Το ζεϊμπέκικο (ή ζεϊμπέκικος) είναι ελληνικός λαϊκός χορός.
Το όνομά του οφείλεται στον εξισλαμισμένο ελληνικό πληθυσμό των Ζεϊμπέκων
Αναφέρεται ότι διαδόθηκε στα ελλαδικά αστικά κέντρα στα τέλη του 19ου αιώνα. Ωστόσο, η εμφάνισή του ανάγεται στα τέλη του 17ου αιώνα σε αστικά κέντρα όπως η Κωνσταντινούπολη και η Σμύρνη.
Ο Εβλιγιά Τσελεμπή αναφέρει ότι χορευόταν στη Μαγνησία και το Αϊδίνιο σε τοπικές γιορτές.
Όντας αρχικά αντικριστός χορός δύο ατόμων που έφεραν οπλισμό, εξελίχθηκε σε «μονήρη αυτοσχεδιαστικό ανδρικό χορό»
Ο χορός αντλεί την καταγωγή του από εξισλαμισμένους Ζεϊμπέκους.
Οι Ζεϊμπέκοι ως ιδιαίτερη μειονότητα του πληθυσμού της Προύσας, του Αϊδινίου και της Ερυθραίας της Μικράς Ασίας, επονομαζόμενοι και «ιππότες των όρεων», ήσαν υπό διωγμό εξαιτίας της παραβατικής συμπεριφοράς τους.
Κατά τον Ηρόδοτο, η λέξη Ζεμπέκος παράγεται από την αρχαία Θρακική λέξη μπούκο που προερχόμενη από την φρυγικήλέξη βέκος σημαίνει βούκα=μπουκιά η οποία με πρώτο συνθετικό την κλητική του Ζεύς, Ζευ, παράγει τη λέξη Ζεϊμπέκηδες, επίσης θεωρεί ότι συμβολίζει κατά κάποιο τρόπο μια αναζήτηση για την ένωση του πνεύματος με το σώμα, του θεού με τον άνθρωπο και χορευόταν στην απώτερη αρχαιότητα προς τιμήν της Κυβέλης της μητέρας θεάς.
Κατά τον λαογράφο και συγγραφέα Θάνο Βελλούδιο η λέξη Ζεϊμπέκικος προέρχεται κατά το πρώτο συνθετικό από την φριγική λέξη Ζεϋ εκ του Ζευς που συμβολίζει το πνεύμα και κατά το δεύτερο από τη λέξη μπέκος ή βέκος που σημαίνει
άρτος και συμβολίζει το σώμα.
Ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης σε μια συνομιλία του με τον ρεμπέτη Τάκη Μπίνη έχει υποστηρίξει ότι «οι Ζεϊμπέκηδες ήταν Έλληνες κυρίως από την Μακεδονία και αλλού και Θρακιώτες, που ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο στην εκστρατεία του στα βάθη της Ασίας. Τους ονόμαζαν Ζεϊμπέκια δηλαδή ζωέμπορους και Μακελάρηδες γιατί έσφαζαν ζώα και τα πουλούσαν.
Στο πέρασμα των χρόνων θέλησαν να απαθανατίσουν τον ηρωισμό τους και να διατηρήσουν τις παραδόσεις τους και έτσι δημιούργησαν αυτόν το χορό, το ζεϊμπέκικο, που τον χόρευαν ένας ένας με σπαθιά στα χέρια και πότε πότε και στο στόμα: βγάζοντας μουγκρητά ή αλαλαγμούς, σαν τα σημερινά όπα, άλα, γιάλα και διάφορα άλλα.
Σύμφωνα με άλλες θεωρίες ο χορός πρόκειται για κατεξοχήν αρχαίο ελληνικό – θρακικό που τον μετέφεραν και τον διέδωσαν στην Ασία οι αρχαίοι Αργείοι-Θράκες, όταν ίδρυσαν αποικία στις Τράλλεις (σημερινό Αϊδίνιο) της Μικράς Ασίας.
Ο Σίμων Καράς υποστήριζε πως ο χορός είχε κληρονομιά αρχαιοελληνική (ρυθμική – χορευτική) αφού το ρυθμικό τους σχήμα των 9 χρόνων διαφαίνεται στις ωδές της Λεσβίας Σαπφούς.
Κατά τον Θ. Μουρράη-Βελλούδιο, η προέλευση του χορού ανάγεται στον αρχαίο χορό «Αρτο-ζήν».
Η λέξη «Ζεϋ» (από το Ζευς) συμβολίζει κατ’ αυτόν το πνεύμα, ενώ το «μπέκος», το ψωμί δηλαδή, το σώμα.
