”sante” καί Ζωζώ Νταλμάς
Γεννήθηκε στην Πόλη το 1905, μεγάλωσε στη Θεσαλονίκη. Έμαθε πιάνο, τραγούδι και χορό στο «Ωδείον Γρεκού» και μετά, πήρε κάποια μαθήματα στο Μιλάνο, ίσως γιατί φιλοδοξούσε να γίνει τραγουδίστρια της όπερας. Ξεκίνησε ως χορεύτρια στη μακεδονική πρωτεύουσα με τον θίασο `Ενκελ («Πριγκίπισσα της Τσάρντας») και μετά με τον ίδιο θίασο ήρθε στην Αθήνα, για να γίνει σουμπρέτα και πρωταγωνίστρια και να γνωρίσει την αποθέωση σε τουρνέ στην Αίγυπτο, όπου έγινε μήλο της έριδος πριγκίπων, ανάμεσα στους οποίους ήταν κι ο Κεμάλ Ατατούρκ.
Η ιστορία τους ξεκίνησε με ένα τρόπο σχεδόν κινηματογραφικό. Γνωρίστηκαν σε ένα νυχτερινό μαγαζί που χόρευε η Ζωζώ και πέρασαν τη νύχτα μαζί. Το επόμενο πρωί, ο Κεμάλ είχε αποχωρήσει, αφήνοντας ένα χαρτονόμισμα χιλίων λιρών στο κομοδίνο. Η Ελληνίδα ντίβα το εξέλαβε ως τρομερή προσβολή. Γι’ αυτό και έδωσε μία αποστομωτική απάντηση.
Πάνω στο χαρτονόμισμα ήταν τυπωμένο το πρόσωπο του Κεμάλ. Πήρε λοιπόν ένα ψαλίδι και έκοψε προσεχτικά το κομμάτι που ήταν η εικόνα του. Παράτησε στο κομοδίνο το άχρηστο πλέον χαρτονόμισμα, μαζί με αυτό το σημείωμα: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που μου χρειαζόταν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο». «Θαυμάζω τους Έλληνες κι όχι τους δικούς μου, τους μπουνταλάδες» Η ίδια είχε υποστηρίξει, ότι σε προσωπικές στιγμές ο Κεμάλ της είχε εκμυστηρευτεί σε άπταιστα ελληνικά: «Πίστεψε με, θαυμάζω τους Έλληνες κι όχι τους μπουνταλάδες τους δικούς μου».
Βέβαια, ο βίος του Κεμάλ μάλλον δεν στηρίζει με στοιχεία την εξομολόγησή της. Σε άλλη συνέντευξή της το 1962, είπε: «Άστα «μπαμπά», του έλεγα ειρωνικά, «το θες ή δεν το θες, είσαι Ρωμιός! Από πού ήταν η γιαγιά σου; Δεν ήταν η κυρα-Μαρία από τα Γιάννενα; Ύστερα… τούρκεψες, «μπαμπά»! Κι αυτός χαχάνιζε, χτυπιόταν, άρπαζε ένα μπουκάλι με ρακή, έπινε στην υγειά μου και στην… ελληνοτουρκική φιλία. Ο Κεμάλ αλκοολικός;
«Κατάσκοπος δεν ήμουνα, Ελληνίδα ήμουνα» Η Νταλμάς όταν ερχόταν στην Ελλάδα, συνήθιζε να συναντά τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Πολλοί είπαν ότι ήταν ένας «διπλός πράκτορας», που χρησιμοποιούσε τα κάλλη της για να εξάγει μυστικά της τουρκικής κυβέρνησης.
Η πατριωτική της δράση συνεχίστηκε και στην κατοχή. Οι πράκτορες της Γκεστάπο την ξυλοκόπησαν άγρια, όταν αρνήθηκε να καταδώσει αντιστασιακούς, με αποτέλεσμα να αποβάλει το μωρό της. Πέθανε το 1988 σε ένα γηροκομείο της Αθήνας.
[από τη συνέντευξη της στο Δ.Λιμπερόπουλο ,τη δεκαετία του’50]Η Νταλμάς σαν αραγμένη τρικάταρτη παροπλισμένη φρεγάτα, με μαζεμένα τα ιστία, θύμιζε απέραντες θάλασσες και πελώρια κύματα, που είχε διαβεί με καπετάνιους που είχαν σεντούκια γεμάτα γρόσια, χρυσάφι, διαμάντια και την έραιναν μ΄αυτά… Δυστυχώς κανένας σεναριογράφος ή σκηνοθέτης δεν σκέφτηκε να αναβιώσει τη ζωή και τη καριέρα αυτής της θρυλικής ερωμένης που κοιμήθηκε σε κρεβάτια από ελεφαντόδοτο και σμάλτο, σε μεταξωτά σεντόνια και πουπουλένια μαξιλάρια, σε αγκαλιές βασιλιάδων της Ανατολής, πριγκίπων, πασάδων, με αποκορύφωμα εκείνη του δημιουργού του σύγχρονου τουρκικού κράτους… Μετά τον τελευταίο σουλτάνο μόνο η Ζωζώ κοιμήθηκε για καιρό στο παλάτι του Ντολμά Μπαχτσέ, με κουστωδία θεραπενίδων… « Έπινα γαλλική σαμπάνια, μασούσα αρωματική χιώτικη μαστίχα, γευόμουνα πολίτικο λουκούμι και ταούκιοκτσού, μπανιαριζόμουνα σε απόσταγμα από ροδοπέταλα, ακούγοντας στο γραμμόφωνο οπερέτες και αμανέδες…»
Τα τσιγάρα Sante είχαν τη φωτογραφία της