Ο μπαρουτοκαπνισμένος μονόφθαλμος στρατιωτικός που συνέδεσε τη ζωή του με τη γέννηση του έθνους του Ισραήλ Από αντάρτης μέχρι στρατηγός και υπουργός τελικά, ο μεγάλος πρωταγωνιστής του Πολέμου των Έξι Ημερών μετατράπηκε στα στερνά του σε κήρυκα της ειρήνης, έχοντας καταλάβει πως μόνο μέσα από την ειρήνη προκόβουν οι λαοί.
Μέχρι τότε βέβαια είχε δεκαετίες και δεκαετίες πολέμου στις πλάτες του και η ζωή του ήταν συνυφασμένη με την ίδια την ιστορία του Ισραήλ. Το πειρατικό κάλυπτρο στο χαμένο στον Β’ Παγκόσμιο μάτι του μετατράπηκε σε σύμβολο του έθνους και έγινε το όχημα της πολιτικής αλλαγής.
Εκεί που κάποτε ήταν ο Νο 1 εχθρός του αραβικού κόσμου, έχοντας διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο σε τέσσερις πολέμους, ο Νταγιάν διαπραγματεύτηκε τελικά τη συνθήκη ειρήνης μεταξύ Ισραήλ και Αιγύπτου και εκσυγχρόνισε τον στρατό της χώρας του, κάνοντάς τον φόβητρο για τη Μέση Ανατολή.
Πόσο δρόμο είχε διανύσει ο Νταγιάν στη ζωή του από κείνο το παιδάκι που γεννήθηκε το 1915 στην υπό οθωμανικό ζυγό Παλαιστίνη μέχρι να φτάσει να γίνει υπουργός Άμυνας στο ανεξάρτητο κράτος του Ισραήλ! Αντάρτης στην παράνομη εβραϊκή αντίσταση της Χαγκανά ήδη από τα μικράτα του, είχε φυλακιστεί από τις βρετανικές αρχές, αν και δεν θα καταλάγιαζε.
Αφού πήρε μέρος στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας το 1948, οδήγησε τα ισραηλινά στρατεύματα στην εισβολή στη χερσόνησο του Σινά το 1956 και μετατράπηκε σε εθνικό ήρωα, πριν εκλεγεί στο Κοινοβούλιο με την κυβέρνηση του μέντορά του Νταβίντ μπεν Γκουριόν, υπηρετώντας πια ως υπουργός Άμυνας και μετατρεπόμενος σε αρχιτέκτονα των διαπραγματεύσεων ειρήνης.
Ήταν ωστόσο στον Πόλεμο των Έξι Ημερών το 1967 που θα γινόταν σύμβολο νίκης και στρατιωτικής υπεροχής, βάζοντάς τα με τον συνασπισμό των αραβικών κρατών και καταλαμβάνοντας τη Δυτική Όχθη, τη Λωρίδα της Γάζας, την Ανατολική Ιερουσαλήμ και τα Υψίπεδα του Γκολάν. Η πολιτική του καριέρα θα μετρούσε αντίστοιχες νίκες, σε διπλωματικό πια επίπεδο, αφού ως υπουργός Εξωτερικών διαπραγματεύτηκε τη συνθήκη ειρήνης με την Αίγυπτο το 1979.
Όταν έφυγε από τη ζωή, ήταν ο στρατιωτικός ηγέτης με τη μεγαλύτερη φήμη και επιρροή στη χώρα του, μια χαρισματική προσωπικότητα που είχε πάντα το μαύρο κάλυπτρο στο μάτι να αντιπροσωπεύει τους αγώνες του έθνους του, ένα έθνος που του όφειλε την ίδια την επιβίωσή του.
Γεννημένος στο πρώτο κιμπούτς της περιοχής, το οποίο μετατράπηκε σε πρότυπο αγροτικής παραγωγής και συνεργασίας, άρχισε τη στρατιωτική του καριέρα ήδη από το 1937, όταν οι Βρετανοί τον έκαναν ξεφτέρι στον ανταρτοπόλεμο και τις νυχτερινές επιχειρήσεις κατά των αδέσποτων αραβικών θυλάκων της Παλαιστίνης.
