Με τρία παράνομα «κόλπα», που εφαρμόζονται κατά τον υπολογισμό του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων, το υπουργείο Οικονομικών κατορθώνει κάθε χρόνο να εισπράττει από εκατομμύρια φορολογούμενους επιπλέον ποσά φόρου από αυτά που θα έπρεπε να χρεώσει στην πραγματικότητα!
Την τριετία 2014 – 2016 όλοι σχεδόν οι ιδιοκτήτες κτισμάτων πλήρωσαν κύριο ΕΝΦΙΑ με «καπέλο», εξαιτίας συγκεκριμένων μεθοδεύσεων του υπουργείου Οικονομικών με τις αντικειμενικές αξίες και τους «συντελεστές παλαιότητας».
Τα ίδια τεχνάσματα θα εφαρμοστούν και φέτος, με αποτέλεσμα εκατομμύρια ιδιοκτήτες να χρεωθούν και πάλι άδικα με επιπλέον ΕΝΦΙΑ. Παράνομος είναι και ο τρόπος υπολογισμού του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ. Στην περίπτωση του φόρου αυτού, το υπουργείο Οικονομικών δεν αφαιρεί από τη συνολική φορολογητέα αξία των ακινήτων το υπόλοιπο των στεγαστικών δανείων που χρωστά ο ιδιοκτήτης.
Έξτρα κύριος φόρος
Ας δούμε, όμως, πιο αναλυτικά τις μεθοδεύσεις του υπουργείου Οικονομικών με τις οποίες καταφέρνει κάθε χρόνο να υπερχρεώνει εκατομμύρια ιδιοκτήτες ακινήτων, όπως τις παρουσιάζει η εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος»:
1. Για τον υπολογισμό του κύριου ΕΝΦΙΑ, το υπουργείο Οικονομικών καθιέρωσε μία κλίμακα συντελεστών Βασικού Φόρου. Οι συντελεστές αυτοί αυξάνονται όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα των τιμών ζώνης ανά τ.μ. που ισχύουν στις περιοχές στις οποίες βρίσκονται τα κτίσματα. Οι συντελεστές του Βασικού Φόρου ξεκινούν από τα 2 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο για κτίσματα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμές ζώνης μέχρι 500 ευρώ ανά τ.μ. και φθάνουν μέχρι τα 13 ευρώ ανά τ.μ. για τα κτίσματα που βρίσκονται σε περιοχές με τιμές ζώνης άνω των 5.000 ευρώ. Οι «τιμές ζώνης ανά τ.μ.» που λαμβάνονται υπόψη για την κλιμάκωση των συντελεστών του Βασικού Φόρου είναι οι αντικειμενικές τιμές ανά τ.μ., οι οποίες ισχύουν ανά περιοχή για νεόδμητα διαμερίσματα 1ου ορόφου με πρόσοψη σε ένα δρόμο. Δηλαδή, η βάση υπολογισμού του κύριου ΕΝΦΙΑ είναι οι αντικειμενικές αξίες νεόκτιστων διαμερισμάτων 1ου ορόφου με μία μόνο πρόσοψη σε δρόμο!
Ο υπολογισμός λοιπόν του κύριου ΕΝΦΙΑ για όλες τις κατοικίες παλαιότητας άνω του 1 έτους γίνεται με βάση τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων, οι οποίες – παρά το γεγονός ότι στις αρχές του 2016 μειώθηκαν κατά 4% -38% σε πολλές περιοχές της χώρας – εξακολουθούν να βρίσκονται σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα των πραγματικών αξιών των παλαιών κτισμάτων.
