Άσε με να ξορκίσω το τέλος, όπως μόνο εγώ ξέρω!

Δεν έχει νόημα πια, τελείωσε. Άφησε με να ξεσπάσω. Άσε με να πενθήσω όπως μόνο εγώ ξέρω. Όπως μόνο εγώ έχω μάθει να ξορκίζω θεούς και δαίμονες. Με τη ζάλη μου πυξίδα και τον πόνο για οδηγό.

Μόνο μου, σε εκείνο το γνώριμο – υπόγειο μαγαζάκι, με κακής ποιότητας κρασί και ζεϊμπέκικο βαρύ. Απομακρυσμένο από τα βάναυσα φώτα της καθημερινότητας. Χαμένο μέσα στο σκοτάδι, μεταξύ αγνώστων που θρηνούν σε διάσπαρτα τραπεζάκια. Με θαμώνες που πονούν βουβά κι εκφράζονται φωναχτά. Που βλέπουν λίγα και αφουγκράζονται πολλά.

Άσε με. Άσε με να γίνω ένα με όλους εκείνους τους αφανείς ήρωες, που κάπου μέσα στον καπνό μετρούν την απώλεια σε λαίμαργες γουλιές. Να παραδώσω σώμα και ψυχή στις παραισθήσεις μου και να αποθέσω στα ελάχιστα αυτά τετραγωνικά όλη μου την απογοήτευση. Όλη μου την ένταση.

Άσε με να ανοίξω τα χέρια μου και να εισπνεύσω όλους εκείνους τους καημούς που πεισματικά φιμώνω κάθε βράδυ. Να νιώσω τη θλίψη να κυκλοφορεί στο αίμα μου και τελικά να δραπετεύει από τα μάτια μου. Τότε μόνο θα λυτρωθώ. Όταν οι χημικές αυτές αντιδράσεις που όλους αυτούς τους μήνες με κατακλύζουν, πάρουν ήχο και μορφή.

Άσε με. Άσε με να ταξιδέψω νοερά με τραγουδάκια που ταυτίζουν κομμάτια της ζωής μας. Που απαθανατίζουν στιγμές κλεμμένης ευτυχίας. Να παραδοθώ στη παραζάλη του χορού μέχρι να πάρω τον εαυτό μου αναίσθητο στα χέρια.

Και κάτι τελευταίο, άσε με για λίγο να προσευχηθώ. Να μιλήσω για μια τελευταία φορά στον θεό μου. Στον θεό εκείνο που παρακαλούσα νύχτα και μέρα για τη στιγμή αυτή, όσο καιρό έψαχνα για διέξοδο. Όσο καιρό ήλπιζα. Όσο καιρό ήσουν εσύ η αδύναμη κι εγώ ο δυνατός.

Άσε με λοιπόν, ξέρεις πόσο πάλεψα. Εσύ ειδικά, το ξέρεις πια πολύ καλά. Τώρα που με γονάτισες, τώρα που κατάφερες να με λυγίσεις, άσε με να ζήσω τη κατάθεση των όπλων. Να βιώσω την αποδοχή της ήττας που τόσο καιρό έπνιγα σε μεθυσμένες γουλιές ενώ σε διεκδικούσα. Ενώ σε δικαιολογούσα.

Και αύριο το πρωί, όταν τελικά αναστηθώ στο άδειο μου κρεβάτι, θα αρχίσω να μαζεύω και πάλι τα κομμάτια μου. Να ανακαλύπτω ήχους, εικόνες, χρώματα· να ανακαλύπτω τον εαυτό μου από την αρχή, μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο.

Μέχρι τότε όμως, άσε με. Άσε με να πενθήσω όπως μόνο εγώ ξέρω για όσα φοβήθηκες. Για όσα δεν τόλμησες. Για όσα δεν πίστεψες.

Να θρηνήσω για όλα εκείνα τα ανεκπλήρωτα όνειρα που τελικά χαράχτηκαν στις μνήμες μου και θα στοιχειώσουν τη ψυχή μου. Για όλους εκείνους τους καταδικασμένους έρωτες, που μοιραία θα θυσιάσω στον δικό σου τον βωμό.

Άσε με! Άσε με σε παρακαλώ…

Χατζηκυριάκου Παντελής

Σχόλια

σχόλια