Αυτές οι εβραϊκές ένοπλες ομάδες θα αποτελούσαν λίγο αργότερα τον πυρήνα του ισραηλινού στρατού, καθώς ο σιωνιστής Νταγιάν ήταν πεπεισμένος ότι μόνο μέσω του ένοπλου αγώνα θα αποκτούσε ο λαός του κράτος. Κι έτσι πολεμούσε πια τους Άγγλους, κάτι που θα τον έφερνε στη φυλακή (1939-1941). Μετά την απελευθέρωσή του, οδήγησε τις εβραϊκές δυνάμεις της Παλαιστίνης κατά των Γάλλων του Βισί στη Συρία και τον Λίβανο, όπου θα έχανε το μάτι του.
Το 1948 πήρε μέρος στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του Ισραήλ ως στρατιωτικός διοικητής της Ιερουσαλήμ και την επόμενη χρονιά συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις ανακωχής με την Ιορδανία. Ως αρχιστράτηγος των ενόπλων δυνάμεων από το 1953 ως το 1958, ενορχήστρωσε και εκτέλεσε την εισβολή του 1956 στη χερσόνησο του Σινά της Αιγύπτου, κίνηση που θα τον εγκαθίδρυε στρατιωτικά αλλά και κοινωνικά.
Το 1959 εκλέχτηκε βουλευτής με τον συνασπισμό των Εργατικών και διορίστηκε υπουργός Γεωργίας από τον μέντορά του, πρωθυπουργό μπεν Γκουριόν. Παραιτήθηκε το 1964, εκλέχτηκε ξανά το 1965 και την 1η Ιουνίου 1967, όταν ο πόλεμος με τα γειτονικά αραβικά έθνη ήταν προ των πυλών, τοποθετήθηκε εσπευσμένα υπουργός Άμυνας, πάνω στην ώρα δηλαδή για τον Πόλεμο των Έξι Ημερών (5-10 Ιουνίου 1967), όταν αυτός και ο επικεφαλής του στρατού, Γιτζάκ Ράμπιν, μέτρησαν έναν στρατιωτικό άθλο που ακούστηκε στα πέρατα του κόσμου.
Παρά τη φήμη που απολάμβανε στην εξωτερική πολιτική του Ισραήλ κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1970, επικρίθηκε έντονα το 1973, όταν Αίγυπτος και Συρία επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ κατά τη διάρκεια της μεγαλύτερης θρησκευτικής γιορτής των εβραίων (Γιομ Κιπούρ) και οι ένοπλες δυνάμεις του φάνηκαν ανέτοιμες να υπερασπιστούν την εδαφική κυριαρχία.
Ο υπόλοιπος δημόσιος βίος του χαρακτηρίστηκε από πολιτικές κόντρες στο εσωτερικό, για τον λαό ωστόσο ήταν πάντα ο αρχιτέκτονας της ανεξαρτησίας, ο άνθρωπος που μαζί με μια χούφτα ακόμα προσωπικοτήτων πήρε ένα έθνος από το χέρι και του έδωσε μια λωρίδα γης να ζει…
Πρώτα χρόνια
Ο Μοσέ Νταγιάν γεννιέται στις 20 Μαΐου 1915 μέσα στην πρώτη συνεργατική -σοσιαλιστικού τύπου- αγροτική κοινότητα της Παλαιστίνης. Ήταν το πρώτο παιδί που γεννιόταν στο κιμπούτς Ντεγκάνια Άλεφ, που βρισκόταν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το κιμπούτς που θα γινόταν πρότυπο όλων των πετυχημένων αγροτικών συνεταιρισμών του Ισραήλ.
Ήδη από τις πρώτες στιγμές της ζωής του γνώρισε πολλές δυσκολίες, τόσο τη φτώχεια και τη σκληρή δουλειά όσο και τις επιθέσεις Τούρκων και Αράβων στον μικρό αγροτικό οικισμό. Κι έτσι από τα 14 του εντάσσεται στη Χαγκανά, την εβραϊκή εθνοφρουρά που υπερασπιζόταν τους καταυλισμούς από τις αραβικές εισβολές.
Το απόσπασμα των αγροτών εκπαίδευαν στον ανταρτοπόλεμο οι Βρετανοί και κυρίως ο εξπέρ στις καταδρομές, λοχαγός Τσαρλς Γουίνγκεϊτ, μιας και οι εβραϊκές ένοπλες ομάδες εξυπηρετούσαν την πολιτική των Βρετανών. Ο Νταγιάν πήρε μέρος στην ταραγμένη περίοδο του 1936-1939, όταν εντάθηκαν οι συγκρούσεις μουσουλμάνων και εβραίων, και ξεπήδησε στρατιωτικός ηγέτης της Χαγκανά και μαέστρος στον ανορθόδοξο πόλεμο.
