περίπου 6 δισ. ευρώ στο ελληνικό ΑΕΠ, ενώ ο επισιτιστικός κλάδος μετρά ήδη απώλεια τζίρου της τάξης του 90%. Το ίδιο συμβαίνει και με τον κλάδο του εμπορίου (χονδρικό και λιανικό) ο οποίος εισέφερε περί τα 40 δισ. ευρώ ετησίως στο ελληνικό ΑΕΠ και άπαντες περιμένουν μια καταβαράθρωση των ποσών που εισφέρει στην οικονομία.
Για παράδειγμα, η ένδυση και η υπόδηση εμφανίζουν υποχώρηση της τάξης του 50-70%. Μάλιστα ο Εμπορικός Σύλλογος Αθήνας έχει προειδοποιήσει ότι τρεις στις δέκα εμπορικές επιχειρήσεις αναμένεται να μην ξαναλειτουργήσουν όταν η οικονομία επανέλθει σε κανονική λειτουργία.
Ετσι η κυβέρνηση:
• Αντί να επιδοτήσει την απασχόληση, αποφάσισε να επιδοτήσει την αναστολή των συμβάσεων εργασίας και μάλιστα με το πενιχρό ποσό των 800 ευρώ για το διάστημα από 18 Μαρτίου έως 30 Απριλίου (δηλαδή οι 1,7 εκατομμύριο πληττόμενοι μισθωτοί θα λάβουν ημερήσια αποζημίωση 17,7 ευρώ και με αυτό το ποσό θα πρέπει να καλύψουν τις προσωπικές και οικογενειακές τους δαπάνες για 45 ημέρες).
• Αντί να ανοίξει τις κάνουλες χρήματος για τους πολλούς εργοδότες ώστε να μπορούν να κρατήσουν τις επιχειρήσεις τους ανοικτές και τους εργαζόμενους ενεργούς (στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της πραγματικής οικονομίας δηλαδή), στέλνει το χρήμα σε λίγους και εκλεκτούς (καναλάρχες, κλινικάρχες, κέντρα διά βίου μάθησης κ.λπ.). Βέβαια δίνει και στο 90% περίπου των επιχειρήσεων (εργοδότες που απασχολούν κάτω από πέντε ανθρώπους προσωπικό) 800 ευρώ μέχρι το τέλος Απριλίου και με αυτό αντισταθμίζει απώλεια τζίρου περίπου 6,5 δισ. ευρώ για το διάστημα από 15 Μαρτίου έως 30 Απριλίου! • Αντί να προχωρήσει σε άμεσες προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού, προσπαθεί να αγοράσει χρόνο με εθελοντική εργασία για την αντιμετώπιση του κορονοϊού. • Αντί να προστατεύσει την πρώτη κατοικία και να αποτρέψει τους πλειστηριασμούς, παλινδρομεί σε ατέρμονες συζητήσεις με τους θεσμούς.
• Αντί να ανακατανείμει ή έστω να αναστείλει τα τουλάχιστον 12 δισ. ευρώ του σχεδίου «Ηρακλής» ώστε να σώσει την πραγματική οικονομία των εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, συνεχίζει να θέλει να επιδοτήσει τις τέσσερις συστημικές τράπεζες με κρατικές εγγυήσεις.
• Αντί να σχεδιάσει σοβαρά την επόμενη μέρα της ελληνικής αγοράς, επιδίδεται σε επικοινωνιακούς ακροβατισμούς μοιράζοντας χρήματα (90.000 ευρώ παρακαλώ) ακόμη και στο σάιτ της εταιρείας που έχει διευθύνουσα σύμβουλο τη σύζυγο του υπουργού Υγείας!
Πενιχρή ρευστότητα στις μικρές επιχειρήσεις
Απαντες περιμένουν τα δάνεια που η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί να δώσει μέσω του μηχανισμού επιστρεπτέας προκαταβολής. Οπως έχει ανακοινωθεί, το συνολικό ύψος του χρηματοδοτικού σχήματος είναι 1 δισ. ευρώ, όταν οι απώλειες για την πραγματική οικονομία μπορεί να ξεπερνούν για το 2020 συνολικά ακόμη και τα 15 δισ. ευρώ, αν ευσταθεί το σενάριο της Morgan Stanley για μείωση του ΑΕΠ κατά 8%.
Οπως έχει ειπωθεί, το ύψος της ενίσχυσης προς κάθε επιχείρηση θα προσδιορίζεται με βάση τη μεταβολή της τρέχουσας κατάστασης της επιχείρησης, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα χαρακτηριστικά της, όπως το απασχολούμενο προσωπικό. Καθίσταται λοιπόν προφανές ότι η πτώση του τζίρου είναι το κυρίαρχο χαρακτηριστικό για το ύψος του δανείου που θα λάβει η κάθε επιχείρηση και όχι ο αριθμός των απασχολουμένων σ’ αυτή.
Ωστόσο μένουν αναπάντητα ερωτήματα για τα κριτήρια χρηματοδότησης μιας επιχείρησης.
• Ποιο είναι το απασχολούμενο προσωπικό (αν δηλαδή θα συμπεριληφθούν ή όχι οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης);
• Τι θα γίνει με όσους δεν απασχολούν εργαζόμενους (αναπόγραφες επιχειρήσεις);
• Ποια είναι η έννοια της «προβληματικής επιχείρησης» ώστε να αποκτήσει δικαίωμα δανειοδότησης;