Μιχάλης Μιχαηλίδη-Ένα αντίο στον ποιητικό και οικουμενικό καλλιτέχνη
Ο Μιχάλης Μιχαηλίδης ανήκει σ’ αυτή τη γενιά των καλλιτεχνών που συνδυάζει την κλασσική παιδεία με τις θετικές σπουδές ώστε το αποτέλεσμα του όποιου έργου του -γιατί ο Μιχαηλίδης είναι και ένας τρυφερός ποιητής- να αποκρυσταλλώνει μια σφαιρική σκέψη, μια ιδιαίτερη σαφήνεια και μια παγκόσμια προσέγγιση όπως τη συναντήσαμε στη δεκαετία του 1960 στους Αμερικάνους και Ευρωπαίους καλλιτέχνες.
Γεννημένος το 1927 (2015) στο Κάιρο μετά τις σπουδές του στην Αρχιτεκτονική και στην Τέχνη, στην Ιταλία και στην Αγγλία εγκαθίσταται, το 1955, μόνιμα στο Λονδίνο. Καλλιτέχνης, ποιητής, ιδεαλιστής και ρομαντικός είναι κάποια από τα γνωρίσματα αυτής της καθ’ όλα ολοκληρωμένης προσωπικότητας.
Reflections III από την ενότητα Paperworks / Mirrors
Στη πρώτη του ατομική έκθεση στην Ελλάδα το 2002 είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε ένα «αναδρομικό» δείγμα της εικαστικής του διαδρομής του έτσι ώστε να καταστούμε συνένοχοι στην εξέλιξη της σκέψης του, πρωτίστως, και του έργου του στη συνέχεια.
Ήδη στα πρώτα έργα του 1956-1957 διακρίνουμε την αφαιρετική λεπτομέρεια, μέσα από τη χρήση της τόσο ευαίσθητης και «αχαλιναγώγητης» ακουαρέλας. Τα «τοπία» αυτής της εποχής, εμπνευσμένα από το αιγαιοπελαγίτικο φως διακρίνονται αφενός από την επιλογή του κινέζικου χαρτιού το οποίο και «ορίζει» κατά κάποιο τρόπο και την απορροφητικότητα του υλικού, αφετέρου από την επιμονή του καλλιτέχνη στη δημιουργία φωτεινών επιπέδων, μέσα από τα κενά που δημιουργεί η ελεγχόμενη από τον καρπό «ροή» του μελανιού και τις χρωματικές συμμετρικές αντιθέσεις. Ένα είδος μικρών, χρωματικών collages όπου το χρώμα και η πυκνότητα του δημιουργεί μια υλική ψευδαίσθηση.
Αφηρημένη ζωγραφική, λάδι σε καμβά, 1959.
Σε αντίθεση με τον Pollock, όπου ο πίνακας ήταν προϊόν δράσης και όχι σκέψης ή συγκέντρωσης, «τα χρωματικά στίγματα» του Μιχαηλίδη οργανώνουν το χώρο δομώντας τον, χωρίς να παραβλέπει την καταγραφή της άμεσης πολυπλοκότητας και την πραγματικότητα αυτή της ευαισθησίας που δηλώνει το τώρα αλλά και συγχρόνως υπογραμμίζει, όπως παρατηρείται κυρίως αργότερα, την οργάνωση του χώρου και των υλών. Τα πολλαπλά επίπεδα πάστας, στα έργα του 1960-64, με ένα είδος γεωμετρικής αφαίρεσης, θα λέγαμε ότι αρχίζουν να θέτουν το ερώτημα που απασχόλησε μια ολόκληρη γενιά, δηλαδή από τι να αντικατασταθεί το αντικείμενο.
Hamstead Heath, από την ενότητα Αφηρημένα Τοπία.