Μόνο που το 1939 το εβραϊκό αντάρτικο σταμάτησε να εξυπηρετεί τους σκοπούς των Άγγλων και απαγορεύτηκε. Κι έτσι πιάνουν τον νεαρό αξιωματικό και τον καταδικάζουν σε πέντε χρόνια φυλακή. Τον απελευθερώνουν όμως εσπευσμένα το 1941 για να τους βοηθήσει στις μάχες τους με τους γάλλους δωσίλογους του Βισί. Ο Νταγιάν εντάχτηκε στον βρετανικό στρατό ως λοχίας και πήρε μέρος σε όλες τις συμμαχικές επιχειρήσεις της Μέσης Ανατολής κατά των δυνάμεων του Άξονα.
Ήταν εκεί στην απελευθέρωση του Λιβάνου και της Συρίας από το γαλλικό προδοτικό καθεστώς και σε μια μάχη τον Ιούνιο του 1941 τραυματίστηκε σοβαρά χάνοντας το αριστερό του μάτι. Το χαρακτηριστικό μαύρο κάλυπτρο θα γινόταν το σήμα-κατατεθέν του. Με τον βρετανικό στρατό συνεργάστηκε ευρέως, στήνοντας ακόμα και μυστικό ραδιοφωνικό δίκτυο πίσω από τις γραμμές του εχθρού, σε περίπτωση που η Παλαιστίνη έπεφτε στα χέρια των Ναζί.
Ο Νταγιάν παρέμεινε στη Χαγκανά μέχρι και το 1948, όταν θα ξεσπούσε ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας…
Ο ήρωας του έθνους του Ισραήλ
Ήταν στον πόλεμο του 1948 που θα αποδείκνυε στο πεδίο της μάχης όσα είχε μάθει στον βρετανικό στρατό, αποφεύγοντας όλα εκείνα που του χτυπούσαν στο μάτι, όπως η φαινομενική πειθαρχία και η συμβατική παράταξη μάχης. Είχε περάσει εξάλλου τόσα χρόνια σε καθεστώς μόνιμων εχθροπραξιών και δεν φοβόταν να πολεμήσει.
Η Χαγκανά μετρούσε πια κοντά 30.000 άντρες και με την αποχώρηση των Άγγλων οι εχθροπραξίες με τα γειτονικά αραβικά έθνη είχαν ενταθεί. Όταν ξέσπασε ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας το 1948, ο Νταγιάν ήταν επικεφαλής της άμυνας των καταυλισμών στην Κοιλάδα του Ιορδάνη. Αργότερα τοποθετήθηκε στο νότιο μέτωπο, ανακόπτοντας την εισβολή των αιγυπτιακών δυνάμεων. Τον Αύγουστο του 1948 ανέλαβε την υπεράσπιση της Ιερουσαλήμ και σε κάθε μάχη που πήρε μέρος αντιμετώπιζε πάντα υπέρτερους στρατιωτικά και αριθμητικά εχθρούς.
Ο αντισυνταγματάρχης πια Νταγιάν ακολουθούσε τους δικούς του κανόνες, αψηφώντας συχνά τα δόγματα των ανωτέρων του. Οι στρατιωτικές του επιτυχίες τον έθεταν ωστόσο στο απυρόβλητο και απέκτησε τη φήμη του γενναίου, που δεν φοβόταν να προσβάλει οχυρωμένες θέσεις και ισχυρά αραβικά φρούρια.
Όταν έληξε ο πόλεμος το 1949, ο υποστράτηγος Νταγιάν πήρε μέρος στις διαπραγματεύσεις με την Ιορδανία στη Ρόδο και με τις εμφατικές νίκες στη φαρέτρα του, υπηρετούσε πια ως επιτελάρχης στο Γενικό Επιτελείο Στρατού. Το 1953 έγινε επικεφαλής των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων και ως αρχιστράτηγος έλαβε ειδική μέριμνα για τη στελέχωση του επαγγελματικού στρατού και τον εκσυγχρονισμό του. Έκανε όμως και κάτι ακόμα, εξουσιοδότησε τους στρατιώτες κάθε μονάδας να διαλέξουν εκείνοι τους διοικητές τους, άντρες που είχαν διακριθεί στο πεδίο της μάχης και απολάμβαναν τον σεβασμό όλων.
