Τουλάχιστον 1,6 δισ. εργαζόμενοι παγκοσμίως «απειλούνται» με κατάρρευση του βιοτικού τους επιπέδου.
Μια πρώτη εικόνα της κατάστασης στην εγχώρια αγορά εργασίας αλλά και διεθνώς περιγράφει το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), στο 5ο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων κι ενώ η υγειονομική κρίση βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Η Ελλάδα, κατέχει την πρώτη θέση μεταξύ επτά ευρωπαϊκών κρατών ως προς την απώλεια της θέσης εργασίας (46,5%), τον φόβο απόλυσης εντός του επομένου τριμήνου (23,6%) και την μείωση των ωρών εργασίας με παράλληλο περιορισμό των αποδοχών (66,2%).
Οι υπόλοιπες χώρες είναι η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος, η Ιρλανδία και η Ιταλία.
Αποκαλυπτικές είναι οι παρεμβάσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ΔΟΕ), η οποία προειδοποιεί ότι περίπου 1,6 δισ. εργαζόμενοι στην άτυπη οικονομία ‒σχεδόν το ήμισυ του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού‒ κινδυνεύουν άμεσα να βιώσουν κατάρρευση του βιοτικού τους επιπέδου!
Ειδικότερα, η ΔΟΕ εκτιμά ότι η μείωση των ωρών εργασίας το β’ τρίμηνο του 2020 σε σύγκριση με τα επίπεδα πριν από την κρίση (δ’ τρίμηνο του 2019) αναμένεται να φθάσει το 10,5%, απώλεια που ισοδυναμεί με 305 εκατ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Οι μισθοί των εργαζομένων της ανεπίσημης οικονομίας (ευέλικτες μορφές) σε ολόκληρο τον κόσμο, έχουν μειωθεί κατά μέσο όρο 60% τον πρώτο μήνα που ξεδιπλώθηκε η κρίση.
Ανεργία-ΗΠΑ
Η αντίστοιχη κάμψη σε ώρες εργασίας για την Ευρώπη υπολογίζεται σε 11,8%, με το ποσοστό της ανεργίας να ανέρχεται στο 7,4% τον Μάρτιο έναντι 7,3% τον Φεβρουάριο.
Τα «σκήπτρα» της αύξηση της ανεργίας λόγω COVID-19 κρατούν οι ΗΠΑ, όπου από 4,4% τον Φεβρουάριο εκτοξεύθηκε στο 14,7% τον Μάρτιο.
Όπως επισημαίνουν οι επιστημονικοί συνεργάτες της ΓΣΕΕ, είναι έκδηλη η παγκόσμια ανησυχία, η οποία καταγράφεται και από το Eurofound, ότι οι ευέλικτες μορφές εργασίας, η εργασιακή ανασφάλεια και η τηλεργασία θα διαμορφώσουν τη νέα εργασιακή κανονικότητα .
Τονίζουν επίσης, ότι η μείωση των εισοδημάτων που θα ακολουθήσει θα επιδεινώσει περαιτέρω το ήδη μεγάλο πρόβλημα της οικονομικής ανισότητας.
Ανήσυχο εμφανίζεται ακόμη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τις συνέπειες της πανδημίας στα φτωχότερα και πιο ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας, κυρίως επειδή πλήττει τους εργαζομένους με χαμηλή ειδίκευση.