Έτσι, με το ζεϊμπέκικο κερδίζει ο άνδρας «την απαλλαγή του από κάθε καταθλιπτικό σύμπλεγμα που μπορεί να τον καταπιέζει» κι αποκτά την σύνθεση της δωρικής και της φρυγικής αρμονίας, μέσα από την κατανυκτική ορχηστική περισυλλογή του στον χώρο που εντοπίζεται μεταξύ του χρόνου και του διαστήματος (και μακριά απ’ το Καλό και το Κακό), δηλαδή στο «χάος – φάος».
Έχουν βρεθεί μικρογραφίες του 1100 π.χ. στην περιοχή της Θράκης και συγκεκριμένα στην περιοχή του Γονικού και του Χίλια που αναπαριστούν χορευτικές φιγούρες που εξυμνούν τον θεό Ορφέα και τον Θράκα αοιδό, που πιστεύεται πως λατρεύτηκε κατά τον 13ο αι. π.Χ., που έχουν «συμπεριφορά» Ζεϊμπέκικη.
Η δομή του ζεϊμπέκικου
Σαν ολοκληρωμένος μάλιστα «συμβολικός και θρησκευτικός χορός εξυπηρετεί και ανακουφίζει εξαιρετικά το Πνεύμα, την Ψυχή και το Σώμα του ανθρώπου», ο δε χορευτής επιτυγχάνει «τη χαλάρωση του Είναι του, και την απαλλαγή του από κάθε καταθλιπτικό σύμπλεγμα που μπορεί ίσως και να τον καταπιέζει».
Από απεικονίσεις του σε αγγεία γνωρίζουμε πως χορευόταν κυρίως από άνδρες και περιλάμβανε πολύ συχνά επίδειξη οπλομαχητικής αλλά και από γυναίκες σε σπάνιες περιπτώσεις.
Ο ζεϊμπέκικος αρχικά ήταν ένας πολεμικός χορός άγριος, σαν ορισμένους χορούς των ποντίων.
Μάηδες, Μακρινίτσα Πηλίου
Ένας ιδιότυπος ζεϊμπέκικος χορεύεται από τους ζεϊμπέκηδες, ή μάηδες, της Μακρυνίτσας Βόλου.
Το χαρακτηριστικό του ζεϊμπέκικου είναι ότι είναι μονήρης χορός και δεν έχει βήματα, αλλά μόνο φιγούρες. Κάθε χορευτής κάνει τις προσωπικές του φιγούρες και χορεύει ένα συγκεκριμένο τραγούδι, συνήθως μόνο μία φορά.
Αλίμονο σε όποιον διακόψει το χορευτή.
Από δω ξεκίνησε ο «θεσμός» της παραγγελιάς, σύμφωνα με τον οποίο οι μουσικοί προαναγγέλλουν το όνομα του ιδιοκτήτη του χορού που θα επακολουθήσει για ν’ αποφευχθούν τα «νταηλίκια».
Η χρονική δομή αυτού του 9/8 παραλλάζει από ζεϊμπέκικο σε ζεϊμπέκικο. Μέσα στην απειρία των ρυθμικών αγωγών του 9/8 προστίθεται κάθε φορά ένας άλλος ηχοχρωματισμός, μια άλλη χρονική ταχύτητα και μια διαφορετική ψυχική ατμόσφαιρα.
Έτσι, ο χορευτής διάνθιζε τους περίτεχνους αυτοσχέδιους βηματισμούς του πηδώντας πάνω από καρέκλες, κραδαίνοντας μαχαίρια.
Μερικές φορές μάλιστα –όπως αναφέρει και ο Ηλίας Πετρόπουλος-ο χορευτής, «σεκλετισμένος» κάτω από το παράθυρο της καλής του, έσκιζε χορεύοντας τα μπράτσα του με μαχαίρι, έκαμνε δηλαδή «αναλιά» (λέξη της τουρκικής αργκό, γνωστή στην οθωμανική αυτοκρατορία τουλάχιστον από τον 11ο αιώνα).
Μερικοί «βαρύμαγκες» συνήθιζαν επάνω στην χορευτική τους έκσταση, να καρφώνουνε στην φτέρνα τους ακόμα και τη κάμα ενός μαχαιριού και να συνεχίζουν αιμορραγώντας απτόητοι το χορό τους σαν να μην τρέχει τίποτε.