Η αραβική επιθετικότητα αυξανόταν όμως από τα γειτονικά έθνη, διατηρώντας τον ναυτικό αποκλεισμό του Ισραήλ, το οικονομικό εμπάργκο αλλά και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο εσωτερικό της νεοσύστατης χώρας. Ο Νταγιάν καλούσε σε πράξεις αντίποινας κατά της αραβικής τρομοκρατίας, θεωρώντας πως το πράγμα εξωθούνταν σε νέο πόλεμο.
Κάτω από τις διαταγές του, ο ισραηλινός στρατός έκανε επιθέσεις στη Γάζα και σε άλλες περιοχές, προκαλώντας βαριές απώλειες στους Αιγύπτιους, τους Σύριους και τους άλλους αραβικούς πληθυσμούς. Στις 29 Οκτωβρίου 1956, ο Νταγιάν οδήγησε τα στρατεύματά του στο Σουέζ καταλαμβάνοντας τη χερσόνησο του Σινά, όταν Αίγυπτος, Συρία και Ιορδανία υπέγραψαν εκείνη τη συνθήκη που έψαχνε να καταστρέψει το Ισραήλ. Νίκησε τον καλύτερα εξοπλισμένο και μεγαλύτερο αριθμητικά στρατό των Αιγυπτίων σε οκτώ ημέρες και έγινε θρύλος…
Ο πολιτικός Μοσέ Νταγιάν
Ο υποστράτηγος εγκατέλειψε τις ένοπλες δυνάμεις το 1958 για να ζήσει μια δεύτερη καριέρα στην πολιτική σκηνή. Προσχώρησε στο Εργατικό Κόμμα, σοσιαλιστής καθώς ήταν από τα γεννοφάσκια του, και εκλέχτηκε βουλευτής το 1959. Χρημάτισε υπουργός Γεωργίας από το 1959-1964, όταν παραιτήθηκε εξαιτίας της πολιτικής διαμάχης του με τον νέο πρωθυπουργό.
Προσχώρησε στον νέο πολιτικό φορέα του μέντορά του μπεν Γκουριόν και την επόμενη χρονιά ήταν και πάλι στη Βουλή. Η πολιτική του φήμη αυξήθηκε καθοριστικά όταν τοποθετήθηκε υπουργός Άμυνας το 1967, πάνω στην ώρα για τον Πόλεμο των Έξι Ημερών με την Αίγυπτο, τη Συρία και την Ιορδανία. Όταν οι Σύριοι βομβάρδιζαν τους ισραηλινούς οικισμούς στα βόρεια της Γαλιλαίας, ο Νταγιάν ήταν αυτός που πήρε την απόφαση να εξαπολύσει ολομέτωπη επίθεση κατά της Συρίας. Ήταν όμως και αυτός που αποφάσισε να σταματήσει τις εχθροπραξίες ενορχηστρώνοντας το σύμφωνο ανακωχής με την αραβική χώρα μέσω του τοποτηρητή του ΟΗΕ στην περιοχή.
Τώρα ήταν διοικητής των περιοχών που είχε καταλάβει ο στρατός του και άνοιξε μάλιστα τα σύνορα για την ελεύθερη διακίνηση των αραβικών πληθυσμών προς και από τις γειτονικές χώρες. Μέχρι και τη σημαία του Ισραήλ κατέβασε από τζαμιά, σεβόμενος τη διαφορετικότητα.
Διατήρησε τη θέση του υπουργού Άμυνας όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία η Γκόλντα Μέγιερ το 1969 και του αναγνώριζαν πια ή τον επέκριναν αντιθέτως για τους τολμηρούς πολιτικούς χειρισμούς του. Όπως, για παράδειγμα, το 1973, στην πλέον αμφιλεγόμενη κίνησή του, όταν απαίτησε την ίδρυση ισραηλινού λιμανιού στα κατεχόμενα αιγυπτιακά εδάφη. Η πρωθυπουργός αναγκάστηκε να δεχτεί το παράλογο αίτημά του φοβούμενη μήπως αποχωρήσει από τον κυβερνητικό σχηματισμό.
