Σε χαμηλά επίπεδα παγκοσμίως βρίσκεται η ενημέρωση σχετικά με την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, παρόλο που η χρήση των ψηφιακών συσκευών έχει αυξηθεί δραματικά.
Έρευνα με 6.000 συμμετέχοντες, που διεξήχθη σε 6 χώρες (Ηνωμένες Πολιτείες, Αυστραλία, Βραζιλία, Κίνα, Πολωνία και Ηνωμένο Βασίλειο), κατέδειξε ότι ενώ η πλειονότητα (64%) γνωρίζει για την ξηροφθαλμία, λιγότερο από το ένα τρίτο (30%) γνωρίζει για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών.
Σχεδόν 50% των συμμετεχόντων δήλωσαν ότι χρησιμοποιούν σε τακτική βάση πολλαπλές ψηφιακές συσκευές ταυτόχρονα, που αυτό συνεπάγεται αυξημένο χρόνο έκθεσης. Πάνω από 30% των συμμετεχόντων ανέφεραν οπτική κούραση, πονοκεφάλους, ξηροφθαλμία και θολή όραση μετά από δύο ώρες χρήσης ψηφιακών συσκευών.
Η έρευνα διεξήχθη από την φαρμακευτική εταιρία Novartis σε συνεργασία με τον δρ. Esen Akpek, καθηγητή Οφθαλμολογίας στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Johns Hopkins και με το Ινστιτούτο IFTF που αποτελεί έναν φορέα παραγωγής σκέψης και προβληματισμού (think tank) στις ΗΠΑ.
Σκοπός της έρευνας είναι να προσδιοριστούν τα κενά γνώσης που υπάρχουν ανάμεσα στο τι γνωρίζουν οι καταναλωτές σχετικά με την παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών και τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η χρήση αυτών, τόσο στην υγεία των ματιών, όσο και στην όραση μακροπρόθεσμα.
Συμπτώματα της ψηφιακής καταπόνησης των ματιών
Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών περιγράφει ένα σύνολο προβλημάτων τα οποία προκύπτουν από την παρατεταμένη χρήση υπολογιστών, tablet, ηλεκτρονικών βιβλίων και κινητών τηλεφώνων. Συνήθως, η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών εκδηλώνεται με προσωρινή φυσική ενόχληση, η οποία μπορεί να γίνει αισθητή μετά από πολύωρη έκθεση σε ψηφιακή οθόνη.
Άλλα συμπτώματα της ψηφιακής καταπόνησης των ματιών είναι τα εξής: ερυθρότητα, ερεθισμός, ξηροφθαλμία, θολή όραση, οφθαλμική κόπωση, πόνος στη μέση και τον αυχένα, καθώς και πονοκέφαλοι. Το επίπεδο δυσφορίας φαίνεται ότι αυξάνεται ανάλογα με τον βαθμό χρήσης των ψηφιακών οθονών.
Η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών μπορεί να προκληθεί από διάφορες ηλεκτρονικές συσκευές, ειδικά όταν αυτές χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα ή εναλλάσσονται επανειλημμένα μεταξύ τους. Μελέτες έχουν δείξει ότι η εκτεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών μπορεί να προκαλέσει αλλαγές στον τρόπο του βλεφαρισμού, οδηγώντας στη μεγαλύτερη συχνότητα εμφάνισης της ξηροφθαλμίας.
Ο ρυθμός βλεφαρισμού κατά τη χρήση ψηφιακών οθονών για μεγάλα χρονικά διαστήματα μειώνεται σχεδόν κατά 40-60%. Ως φυσιολογικός ρυθμός βλεφαρισμού θεωρείται 10 έως 16 βλεφαρίσματα ανά λεπτό, ωστόσο, κατά τη χρήση ψηφιακών συσκευών, ο ρυθμός μειώνεται στους 5 με 9 βλεφαρισμούς ανά λεπτό.
Τα κύρια ευρήματα της έρευνας περιλαμβάνουν τα εξής:
– Στη Βραζιλία, 54% των συμμετεχόντων είναι ενήμεροι για την ψηφιακή καταπόνηση των ματιών, σε σύγκριση με το 22% των συμμετεχόντων στις ΗΠΑ.
– Οι χώρες με τη μεγαλύτερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών είναι η Βραζιλία (64%), η Κίνα (54%) και η Πολωνία (46%). Στην Αυστραλία αναφέρθηκε τη χαμηλότερη χρήση πολλαπλών ψηφιακών συσκευών με ποσοστό 33%.
– Στις ΗΠΑ, 53% των συμμετεχόντων εργάζονται σε θέσεις που απαιτούν πάνω από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε οθόνη, σε σύγκριση με το 73% στην Κίνα και τη Βραζιλία.
– 51% των καταναλωτών παγκοσμίως ανέφεραν ότι η χρήση ψηφιακών συσκευών έχει αυξηθεί σε σχέση με το προηγούμενο έτος, και το 32% αναμένει ότι η χρήση τους θα αυξηθεί στον επόμενο χρόνο.
– Ο πονοκέφαλος υπήρξε το πιο σύνηθες σύμπτωμα, με πάνω από το ήμισυ (55%) των συμμετεχόντων να τον αναφέρουν ως σύμπτωμα ύστερα από παρατεταμένη χρήση ψηφιακών συσκευών.
– το 64% των καταναλωτών παγκοσμίως υποχρεούνται να χρησιμοποιούν ψηφιακές συσκευές για πάνω από τέσσερις ώρες ημερησίως, ωστόσο, 43% των εργαζομένων δηλώνουν ότι η παραγωγικότητα τους μειώνεται μετά από τέσσερις ώρες εργασίας μπροστά σε μια οθόνη.
– Η πλειονότητα των συμμετεχόντων (74%) αναφέρει ότι οι εργοδότες τους δεν παρέχουν κανένα είδος εκπαίδευσης προκειμένου να ελαχιστοποιηθεί η ψηφιακή καταπόνηση των ματιών. Παρόλα αυτά, σε ποσοστό 78% δηλώνουν ότι θα συμμετείχαν σε μια εκπαίδευση σχετικά με την αποφυγή καταπόνησης των ματιών μετά από πολύωρη χρήση ψηφιακών συσκευών, εφόσον αυτή παρεχόταν από τους εργοδότες.
– Οι «υπερχρήστες» (super users) καταναλώνουν τον περισσότερο χρόνο σε ψηφιακές συσκευές, πάνω από 23 ώρες συνδυαστικά με άλλες συσκευές την ημέρα (βάσει των συνδυαστικών απαντήσεων που έδωσαν οι ερωτηθέντες σχετικά με το πόσο χρόνο δαπανούν σε κάθε ψηφιακή συσκευή: smartphone, tablet, τηλεόραση κ.λπ.), ενώ παράλληλα αποτελούν το 10% του πληθυσμού κατά μέσο όρο στις χώρες όπου διεξήχθη η έρευνα. Το ποσοστό των υπερχρηστών είναι υψηλότερο στις ΗΠΑ (14%) σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη χώρα.