Οι μουσικές υποδιαιρέσεις των ζεϊμπέκικων
Μουσικά τα ζεϊμπέκικα μπορούν να καταταγούν στις εξής ομάδες:
1. Μοντέρνα ζεϊμπέκικα
Για τα μοντέρνα ζεϊμπέκικα, δυστυχώς δεν μπορεί να γίνει αναφορά γιατί τα περισσότερα από αυτά δεν μένουν σε σωστό και ίδιο ρυθμό, από την αρχή ως το τέλος του τραγουδιού. Δεν μιλάμε για τα διαφορετικά μουσικά μοτίβα που ακολουθούν αλλά μουσική που αρχίζει από κάποιο ταξίμι ή κάποιο αμανέ ή κάποια ερωτική εισαγωγή, συνεχίζει σε μπλουζ, μπιτάκι, τσιφτετέλι και χασάπικο με μια πρόσμιξη ζεϊμπέκικου ρυθμού. Αυτά τα τραγούδια δεν μπορεί να τα χορέψει κάποιος χωρίς να τα χορογραφήσει. Και για την χορογραφία του τραγουδιού θα πρέπει να ασχοληθεί έμπειρος χορογράφος, που έχει ασχοληθεί πολύ με αυτό το είδος του χορού και της μουσικής για να μπορέσει …εξιχνιάσει το μυστήριο.
Τα περισσότερα νέα ζεϊμπέκικα ανήκουν δυστυχώς σε αυτήν την κατηγορία και δεν χορεύονται εύκολα.
Μέσα στα δύσκολά μοντέρνα ζειμπέκικα υπάρχουν και υπέροχα τραγούδια που όμως είναι δύσκολα να τα χορέψει κάποιος χωρίς προετοιμασία.
Παραδείγματα: «Πατησίων και Παραμυθιών γωνία», «Ρόζα» (Θ,Μικρούσικος- Δ. Μητροπάνος), «τι σου έκαναν και πίνεις» (απέναντι) κλπ.
2. «Απτάλικο» Ζεϊμπέκικο μοτίβο 9/8.
16 8 16 8 8 16 8 16 8 8 8*
Υπάρχουν πολλές παραλλαγές Απτάλικου.
Παράδειγμα: Το «Απτάλικο» Ζεϊμπέκικο.
3. Ζεϊμπέκικο «Καμηλιέρικο» μοτίβο σε 9/8.
8 16 16 8 16 16 8 16 16 8 8 8
Παράδειγμα: Το Βαπόρι από την Περσία (Β. Τσιτσάνη)
4. Αντικρυστό Παραδοσιακό Ζεϊμπέκικο Σμυρναίικο στα 9/8.
8 16 16 8 16 16 8 8 16 16 8 8
5. Ζεϊμπέκικο μοτίβο πρώτη παραλλαγή στα 9/8.
8 16 16 8 8 8 16 16 8 8 8
Σχόλια: Ο ρυθμός του ζεϊμπέκικου που ακούγεται στα παλιότερα τραγούδια όπως παλιά ρεμπέτικα.
Παραδείγματα: Τα δύο πρώτα μέτρα στο “Ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας (Μ. Λοΐζος) (στη συνέχεια αλλάζει το μοτίβο στο παρακάτω.
6. Ζεϊμπέκικο μοτίβο δεύτερη παραλλαγή στα 9/8.
16 8 16 8 8 16 8 16 8 8 8
Αυτή είναι πιο συνηθισμένη σημερινή μορφή του Ζεϊμπέκικου.
Ο ρυθμός αυτός με πολύ πιο γρήγορο τέμπο μοιάζει σαν δυο μέτρα τσιφτετέλι με ένα πρόσθετο επιπλέον όγδοο στο τέλος του 2ου μέτρου. Δεν παύει όμως να είναι και αυτό ρυθμός ζεϊμπέκικου (γρήγορο ζεϊμπέκικο).
Παραδείγματα : Τα επόμενα μετά τα δύο πρώτα μέτρα μέχρι το όγδοο που αρχίζουν οι επαναλήψεις των ιδίων μέτρων και μοτίβων στο “Το ζεϊμπέκικο της Ευδοκίας”.
“Ο Τραμπαρίφας” (Μ Σογιούλ ) σε πιο γρήγορο τέμπο.
7. Καρσιλαμάς.
Το ζεϊμπέκικο διαφέρει απ’ όλους τους άλλους ρυθμούς στον κόσμο, η πιο σημαντική διαφορά το αργό τέμπο στα 9/8. Στα γρήγορα 9/8, εκτός από τον γρήγορο απτάλικο και το καμηλιέρικο που είναι κι αυτά παραλλαγές των μουσικών μοτίβων του ζεϊμπέκικου, υπάρχει κι ο καρσιλαμάς, (Ελληνικός κινηματογράφος δεκαετία 60-70) συνήθως σε ομαδικές χορογραφίες στις οποίες οι ιδιομορφίες του ρυθμού λόγω της ταχύτητας δεν έπαιζαν μεγάλο ρόλο.