Πριν αρχίσουν όμως τα πλάνα για τον εποικισμό, ο αιγύπτιος πρόεδρος Ανουάρ Σαντάτ επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ στις 6 Οκτωβρίου 1973, κατά τον εορτασμό της μεγαλύτερης θρησκευτικής γιορτής των εβραίων, επιδιώκοντας να πιάσει την άμυνα της χώρας ανέτοιμη. Και το πέτυχε. Τα αιγυπτιακά στρατεύματα πέρασαν το Σουέζ και ανάγκασαν το Ισραήλ σε βαριές απώλειες.
Η ανακωχή που υπογράφηκε στις 22 Οκτωβρίου ντρόπιασε τον Νταγιάν και καταρράκωσε το ηθικό των Ισραηλινών, αφού φάνηκε πως ήταν ανέτοιμοι για ολομέτωπο μέτωπο μακράς διαρκείας. Η ευθύνη έπεσε στον υπουργό Άμυνας, Μοσέ Νταγιάν, και ο εξοργισμένος λαός ζητούσε τώρα την παραίτησή του. Ακόμα και το Ανώτατο Δικαστήριο άρχισε να ερευνά τις κινήσεις του κατά τη βραχύβια μάχη με την Αίγυπτο. Η ειδική επιτροπή ζήτησε την παραίτηση του αρχηγού του στρατού, επιφυλάχθηκε ωστόσο στην κρίση της για τον Νταγιάν.
Τύπος και κοινό τον κατακεραύνωναν όμως, όπως και το στρατοδικείο από το οποίο πέρασε, όπου χαροκαμένοι γονείς τον αποκαλούσαν δολοφόνο των παιδιών τους. Κι έτσι υπέβαλε την παραίτησή του το 1974, ο πολιτικός κόσμος δεν ήθελε ωστόσο να τον αφήσει να κλείσει έτσι την καριέρα του. Κι έτσι η νέα κυβέρνηση του Μεναχέμ Μπέγκιν του πρόσφερε το 1977 τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, παρά το γεγονός ότι ο Νταγιάν ήταν σοσιαλιστής.
Αποδέχτηκε τη θέση στην αντίπαλη κυβέρνηση γιατί πίστευε ότι «μπορώ να επηρεάσω σημαντικά τις κινήσεις του Ισραήλ αναφορικά με την επίτευξη ειρήνης με τα γειτονικά αραβικά κράτη και τους παλαιστίνιους κατοίκους της Ιουδαίας και της Λωρίδας της Γάζας».
Και το έπραξε ευθύς αμέσως, καθώς τον Μάιο του 1977 άρχισε να διαπραγματεύεται με την Αίγυπτο στη βάση της αναγνώρισης της εδαφικής κυριαρχίας του Ισραήλ με αντάλλαγμα την επιστροφή του Σινά. Οι διαπραγματεύσεις κράτησαν 18 μήνες και, με την παρέμβαση του αμερικανού προέδρου Τζίμι Κάρτερ, οι συνομιλίες μεταφέρθηκαν στο Camp David, όπου και υπογράφηκε το σύμφωνο ειρήνης στις 17 Σεπτεμβρίου 1978.
Ο Νταγιάν παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του το 1979, όταν δεν τέθηκε επικεφαλής των συνομιλιών με τους Παλαιστίνιους. Δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε το δικό του κόμμα, το οποίο καλούσε σε μονομερή αποχώρηση όλων των Ισραηλινών από τα κατεχόμενα εδάφη του 1967. Μπήκε μεν στη Βουλή το 1981, με μόλις δύο αντιπροσώπους όμως.
Έχοντας διαγνωστεί με καρκίνο του παχέος εντέρου ήδη από τον Μάιο του 1979, άφησε την τελευταία του πνοή στις 16 Οκτωβρίου 1981 στο Τελ Αβίβ, ενταφιάστηκε ωστόσο στο κιμπούτς όπου είχε γεννηθεί. Μέχρι τότε είχε γράψει και τέσσερα βιβλία, μεταξύ αυτών και την αυτοβιογραφία του.
Όντας ερασιτέχνης αρχαιολόγος, είχε καταφέρει να συγκεντρώσει μια μεγάλη συλλογή αρχαιοτήτων, οι οποίες έφεραν νέες επικρίσεις μεταθανάτια. Η δεύτερη σύζυγός του την εμπιστεύτηκε στο αρχαιολογικό μουσείο του Ισραήλ…