Ο Μιχαηλίδης είναι ένας από αυτούς τους μοντέρνους καλλιτέχνες που πλέον δεν εμπνέεται από το ορατό αλλά απ’ αυτό που δεν έχει ακόμα δει. Εξοικειωμένος με τα σύγχρονα ρεύματα υιοθετεί τη φορμαλιστική αυτή γλώσσα η οποία δίνει τις απαντήσεις που αναζητά ο καλλιτέχνης, μεταξύ της «αποτύπωσης» του φωτός, του ορισμού του όγκου, του βάθους αφού το έργο του μεταθέτει τη λειτουργία του βάθους σ’ αυτή του τοίχου και του κενού. Η επιθυμία συνένωσης του ορατού κόσμου με αυτό του απόλυτου, συμπαντικού κόσμου οδηγεί τον καλλιτέχνη να ξεπεράσει το χρώμα, αυτό δηλαδή που μέχρι τώρα προέκυπτε από τις αισθήσεις και απευθυνόταν στην επιθυμία και να αναζητήσει την κατάνυξη μέσα από το υλικό το οποίο και ορίζει το ίδιο το έργο. Ας θυμηθούμε τον Rothko και τον Newman ή ακόμα τον Reinhardt, όταν μέσα από την άρνηση οποιαδήποτε χρωματικής υλικότητας, απόδωσαν τη χρωματική επιφάνεια με λείες πινελιές. Ο Μιχαηλίδης όχι μόνο καταργεί την οποιαδήποτε αίσθηση αφής και χρωματικής ύλης αλλά ανάγει τον ακατέργαστο καμβά σε δομικό γλυπτικό αντικείμενο. Με ένα είδος αυστηρής γεωμετρίας μορφοποιεί τον τεντωμένο σε τελάρο, λευκό καμβά, όπου μέσα από ισόρροπους διάλογους μεταξύ των διαμορφωμένων κατασκευαστικά, εσωτερικά του καμβά, τετραγώνων, ορίζει τους όγκους μιας εξορισμού επίπεδης επιφάνειας.
Πολύ περισσότερο από τους καλλιτέχνες της εννοιολογικής τέχνης, ο Μιχαηλίδης θέτει επίσης ξεκάθαρα τα ερωτήματα που απασχόλησαν τους Ευρωπαίους καλλιτέχνες, κατά τη δεκαετία του 1960 σε σχέση με τη υλικότητα του πίνακα. Θέτει το ερώτημα της άμεσης εργασίας πάνω στον καμβά, μέσα από την απουσία της πλαστικής επιφάνειας, αφού ουσιαστικά το έργο είναι αυτό που υποβαστάζει τη χρωματική επιφάνεια, δηλαδή το υπόβαθρο-καμβάς. Ας θυμηθούμε το Support-Surface και τις απαραίτητες συνθήκες που τέθηκαν ως απαραίτητη πραγματικότητα της ζωγραφικής. Ο καλλιτέχνης υπογραμμίζει την αυτονομία της υπόστασης της επιφάνειας ως χρώμα, ως επιφάνεια και ως χώρο. Το γεγονός αυτό είναι που καθιστά το έργο του ποιητικό αλλά συγχρόνως και οικουμενικό.
Lions Gate, από την ενότητα Reliefs.
Στις «μονόχρωμες» επιφάνειες του Μιχαηλίδη το φυσικό φως του υλικού και το υλικό αυτό καθ’ εαυτό δηλώνουν την ολοκληρωτική και απόλυτη παρουσία του αντικειμένου, ακόμα και του αόρατου. Αναζητώντας την παρουσία του αντικειμένου μέσα από την ύπαρξη αλλά και την απουσία του ίδιου του αντικειμένου ο καλλιτέχνης με την ποιητικότητα και την ευαισθησία που τον διακρίνει, μέσα από πρωτόγονους ή αρχαίους μύθους που συνδέουν τον άνθρωπο με το σύμπαν, κατέληξε στη δημιουργία έργων τα οποία μαρτυρούν τον ίδιο πανάρχαιο μύθο της κατάκτησης αλλά και της αρμονίας του μέσα από τη κατάκτηση του ίδιου του αντικειμένου.
…………………………………………………….
Το κείμενο της Δρ. Δωροθέας Κοντελετζίδου (Ιστορικός/θεωρητικός τέχνης) δημοσιεύτηκε στο τεύχος Νο128 του περιοδικού «Πανσέληνος» της εφημερίδας «Μακεδονία» στις 17 Φεβρουαρίου 2002.