*Σημείωση ένα όγδοο (8) κλάσμα 1/8 ισούται με 2 δέκατα έκτα (16) και αντιστοιχεί σε μία κίνηση με παύση (αργό). Το δέκατο έκτο αντιστοιχεί σε μία κίνηση χωρίς παύση (γρήγορο).
Παρακάτω παραθέτουμε το κείμενο του Διονύση Χαριτόπουλου, συγγραφέα και σκηνοθέτη για το ζεϊμπέκικο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 14 Σεπτεμβρίου 2002 και περικλείει όλη τη φιλοσοφία του.
“Ο μοναχικός θρήνος”
Του Διονύση Χαριτόπουλου
Το ζεϊμπέκικο δύσκολα χορεύεται. Δεν έχει βήματα• είναι ιερατικός χορός με εσωτερική ένταση και νόημα που ο χορευτής οφείλει να το γνωρίζει και να το σέβεται.
Είναι η σωματική έκφραση της ήττας. Η απελπισία της ζωής. Το ανεκπλήρωτο όνειρο. Είναι το «δεν τα βγάζω πέρα». Το κακό που βλέπεις να έρχεται. Το παράπονο των ψυχών που δεν προσαρμόστηκαν στην τάξη των άλλων.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται ποτέ στην ψύχρα ει μη μόνον ως κούφια επίδειξη. Ο χορευτής πρέπει πρώτα «να γίνει», να φτιάξει κεφάλι με ποτά και όργανα, για να ανέβουν στην επιφάνεια αυτά που τον τρώνε.
Η περιγραφή της προετοιμασίας είναι σαφής:
Παίξε, Χρήστο, το μπουζούκι,
ρίξε μια γλυκιά πενιά,
σαν γεμίσω το κεφάλι,
γύρνα το στη ζεϊμπεκιά.
(Τσέτσης)
Ο αληθινός άντρας δεν ντρέπεται να φανερώσει τον πόνο ή την αδυναμία του• αγνοεί τις κοινωνικές συμβάσεις και τον ρηχό καθωσπρεπισμό. Συμπάσχει με τον στίχο ο οποίος εκφράζει σε κάποιον βαθμό την προσωπική του περίπτωση, γι’ αυτό επιλέγει το τραγούδι που θα χορέψει και αυτοσχεδιάζει σε πολύ μικρό χώρο ταπεινά και με αξιοπρέπεια. Δεν σαλτάρει ασύστολα δεξιά κι αριστερά• βρίσκεται σε κατάνυξη. Η πιο κατάλληλη στιγμή για να φέρει μια μαύρη βόλτα είναι η στιγμή της μουσικής γέφυρας, εκεί που και ο τραγουδιστής ανασαίνει.
Ο σωστός χορεύει άπαξ• δεν μονοπωλεί την πίστα. Το ζεϊμπέκικο είναι σαν το «Πάτερ Ημών». Τα είπες όλα με τη μία.
Τα μεγάλα ζεϊμπέκικα είναι βαριά, θανατερά:
Ίσως αύριο χτυπήσει πικραμένα
του θανάτου η καμπάνα και για μένα.
(Τσιτσάνης)
Τι πάθος ατελείωτο που είναι το δικό μου,
όλοι να θέλουν τη ζωή κι εγώ το θάνατό μου.
(Βαμβακάρης)
Το ζεϊμπέκικο δεν σε κάνει μάγκα*• πρέπει να είσαι για να το χορέψεις. Οι τσιχλίμαγκες με το τζελ που πατάνε ομαδικά σταφύλια στην πίστα εκφράζουν ακριβώς το χάος που διευθετεί η εσωτερική αυστηρότητα και το μέτρο του ζεϊμπέκικου.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται σε οικογενειακές εξόδους ή γιορτές στο σπίτι• απάδει προς το πνεύμα. Πόσο μάλλον όταν υπάρχουν κουτσούβελα που κυκλοφορούν τριγύρω παντελώς αναίσθητα.
Είναι χορός μοναχικός.
Όταν το μνήμα χάσκει στα πόδια σου, ο τόπος δεν σηκώνει άλλον. Είναι προσβολή να ενοχλήσει μια ξένη κι απρόσκλητη παρουσία. Γι’ αυτό κάποιοι ανίδεοι αριστεροί διανοούμενοι ερμήνευσαν την επιβεβλημένη ερημία του χορού με τα δικά τους φοβικά σύνδρομα• αποκάλεσαν το ζεϊμπέκικο «εξουσιαστικό χορό», που περιέχει, δήθεν, μια «αόρατη απειλή». Είδαν, φαίνεται, κάποιον σκυλόμαγκα να χορεύει και τρόμαξαν. Όμως, και έναν κυριούλη αν ενοχλήσεις στο βαλσάκι του, κι αυτός θα αντιδράσει.