Άλλη μια σορός, αυτή ενός άνδρα, ανασύρθηκε την Τετάρτη από τα ερείπια των τριών κτηρίων που κατέρρευσαν τη Δευτέρα στο κέντρο της Μασσαλίας και η πρόσβαση σε πολλά γειτονικά κτήρια έχει απαγορευτεί, λόγω των φόβων για ένα «ντόμινο» καταρρεύσεων.
Από το πρωί της Τρίτης έχουν επίσης ανασυρθεί από τα ερείπια οι σοροί τριών ανδρών και δύο γυναικών.
Από αυτά τα έξι θύματα, τρία ήταν ένοικοι ενός από τα κτίρια που κατέρρευσε, διευκρίνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ξαβιέ Ταραμπέ, εισαγγελέας της Δημοκρατίας στη Μασσαλία, ο οποίος ανακοίνωσε ότι θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου για να δώσει μια πρώτη ανασκόπηση της δικαστικής έρευνας.
Περισσότερες από 48 ώρες μετά την κατάρρευση των δύο πρώτων κτηρίων, στην οδό Ομπάν, όχι μακριά από το πολύ τουριστικό Παλιό Λιμάνι, οι ελπίδες για την ανεύρεση επιζώντων λιγοστεύουν συνεχώς.
«Πολύ, πολύ πιθανόν πέντε άτομα», καθώς και «τρεις επισκέπτες», βρίσκονταν στο μοναδικό από τα τρία κτήρια που ήταν επισήμως κατοικίσιμο όταν σημειώθηκε η καταστροφή, διευκρίνισε χθες βράδυ ο εισαγγελέας της Μασσαλίας.
Ως εκ τούτου άλλοι δύο άνθρωποι μπορεί να βρίσκονται ακόμα θαμμένοι κάτω από τα ερείπια.
Όμως υπάρχει «μικρή πιθανότητα να βρεθούν θύλακες επιβίωσης» είχε προειδοποιήσει από το βράδυ της Δευτέρας ο υπουργός Εσωτερικών Ζεράρ Κολόμπ, καθώς η κατάρρευση ενός τρίτου κτηρίου, το απόγευμα της Δευτέρας, επισώρευσε ερείπια πάνω στα ερείπια των δύο πρώτων.
Οι διασώστες φοβούνται επίσης στο εξής μια δραματική «επίπτωση ντόμινο» σε αυτή την οδό με κλίση, που βρίσκεται σε μια πολύ δημοφιλή συνοικία, όπου τα κτήρια είναι κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, χωρίς διαχωριστικούς μεσότοιχους», όπως εξήγησε την Τρίτη ένας διασώστης στο Γαλλικό Πρακτορείο.
Σύμφωνα με μια έκθεση που παραδόθηκε στην κυβέρνηση το 2015, τα κτήρια που κατέρρευσαν απειλούν τη δημόσια υγεία ή την ασφάλεια 100.000 κατοίκων στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Γαλλίας.
Πολλά κτήρια που βρίσκονται στον ίδιο δρόμο εκκενώθηκαν μετά την τραγωδία, αλλά σε ορισμένα από αυτά οι κάτοικοι μπορούν ακόμη να διασώσουν κάποια υπάρχοντα, ένας ένας, συνοδευόμενοι από διασώστες.
Σε ένα μπογαλάκι φτιαγμένο με ύφασμα, η Σαφινά Ατομανί, μια μητέρα με καταγωγή από τις Κομόρες, φορώντας κράνος εργοταξίου στο κεφάλι, μάζεψε ρούχα και παιχνίδια των παιδιών της. Όσο για τον πυροσβέστη που τη συνοδεύει, κουβαλάει μια βαριά βαλίτσα, καθώς και μια πλαστική σακούλα όπου μπόρεσε να μεταφέρει μια μικρή γκαζιέρα.
«Αυτό που συνέβη μου έφερε στον νου τον πόλεμο, όταν ήμουν παιδί», εξηγεί η Γιοανά, μια 27χρονη Λιβανέζα φοιτήτρια, αφού ανέκτησε μερικά προσωπικά αντικείμενα από το σπίτι της, λίγο πιο μακριά στον ίδιο δρόμο: «Ποτέ δεν είχα φύγει από ένα διαμέρισμα τόσο γρήγορα».
Οι 105 άνθρωποι που απομακρύνθηκαν προληπτικά για λόγους ασφαλείας στεγάστηκαν σε περίπου εξήντα δωμάτια ξενοδοχείων στο κέντρο της πόλης, ανέφερε η δημαρχία, την οποία επιπλήττουν από τη Δευτέρα οι κάτοικοι της οδού Ομπαν και της συνοικίας για την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τα κτίρια.
Δύο από τα τρία κτήρια είχαν σφραγιστεί και θεωρητικά ήταν ακατοίκητα. Το ένα από αυτά, που είχε σφραγιστεί με διάταγμα ως επικίνδυνο το 2008, κατέληξε να αγοραστεί από τη δημαρχία έπειτα από προσπάθειες δέκα ετών.
Στο τρίτο, αντίθετα, εννέα διαμερίσματα στα δέκα κατοικούνταν ακόμη. Κι όμως, από το 2007 τα σήματα συναγερμού πολλαπλασιάζονταν: κατάρρευση της οροφής της εισόδου, ανησυχητικά ρήγματα… Ένας ειδικός δικαστηρίου είχε επισκεφθεί το κτήριο στις 18 Οκτωβρίου χωρίς να προτείνει την εκκένωσή του.
Η δημαρχία, που προέβαλε το σενάριο των ισχυρών βροχοπτώσεων των τελευταίων ημερών για να εξηγήσει την καταστροφή, υπεραμύνθηκε των ενεργειών της υπογραμμίζοντας «την τεράστια εργασία που έγινε για την εξάλειψη του ενδιαιτήματος».
Η δημαρχία ξεκίνησε το 2011 ένα τεράστιο σχέδιο επαναχαρακτηρισμού του κέντρου της πόλης, χωρίς όμως να μπορέσει πραγματικά να θεραπεύσει το πρόβλημα.