Οι πρόσφατες διώξεις δημοσιογράφων και ανθρώπων του πνεύματος αναζωπύρωσαν στην Τουρκία τη συζήτηση για την ελευθερία του Τύπου. Λίγο πριν από το δημοψήφισμα η κυβέρνηση ασκεί και νέες πιέσεις.
Το δημοψήφισμα στην Τουρκία θα διεξαχθεί στις 16 Απριλίου και οι πολίτες θα κληθούν να απαντήσουν εάν συμφωνούν με το πακέτο των συνταγματικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύει τις εξουσίες του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Πάντως, ο ανώτατος άρχοντας της χώρας έχει ξεκαθαρίσει πως «αυτοί που λένε ”όχι” ανήκουν στους πραξικοπηματίες».
Λίγες εβδομάδες πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος, το κυβερνών συντηρητικό κόμμα AKP επιχειρεί να φιμώσει τους αντιπάλους του, κυρίως με τη βοήθεια προεδρικών διαταγμάτων.
Από τότε που επιχειρήθηκε το αποτυχημένο πραξικόπημα, στις 15 Ιουλίου του περασμένου χρόνου, με τη βοήθεια παρόμοιων διαταγμάτων απολύθηκαν χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι. Την προηγούμενη εβδομάδα απολύθηκαν 330 μέλη του Συμβουλίου για την Παιδεία ΥÖK. Η κυβέρνηση τους επιρρίπτει συνεργασία με το κίνημα Γκιουλέν, το οποίο θεωρεί υπεύθυνο για το πραξικόπημα.
Δεκάδες δημοσιογράφοι και μίντια έχουν μπει στο στόχαστρο της κυβέρνησης. Με προεδρικά διατάγματα έκλεισαν πολλοί τηλεοπτικοί σταθμοί και εφημερίδες. Ανάμεσά τους ο φιλοκουρδικός σταθμός IMC TV, το πρακτορείο ειδήσεων Cihan και η εφημερίδα «Taraf».
«Το πρόβλημα είναι ότι τα προεδρικά διατάγματα δεν μπορούν να κριθούν στα δικαστήρια και ως εκ τούτου πολλές φορές τα ΜΜΕ κλείνουν χωρίς καν να γνωρίζουν τον λόγο» υποστηρίζουν ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καταγγέλλουν, αλλά παραμένουν ανώνυμοι, εξαιτίας του φόβου των αντιποίνων.
Καθημερινές οι δικαστικές αποφάσεις
Δεκάδες δημοσιογράφοι έχουν συλληφθεί στην Τουρκία
Την προηγούμενη εβδομάδα απολύθηκαν δύο δημοσιογράφοι απλά και μόνο επειδή τάχθηκαν υπέρ του «Όχι» στο δημοψήφισμα. O ένας ήταν ο Ιρφάν Ντεμιρτσί, πρώην παρουσιαστής του τηλεοπτικού σταθμού Kanal D. Απολύθηκε διότι είπε «Όχι» στο δημοψήφισμα μέσω Τwitter.
Ο άλλος δημοσιογράφος ήταν ο Χακάν Τσελένκ, ο οποίος εργαζόταν στην εφημερίδα «Posta Hakan».
Και τα δύο Μέσα ανήκουν στον όμιλο Dogan, ο οποίος είναι φίλα προσκείμενος στην κυβέρνηση Ερντογάν. Μετά την απόλυση των δύο δημοσιογράφων, πολίτες διέδωσαν μέσω Τwitter το hastag #DoganMedyaBoykot καλώντας σε μποϊκοτάζ.
Σύμφωνα με τον Σουάν Γκετσκίν, καθηγητή στη σχολή ΜΜΕ του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης, ο όμιλος Dogan είναι ένα καλό παράδειγμα για το πώς η κυβέρνηση προσπαθεί να ελέγξει τα μίντια.
Η άσκηση πίεσης είναι εμφανής, λέει ο δημοσιογράφος Μπάρις Πεχλιβάν από τον τηλεοπτικό σταθμό Oda TV. Μιλώντας στην «Deutsche Welle» δηλώνει πως «καθημερινά μας έρχονται δικαστικές αποφάσεις να απομακρύνουμε συγκεκριμένες ειδήσεις από τις ιστοσελίδες μας. Εάν δεν το κάνουμε, τότε μας αναγκάζουν να κλείσουμε». Ο ίδιος είχε εκτίσει ποινή φυλάκισης 19 μηνών, διότι είχε γράψει πολλά άρθρα σχετικά με το κίνημα Γκιουλέν και τις τακτικές της τουρκικής κυβέρνησης.
Η δημοσιογραφία είναι σήμερα ένα ιδιαίτερα επικίνδυνο επάγγελμα στην Τουρκία και λίγες εβδομάδες πριν από το δημοψήφισμα φαίνεται να γίνεται ακόμα πιο επικίνδυνο.
Διχασμένη η τουρκική κοινωνία εν όψει του δημοψηφίσματος
Αν στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου οι πολίτες ψηφίσουν υπέρ των αλλαγών, η Τουρκία γυρίζει σελίδα.
Το πολίτευμα μετατρέπεται από προεδρευόμενη δημοκρατία σε προεδρική δημοκρατία με ευρύτατες εκτελεστικές υπερεξουσίες στον πρόεδρο και αποδυνάμωση της κυβέρνησης και του κοινοβουλίου.
Το δημοψήφισμα θα διενεργηθεί υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης που ισχύει από τον περασμένο Ιούλιο και ανανεώνεται ανά τρίμηνο, και με την ηγεσία του κουρδικού κόμματος στη φυλακή εν αναμονή δίκης με την κατηγορία της «τρομοκρατικής δράσης».
Το καθεστώς έκτακτης ανάγκης περιορίζει σημαντικά την προεκλογική εκστρατεία όσων είναι κατά του νέου συντάγματος, καθώς οι απόψεις τους μπορεί να εκληφθούν ως προσβολή κατά του θεσμού του προέδρου. Πάντως, οι πρώτες δημοσκοπήσεις δείχνουν την κοινωνία διχασμένη και προβληματισμένη. Από την αντιπολίτευση, το ακροδεξιό κόμμα του Ντεβλέτ Μπαχτσελί συμπράττει με την κυβέρνηση. Όμως τα άλλα δύο κόμματα, το Ριζοσπαστικό Λαϊκό και το κουρδικό κόμμα Δημοκρατίας των Λαών, διαφωνούν απόλυτα.