Οι χαμένες ευκαιρίες δεν πηγαίνουν στον παράδεισο.
Αν είχες την ευκαιρία, δεν θα δίσταζες.
Ή ίσως είναι η έλλειψη της ευκαιρίας που δημιουργεί την ψευδαίσθηση της βεβαιότητας πως αν ήταν δική σου, δική σας, δική μας, θα την άρπαζες απ’ τα μαλλιά.
Μαίνεσαι πως φταίνε οι συνθήκες, η εποχή, οι καταστάσεις αλλά μέσα σου ξέρεις.
Είναι το άπιαστο και το αδύνατο που κάνουν την αίσθηση της τόσο ισχυρή.
Θέλεις να πιστεύεις σε δράκους και δαίμονες.
Δεν υπάρχει παραμύθι χωρίς κακούς, επιθυμίες χωρίς δυσκολίες, ευκαιρίες χωρίς εμπόδια.
Η αναβλητικότητα σου στηρίζεται σ αυτή την εξήγηση. Ή μήπως σ’ αυτή τη δικαιολογία;
Η ύπαρξη όλων των παραπάνω στοιχειοθετούν τη χαμένη υπόθεση.
Την ανάγκη που δεν κυνήγησες, το όνειρο που δεν πραγματοποίησες, την ευκαιρία που δεν εκμεταλλεύτηκες. Το μυστήριο λύθηκε.
Αν είχες την ευκαιρία… αλλά δεν την έχεις.
Δε φταις εσύ. Είσαι πεπεισμένος ή τουλάχιστον αυτό ισχυρίζεσαι.
Μέχρι που έρχονται εκείνα τα βράδια της ανείπωτης ειλικρίνειας.
Εισβάλει η αλήθεια απρόσκλητη και σε κοιτά κατάματα, ψιθυρίζει στ’ αυτί σου, χορεύει τις σκέψεις σου, ξυπνά τους φόβους σου, μεγεθύνει τις αμφιβολίες σου.
Σου υπενθυμίζει με τον σκληρότερο τρόπο πως το μόνο που χρειάζεται είναι να ρισκάρεις να κάνεις ένα βήμα.
Ένα βήμα μακρύτερα από τη σιγουριά σου και πιο κοντά στην επιθυμία σου.
Ένα βήμα έξω από τον προστατευμένη περιοχή σου και μέσα στην απαγορευμένη ζώνη.
Ένα βήμα εκεί όπου συνυπάρχει ο κίνδυνος με την έξαψη, το άγνωστο με την συγκίνηση, ο φόβος με την ένταση.
Ένα βήμα.
‘Όμως εσύ δεν έχεις μάθει να ισορροπείς σε τεντωμένο σκοινί, να περνάς μέσα από συμπληγάδες, ν’ αντικρίζεις χίμαιρες, ν’ αντιμετωπίζεις Σκύλες και Χάρυβδες.
Εσύ βουτάς στο κενό με δίχτυ ασφαλείας.
Περιμένεις στα μετόπισθεν και αφήνεις τους άλλους να αγωνίζονται στην αρένα.
Πηδάς από ύψος ενός μέτρου και μετράς τα υπόλοιπα νοερά.
Κολυμπάς σε ρηχά νερά και δεν ξανοίγεσαι στα βαθιά.
Είσαι αυτός που σ’ έναν αγώνα ταχύτητας αντί να τρέχει περπατά.
Αυτός που μετρά τις απώλειες πριν καν αποφασίσει να ριχτεί στη μάχη.
Αυτός που ζητά μια ευκαιρία σ’ έναν επίγειο παράδεισο που δεν έψαξε στιγμή.
Όμως, οι χαμένες ευκαιρίες δεν πηγαίνουν στον παράδεισο.
Δεν παίρνουν σάρκα και οστά. Δεν υπήρξαν ποτέ αλλά μένουν πάντα εδώ, στο πουθενά.
Τιμωρημένες να περιφέρονται αιώνια στη ζώνη του λυκόφωτος.
Δε θάβονται με το χρόνο, δε χάνονται στη λήθη, δεν παρασύρονται από ορμητικά ποτάμια.
Ξυπνούν τις ερινύες, σκαλίζουν τις ενοχές, κάμπτουν τις αντιστάσεις και δεν ηρεμούν αν δεν πέσει το απόλυτο σκοτάδι.
Οι ευκαιρίες που χάθηκαν, οι πράξεις που δεν έγιναν, τα λόγια που δεν ειπώθηκαν.
Χαμένοι παράδεισοι. Χαμένες ελπίδες. Χαμένα όνειρα. Χαμένες πατρίδες.
Κι εσύ που και που στα χαμένα. Να αναμετριέσαι με τα ερωτήματα και τις υποθέσεις σου.
Να κοστολογείς απώλειες σε στιγμές, σε πνοές, σε συναισθήματα.
Να θρηνείς για όσα δεν τόλμησες για σένα, για εσάς, για εμάς.
Και καμιά φορά εύχεσαι να είχες βρει το δρόμο σου νωρίτερα.
Και άλλες φορές εύχεσαι να γινόταν να σταματήσεις να θυμάσαι.
Όμως, θυμάσαι.
Άραγε, πως είναι να τολμάς… θυμάσαι;
[Ι.Γκανέτσα]