Στις αρχές του 2017 περίπου 150.000 άνθρωποι είχαν διαδηλώσει στη Βαρκελώνη ζητώντας από την ισπανική κυβέρνηση να επιτρέψει περισσότερους πρόσφυγες στη χώρα. Λίγο αργότερα, συνθήματα του τύπου “Τουρίστες πηγαίνετε σπίτια σας, καλοδεχούμενοι οι πρόσφυγες” άρχισαν να εμφανίζονται στους τοίχους της πόλης, η οποία σύντομα κατακλύστηκε από διαδηλωτές που φώναζαν “Η Βαρκελώνη δεν είναι προς πώληση” και “Δεν θα οδηγηθούμε εκτός πόλης”.
Αυτό που τα ισπανικά ΜΜΕ χαρακτήρισαν “τουριστοφοβία” κατέκλυσε το περασμένο καλοκαίρι αρκετές ευρωπαϊκές πόλεις, με διαδηλώσεις και μέτρα να λαμβάνονται στη Βενετία, τη Ρώμη, το Άμστερνταμ, τη Φλωρεντία, το Βερολίνο, τη Λισαβόνα και την Πάλμα ντε Μαγιόρκα κατά της εισβολής των τουριστών. Με τον ίδιο ζήλο που η Βαρκελώνη προσπαθεί να διώξει τους τουρίστες, επιχειρεί να δεχτεί περισσότερους πρόσφυγες, σε αντίθεση με αρκετές χώρες, που επιδιώξουν το αντίθετο.
Όταν πριν δύο εβδομάδες έγινε γνωστό ότι ένα διασωστικό σκάφος με 629 μετανάστες έψαχνε λιμάνι, η δήμαρχος Άντα Κολάου ήταν από τις πρώτες που προσφέρθηκαν να τους δώσουν ένα ασφαλές καταφύγιο.
Στο ερώτημα αν η Βαρκελώνη θα προτιμούσε να δέχεται χιλιάδες μετανάστες χωρίς χρηματικό αντίτιμο και όχι εκατομμύρια τουριστών, οι οποίοι πέρσι δαπάνησαν περίπου 30 δισ. ευρώ στην πόλη, η απάντηση φαίνεται ότι είναι “ναι”. Όλο και περισσότεροι βλέπουν ως απειλή για την ταυτότητα της πόλης τον τουρισμό και όχι την μετανάστευση, αν και ο αριθμός και των δύο παρουσιάζει μεγάλη αύξηση τις τελευταίες δεκαετίες.
Η εισροή νέων κατοίκων έχει αλλάξει ριζικά το πρόσωπο της πόλης, ωστόσο στη Βαρκελώνη δεν έχει γίνει ούτε μια αντι-μεταναστευτική διαμαρτυρία ενώ το θέμα δεν συζητιέται καν στις τοπικές εκλογές.
Σύμφωνα με έρευνα του Πάολο Τζιακάρια, κοινωνικού επιστήμονα στο πανεπιστήμιο του Τορίνο, η περίπτωση της Βαρκελώνης “καθιερώνει μια σύνδεση μεταξύ δύο τύπων κινητικότητας που είναι σε αντίθεση μεταξύ τους: ο βόρειος τουρισμός και η νότια μετανάστευση. Ανατρέπει το κοινό αίσθημα σχετικά με ποιο είδος κινητικότητας είναι επιθυμητό και ποιο όχι”.
Η μετανάστευση άλλαξε την πόλη αλλά ο τουρισμός την αποσταθεροποιεί. Ακόμα και οι άνθρωποι της βιομηχανίας συμφωνούν ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση. Το 1990 η πόλη δέχτηκε 1,7 εκατ. τουρίστες ενώ πέρσι ο αριθμός αυτός έφτασε τα 32 εκατ., περίπου 20 φορές ο πληθυσμός της Βαρκελώνης. Ο τεράστιος όγκος των επισκεπτών έχει αυξήσει τα ενοίκια ενώ οι κάτοικοι πιέζονται εκτός των γειτονιών τους.
“Θεωρούμε ότι η μετανάστευση έχει θετικό αντίκτυπο. Οι άνθρωποι έχουν ενσωματωθεί χωρίς προβλήματα” δήλωσε η Ναταλία Μαρτίνεθ, σύμβουλος της Θιουτάτ Βέλα, του παλιού τμήματος της Βαρκελώνης, το οποίο βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μετανάστευσης και του τουρισμού. “Έφερε περισσότερα από όσα αφαίρεσε από την ταυτότητα της πόλης”. Όπως και στο Λονδίνο ο αριθμός των ντόπιων στη Βαρκελώνη είναι αρκετά μικρός, ειδικά στις γειτονιές της εργατικής τάξης, όπου το μεγαλύτερο μέρος του τελευταίου κύματος μεταναστών κατοικεί. Οι τρεις μεγαλύτερες ομάδες μεταναστών είναι Ευρωπαίοι, Λατινοαμερικάνοι και Βορειοαφρικανοί, κυρίως από το Μαρόκο ενώ σημαντικοί είναι και οι πληθυσμοί των Κινέζων και των Πακιστανών. Το κύριο εμπόδιο για την ένταξη είναι η γλώσσα, καθώς η σχολική εκπαίδευση είναι στα καταλανικά, τα οποία κανένας από τους μετανάστες δεν μιλάει.
Ρατσισμός φυσικά και υπάρχει στη Βαρκελώνη αλλά η πόλη δεν έχει επιτρέψει να την φθήρει. Από το 2010 το δημοτικό συμβούλιο έχει επιδιώξει μια διαπολιτισμική πολιτική (σε αντίθεση με την αφομοίωση), αναγνωρίζει και σέβεται τις πολιτιστικές και θρησκευτικές διαφορές και οι μετανάστες δεν έχουν γίνει αποδιοπομπαίοι τράγοι παρά τα χρόνια των οικονομικών δυσχερειών.
Μετά από 20 χρόνια που η Βαρκελώνη προωθούνταν ως τουριστικός προορισμός από τις κρατικές αρχές, το συμβούλιο που εκλέχτηκε το 2015 έχει κινηθεί για θέσει τις ανάγκες των πολιτών πάνω από αυτές των επισκεπτών. Επιβάλλει μορατόριουμ στα νέα ξενοδοχεία, καταβάλλει προσπάθειες να περιορίσει την εξάπλωση των τουριστικών διαμερισμάτων και οργάνωσε ένα αστικό σχέδιο για την παλιά πόλη, που δίνει προτεραιότητα στο τοπικό εμπόριο, όσον αφορά τις επιχειρήσεις που απευθύνονται σε τουρίστες.