Tο υπουργείο Οικονομικών ούτε επιβεβαίωσε και ούτε διέψευσε ρητώς, αλλά επί της ουσίας φαίνεται να επιβεβαιώνει την ύπαρξη εσωτερικής γνωμοδότησης σχετικά με το ελληνικό χρέος, την οποία επικαλούνται σήμερα οι γερμανικές εφημερίδες Handelsblatt και Die Welt.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, το υπουργείο εκτιμά πως μια ενδεχόμενη αναστολή χρέους για την Ελλάδα ως το 2040 θα στοίχιζε τους δανειστές 120 δισ. ευρώ.
Μαθηματικά «για τον καθένα»
Μιλώντας σήμερα στο κυβερνητικό μπρίφινγκ στο Βερολίνο ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών, Γιουργκ Βάισγκερμπερ, άφησε να εννοηθεί ότι πρόκειται για γνωμοδότηση παλαιότερης ημερομηνίας και έκανε λόγο για μαθηματικούς υπολογισμούς, τους οποίους ο καθένας θα μπορούσε να έχει κάνει. Επισήμανε δε, ότι υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι ώστε να διατηρηθεί το κρατικό χρέος βιώσιμο – είτε μέσω του πρωτογενούς πλεονάσματος, είτε μέσω του ύψους των επιτοκίων ή άλλων παραγόντων.
Πάντως το ζητούμενο, προς το παρόν, είναι ότι τον Φεβρουάριο θεσμοί και ελληνική κυβέρνηση είχαν συμφωνήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5%. Το πλεόνασμα αυτό σε συνδυασμό με την εφαρμογή των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων καθιστά το ελληνικό χρέος βιώσιμο. Από την άλλη πλευρά, ένα μικρότερο πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό, όπως και η μη υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, θα επέφεραν «μεσοπρόθεσμα» μεγαλύτερες δημοσιονομικές ανάγκες για την Ελλάδα και μεγαλύτερα βάρη για τους πιστωτές. Όπως τόνισε ο κ. Βάισγκερμπερ, δεν γίνεται να μην υλοποιούνται μεταρρυθμίσεις και μέτρα και την ίδια στιγμή να θέλεις να τα αντισταθμίσεις με ελαφρύνσεις στο χρέος.
Συζήτηση για ελάφρυνση μετά το 2018
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Οικονομικών κατέστησε σαφές ότι το πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% αφορά το τρέχον πρόγραμμα μέχρι την ολοκλήρωσή του τον επόμενο χρόνο. Οποιοδήποτε ζήτημα σχετίζεται με την ελάφρυνση του χρέους θα συζητηθεί μετά την ολοκλήρωση του τρίτου πακέτου βοήθειας. Βέβαια είναι γνωστό ότι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε θα ήθελε και πέραν του 2018 την καθιέρωση πρωτογενούς πλεονάσματος σε αυτό το ύψος για ένα «μεσοπρόθεσμο» διάστημα. Το σκεπτικό του είναι απλό: όσα περισσότερα βάρη αναλάβει η Ελλάδα, τόσα λιγότερα θα πρέπει να σηκώσει η Γερμανία.