Ο γερμανικός χημικός και φαρμακευτικός όμιλος Bayer ανακοίνωσε ότι πλέον έχει να αντιμετωπίσει 42.700 προσφυγές που έχουν γίνει στις ΗΠΑ κατά του ζιζανιοκτόνου με γλυφοσάτη της θυγατρικής της Mosanto.
Ο αριθμός των προσφυγών αυτών καταμετρήθηκε “στις 11 Οκτωβρίου του 2019”, ενώ ο αριθμός των προσφυγών ανερχόταν σε 18.400 στα τέλη Ιουλίου. Ο όμιλος αποδίδει τον πολλαπλασιασμό των προσφυγών σε μια αύξηση των τηλεοπτικών διαφημίσεων δικηγόρων που αναζητούν ενάγοντες.
Η Bayer έχει μέχρι στιγμής καταδικαστεί τρεις φορές σε αποζημίωση εναγόντων στην Καλιφόρνια που προσβλήθηκαν από καρκίνο. Ωστόσο τα ποσά των αποζημιώσεων που πρέπει να καταβάλει ο όμιλος μειώθηκαν σημαντικά σε δεύτερη εξέταση των υποθέσεων από δικαστή.
Ωστόσο η Bayer σχεδιάζει να ασκήσει έφεση και αμφισβητεί ότι φέρει ευθύνη, επιχειρηματολογώντας εδώ και μήνες ότι καμία ρυθμιστική αρχή σε όλον τον κόσμο δεν έχει συμπεράνει την επικινδυνότητα της γλυφοσάτης από τότε που κυκλοφόρησε στην αγορά στα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Ταυτοχρόνως, ο όμιλος δηλώνει ότι μετέχει “με εποικοδομητικό τρόπο” στην διαμεσολαβητική διαδικασία για την οποία έδωσε εντολή ένας ομοσπονδιακός δικαστής στην Καλιφόρνια, η οποία θα επιτρέψει, αν είναι επιτυχής, να επιλυθούν οι ένδικες διαφορές χωρίς μακρές δικαστικές διαδικασίες.
Η Bayer, η γερμανική εταιρεία που βρήκε την ασπιρίνη, έβαλε το μεγαλύτερο στοίχημα στην ιστορία της πέρυσι με την εξαγορά της Monsanto έναντι 63 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποντάροντας στην καταφυγή στην χημεία για να τραφεί ο ολοένα και πολυπληθέστερος πλανήτης ο οποίος βρίσκεται αντιμέτωπος με προβλήματα λόγω των κλιματικών αλλαγών.
Ωστόσο έκτοτε ο όμιλος οφείλει να αντιμετωπίσει την αμφιλεγόμενη φήμη της αμερικανικής εταιρείας, ταυτοχρόνως στο εμπόριο γενετικά μεταλλαγμένων σπόρων και σε αυτό των φυτοφαρμάκων, που βρίσκονται στο στόχαστρο διαφόρων δικαστικών διαδικασιών και αποτελούν θέμα δημόσιων πολιτικών συζητήσεων σε πολλές χώρες.