2. Από κει και πέρα, ο φόρος που προκύπτει για κάθε κτίσμα, όσο παλαιό κι αν είναι, δεν μειώνεται λόγω παλαιότητας, καθώς δεν εφαρμόζονται οι μειωτικοί συντελεστές παλαιότητας 0,6 έως 0,9 που ισχύουν κανονικά για τα ακίνητα «ηλικίας» ενός έτους και άνω. Οι μειωτικοί αυτοί συντελεστές εφαρμόζονται μόνο στον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ. Οι μειωτικοί συντελεστές παλαιότητας εφαρμόζονται επίσης και κατά τον υπολογισμό των φόρων στις μεταβιβάσεις, στις κληρονομιές, στις δωρεές και τις γονικές παροχές ακινήτων. Αντιθέτως, για τον υπολογισμό του κύριου ΕΝΦΙΑ χρησιμοποιούνται κάθε χρόνο (χρησιμοποιήθηκαν την τριετία 2014 – 2015 και θα χρησιμοποιηθούν και φέτος) κάποιοι άλλοι… εξωπραγματικοί «συντελεστές παλαιότητας», που, αντί να μειώνουν, αυξάνουν το φόρο όσο πιο νέο είναι ένα κτίσμα! Οι «συντελεστές παλαιότητας» που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του κύριου ΕΝΦΙΑ είναι αυξητικοί, όχι μειωτικοί όπως θα ήταν το δίκαιο. Ξεκινούν από το 1 για κτίσματα που έχουν ανεγερθεί από το 1930 μέχρι και πριν από 26 χρόνια και φθάνουν μέχρι το 1,25 για κτίσματα που έχουν κατασκευαστεί την τελευταία τετραετία! Έτσι, ενώ ο Βασικός Φόρος υπολογίζεται με βάση τις αντικειμενικές αξίες ολοκαίνουριων κτισμάτων, δεν μειώνεται καθόλου για όσα από τα κτίσματα αυτά έχουν παλαιότητα άνω των 25 ετών, ενώ για όσα έχουν παλαιότητα από 25 έτη έως και 1 έτος ο Βασικός Φόρος προσαυξάνεται περαιτέρω κατά 5% έως και 25%, καθώς οι… «συντελεστές παλαιότητας» που χρησιμοποιούνται κλιμακώνονται από 1,05 έως 1,25!
Τα «τρικ» που περιγράψαμε παραπάνω με τις αντικειμενικές αξίες και τους συντελεστές παλαιότητας θα εφαρμοστούν και φέτος κατά τον υπολογισμό του κύριου ΕΝΦΙΑ επί των κτισμάτων που κατείχαν οι φορολογούμενοι την 1η-1-2017.
3. Μια ακόμη παράνομη μεθόδευση εφαρμόζεται από το υπουργείο Οικονομικών στον υπολογισμό του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ. Ο φόρος αυτός επιβάρυνε το 2014 και το 2015 όσους φορολογούμενους κατείχαν την 1η-1-2014 και την 1η-1-2015, αντίστοιχα, κτίσματα και εντός σχεδίων πόλεων οικόπεδα συνολικής αντικειμενικής αξίας άνω των 300.000 ευρώ. Από το 2016, το αφορολόγητο όριο των 300.000 ευρώ έχει μειωθεί στις 200.000 ευρώ. Το παράνομο «τέχνασμα» που εφαρμόζεται στην περίπτωση του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ είναι ο μη συνυπολογισμός των οφειλών που βαρύνουν τα ακίνητα. Θα έπρεπε δηλαδή κανονικά να προβλέπεται ότι από τη συνολική αντικειμενική αξία της ακίνητης περιουσίας, η οποία απομένει προς φορολόγηση με την κλίμακα του συμπληρωματικού ΕΝΦΙΑ, μετά την αφαίρεση του αφορολόγητου ορίου, εκπίπτει το ανεξόφλητο υπόλοιπο των στεγαστικών δανείων που έχουν ληφθεί από τον φορολογούμενο και βαρύνουν την ακίνητη περιουσία του. Το εκπεστέο ανεξόφλητο υπόλοιπο στεγαστικών δανείων θα έπρεπε να είναι αυτό το οποίο είχε διαμορφωθεί την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους φορολόγησης. Η έκπτωση του ανεξόφλητου υπολοίπου των στεγαστικών δανείων είχε ισχύσει στο Φόρο Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας που θεσπίστηκε το 1997 (με το νόμο 2459/1997) και ίσχυσε μέχρι και το 2007. Είναι δηλαδή μια νομοθετική ρύθμιση που καθιστά δικαιότερο τον τρόπο υπολογισμού κάθε φόρου που υπολογίζεται επί της αξίας της κατεχόμενης ακίνητης περιουσίας.